Σάββατο 15 Αυγούστου 2020

Αρχιμ. Θεόφιλος Λεμοντζής, Δρ. Θεολογίας Το προσωπείο της υποκρισίας


Καμία άλλη κατηγορία ανθρώπων δεν άκουσε από τον Ιησού Χριστό εκείνα τα φοβερά “ουαί” που διαβάζουμε στο 23ο κεφάλαιο του Ματθαίου, παρά οι υποκριτές, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι και διαμέσου αυτών οι φορείς της υποκρισίας σε κάθε εποχή. Τους παρομοίασε με τους τάφους οι οποίοι είναι εξωτερικά όμορφοι και περιποιημένοι ενώ εσωτερικά είναι γεμάτοι από ακαθαρσίες (Ματθ. 23,27), και αυτό διότι αν και ήταν θρησκευόμενοι, εντούτοις αποδεικνύονταν διχασμένες προσωπικότητες επιτελώντας απλώς τα θρησκευτικά τους καθήκοντα χωρίς να έχουν ειλικρινή σχέση με τον Θεό, σχέση η οποία αποδεικνύεται μέσα από την καθαρότητα της καρδιάς και το έλεος προς τον συνάνθρωπο. Αυτοί οι λόγοι του Ιησού είναι ένα ισχυρότατο ράπισμα στη δική μας αυτοδικαίωση, στην ηθική μας αυταρέσκεια, στον κοινωνικό καθωσπρεπισμό μας, στην υποκριτική μας ευπρέπεια, στην άνευ ουσίας τήρηση ηθικών και κοινωνικών κανόνων, στη συμβατική κοινωνική και θρησκευτική συμπεριφορά μας, στην καθημερινή μας ηθοποιία στην εργασία, την οικογένειά μας και στις μεταξύ μας κοινωνικές σχέσεις.
Υποκρισία είναι η προσποίηση στην καθημερινή μας ζωή. Είναι η απόκρυψη των αληθινών αισθημάτων και σκέψεων, είναι μια διανοητική κατάσταση που βρίσκεται στον αντίποδα της ειλικρίνειας και της γνησιότητας, μια συνεχόμενη διάθεση αυτοπροβολής. Στερούμενη ριζικά το στοιχείο της αυθεντικότητας κάθε πράξη της προέρχεται από φαύλα κίνητρα. Ως μεταμφιεσμένη έκφραση συναισθημάτων θα την ονομάζαμε ως τέχνη του χυδαίου στις διανθρώπινες σχέσεις διότι“υποκρισία είναι η προσποίηση της φιλίας ή εχθρότητας πού ενεργεί με το προσωπείο της συμπάθειας, ή φθόνος πού μιμείται τα χαρακτηριστικά της αγάπης ή βίος πού δείχνει να στολίζεται από ψεύτικη και όχι πραγματική αρετή”(άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής). Θα τολμούσαμε να πούμε ότι ο υποκριτής είναι χειρότερος από τα άλογα ζώα τα οποία αγνοούν την υποκρισία διότι το ζώο δεν φέρεται φιλικά στα θύματα που σκοπεύει να φάει έως ότου τα φάει, ενώ αντίθετα ο υποκριτής παρουσιάζεται αρχικά φιλικός στους ανθρώπους που σκοπεύει να εκμεταλλευτεί και να αδικήσει. “Κρύβει την υποκρισία κάτω από πλαστή αγάπη εκείνος που επαινεί με το στόμα του, αλλά εξουθενώνει με την καρδιά του”, μας λέγει ο όσιος Θαλάσσιος ο Λίβυος.ypokrisia-inΥποκρισία είναι η διατήρηση μιας εξωτερικά καλής εικόνας του εαυτού μας προς τους άλλους, χωρίς ταυτόχρονα να φροντίζουμε ώστε και εσωτερικά να είμαστε αυτός ο καλός άνθρωπος που θέλει να φαίνεται ότι είναι. Υποκρίνομαι όταν λέω κάτι αλλά κατά βάθος πιστεύω κάτι άλλο, όταν φανερώνω ένα πρόσωπο, ή καλύτερα ένα προσωπείο αλλά κατά βάθος είμαι κάποιος άλλος. Υποκρισία είναι το να μιλάω με διπλή γλώσσα ή όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: “ὑπόκρισίς ἐστιν ἕτερον ἔχειν καί ἕτερον ποιεῖν ”. Οι αρχαίοι έλληνες χρησιμοποιούσαν τα προσωπεία, τις μάσκες στο θέατρο και τις τραγωδίες για να παραστήσουν και να υποδυθούν κάποιο άλλο πρόσωπο από αυτόν που ήταν. Και αν σε αυτήν την περίπτωση δεν ήταν απλά θεμιτό αλλά και επιβεβλημένο για τη διεξαγωγή της παράστασης και την παρουσίαση της επί σκηνής τέχνη τους, στην ηθική, θρησκευτική και κοινωνική ζωή είναι ανεπίτρεπτο και απαράδεκτο. Δυστυχώς όμως, όπως οι ηθοποιοί των αρχαίων τραγωδιών κατά τον ίδιο τρόπο φορούμε και εμείς το προσωπείο της υποκρισίας για να υποδυθούμε κάποιον άλλον «εαυτό» από αυτόν που είμαστε επιδιώκοντας καταξίωση μόνο ενώπιον των ανθρώπων και όχι ενώπιον του Θεού. Ζώντας εντός αυτής της εικονικής πραγματικότητας, στον πυθμένα του ψεύδους, εξαπατούμε τους άλλους και τον ίδιο μας τον εαυτό.
Η υποκρισία είναι μητέρα και αιτία του ψεύδους θα μας υπενθυμίσει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Πράγματι, ο πρώτος διδάσκαλος της υποκρισίας ήταν και είναι ο κατεξοχήν ψεύτης της ιστορίας, ο διάβολος ο οποίος φορώντας το προσωπείο του φρόνιμου όφη, (Γεν. 3,1), με ψεύδη εξαπάτησε τον άνθρωπο οδηγώντας τον στην παρακοή και την πτώση. Εφεξής, ο άνθρωπος της πτώσης περιχαρακωμένος γύρω από τα κυκλώπεια τείχη της υπερπροβολής, της δαιμονικής ματαιοδοξίας και του ναρκισσισμού αποξενώνεται από το «είναι» και προσηλώνεται αποκλειστικά στο «φαίνεσθαι». Το «είναι», αποτελεί την εσώτατη φύση του εαυτού μας, αντιπροσωπεύει το πραγματικό και το αληθινό, αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα και το οποίο τις περισσότερες φορές προσπαθούμε επιμελώς να το αποκρύβουμε ή να το αγνοούμε. Το «φαίνεσθαι» είναι το προσωπείο, το οποίο χρησιμοποιούμε για να επικοινωνήσουμε για να γίνουμε αρεστοί στο κοινωνικό σύνολο. Αντιπροσωπεύει το ψεύτικο και αληθοφανές, την εικόνα που θέλουμε να δείχνουμε ανεξάρτητα από το τι είμαστε στην πραγματικότητα.Ο μεταπτωτικός άνθρωπος αγνοώντας θελημένα ή αθέλητα το πραγματικό του «είναι», έχοντας αδυναμία να κατακτήσει το «γνώθι σαυτόν», προσπαθεί να ντύσει την προσωπικότητά του ή καλύτερα το προσωπείο του, αυτό το «φαίνεσθαι», με ανύπαρκτες αρετές και με φανταστικές ικανότητες, καλύπτοντας ταυτόχρονα τα ελαττώματα του με τη μάσκα της υποκρισίας. Κατά συνέπεια η όλη βιωτή του διακρίνεται από ασυνείδητες και συνειδητές αντιφάσεις και ανακολουθίες. Είναι ακριβώς αυτή η ζύμη των Φαρισαίων για την οποία ομίλησε ο Κύριος: “προσέχετε ἑαυτοῖς ἀπό τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων, ἥτις ἐστίν ὑπόκρισις”(Λουκ. 12,1).

Απάτη και κατεργαριά Τι λέει η Άγια Γραφή


Τα σημεία του αντιχρίστου θα γεμίσουν όλες του τις ενέργειες απάτη και κατεργαριά. Και θα τραβήξουν τους πιο πολλούς ανθρώπους να τον ακολουθήσουν. Οι εχθροί του αντιχρίστου θα θεωρηθούν  ταραξίες,  εχθροί της κοινωνίας και της τάξης• θα υποστούν ανοιχτές και συγκεκαλυμμένες διώξεις• και θα υποβληθούν σε σκληρές τιμωρίες και ποινές. Τα πονηρά πνεύματα σκορπισμένα στην οικουμένη, θα προκαλούν στους ανθρώπους μια γενικά εξαίρετη γνώμη για τον αντίχριστο, ένα γενικό ενθουσιασμό, μια ακαταδάμαστη στροφή σ’ αυτόν[18].
Με αδρές γραμμές η αγία Γραφή μας περιγράφει το βάρος του τελευταίου διωγμού και την σκληρότητα του διώκτη. Το πιο αποφασιστικό και χαρακτηριστικό σημείο είναι το όνομα, που η Γραφή δίνει στον φρικαλέο εκείνο άνθρωπο. Τον ονομάζει «θηρίο»[19], όπως και ο πεσών άγγελος είχε ονομασθή «όφις» (φίδι)[20]. Οι δύο αυτές ονομασίες σκιαγραφούν αρκετά καλά τον χαρακτήρα των εχθρών του Θεού. Ο ένας ενεργεί πιο μυστικά, ο άλλος πιο φανερά. Όμως στο «θηρίο» αυτό (που μοιάζει με όλα τα άλλα θηρία[21], στο ότι συγκεντρώνει στον εαυτό του τις θηριωδίες όλων) «έδωκεν ο δράκων την δύναμιν αυτού και τον θρόνον αυτού και εξουσίαν μεγάλην»[22]. Η δοκιμασία για τους αγίους του Θεού θα είναι φοβερή. Ο διώκτης με την πονηρία, την υποκρισία και τα θαύματά του θα προσπαθήση να τους πλανήση και απατήση προκαλώντας εις βάρος τους φοβερά εκλεπτυσμένους, και παμπόνηρα συγκεκαλυμμένους διωγμούς και φτιαχτά προβλήματα. Η απεριόριστη εξουσία των βασανιστών θα τους φέρη σε τρομερά δύσκολη θέση. Πολύ μικρός αριθμός από αυτούς θα εκτελεσθούν ενώπιον όλων των ανθρώπων. Και κλήρος τους θα είναι η κοινή περιφρόνηση, το μίσος, η κατασυκοφάντηση από όλους, τα πιεστικά εις βάρος τους μέτρα, και ο βίαιος θάνατος. Μόνο με την βοήθεια της θείας χάριτος και με το  φωτισμό του Θεού θα κατορθώσουν οι εκλεκτοί Του να ομολογήσουν ενώπιον των ανθρώπων τον Κύριον Ιησούν Χριστόν.
Βιβλιογραφία
[18] Εφραίμ του Σύρου, Λόγος 106.
[19] Αποκ. 13, 1.
[20] Γεν. 3, 1, Αποκ. 12, 3.
[21] Αποκ. 13, 2.
[22] Αποκ. 13, 2.

«Εγγύς μαχαίρας, εγγύς Θεού»

Μόνος μετά Φαρισαίων — Φανερά ρήξις — Κίνδυνος του Ιησού — Καταδίκη της υποκρισίας — Η παραβολή του Άφρονος Πλουσίου — Η ερώτησις του Πέτρου — Ο Ιησούς τεταραγμένος τω Πνεύματι
Μέχρι του σημείου τούτου τα συμβεβηκότα της μεγάλης ταύτης ημέρας υπήρξαν αρκούντως ταραχώδη, πλην επηκολούθησαν περιστάσεις πολύ αλγεινοτέραι.
Η ώρα διά το μεσημβρινόν γεύμα είχε φθάσει, και είς των Φαρισαίων τον εκάλεσεν εις τον οίκον του. Μικρά ύπαρχε ξενία ή και φιλοφροσύνη εις την πρόσκλησιν. Εάν δεν εγένετο μάλλον προς έχθραν και παγίδευσιν, ως γνωρίζομεν ότι συνέβη εις άλλας Φαρισαϊκάς προσκλήσεις· η αφορμή της το πολύ θα ήτο η περιεργία, όπως ίδη καλλίτερον τον νέον Διδάσκαλον, ή κενοδοξία όπως έχη ξένον τόσον επιφανή. Και ο Ιησούς, άμα εισελθών, ευρέθη, ουχί εν μέσω τελωνών και αμαρτωλών, όπου θα ηδύνατο να διδάξη και να μαλάξη και να ευεργετήση, ουχί μεταξύ των πτωχών προς ους θα ηδύνατο να κηρύξη την βασιλείαν των ουρανών, ουχί μεταξύ φίλων και μαθητών οίτινες ηκροώντο μετά φιλοστόργου σεβασμού τους λόγους Του, αλλ' εν μέσω σκληρών, απειλητικών όψεων, εν μέσω των μορφασμών και της χλεύης φανερών εχθρών. Οι Απόστολοι δεν φαίνεται να προσεκλήθησαν. Δεν υπήρχεν η συμπάθεια του Θωμά όπως Τον υποστηρίξη, ούτε η πραότης του Ναθαναήλ όπως Τον ενθαρρύνη, ούτε η θερμότης Του Πέτρου όπως Τον υπερασπίση, ούτε ηγαπημένος Ιωάννης όπως κλίνη την κεφαλήν προς το στήθος Αυτού. Γραμματείς, Νομικοί και Φαρισαίοι, οι συνδαιτυμόνες επιδεικτικώς εξετέλεσαν τας περιτέχνους πλύσεις των, και τότε, έκαστος μετ' άκρας επιμελείας διά την ιδίαν πρωτοκαθεδρίαν του, εκάθησαν παρά την τράπεζαν. Άνευ τοιούτων επιτηδευμένων και φανταστικών διατυπώσεων, ο Ιησούς άμα «εισελθών ανέπεσε» παρά την τράπεζαν. Έξω συνέρρεεν ο λαός, πεινών και διψών ακόμη όπως ακούση τα ρήματα της αιωνίου ζωής. Το γεύμα θα ήτο σύντομον, πρόγευμα μάλλον. Δεν ηθέλησεν άρα να βραδύνη ο Ιησούς και υποθάλψη μάταια έθιμα διά πλύσεων, αίτινες κατά την στιγμήν εκείνην συνέβη να είνε περιτταί, και εις τας οποίας μωρά και ψευδοθρησκευτική σπουδαιότης απεδίδετο.
Πάραυτα η υψηλόφρων έκπληξις του ξενίζοντος εξεφράσθη διά της συμπεριφοράς του, και αι επηρμέναι οφρύες και αι αποδοκιμαστικαί χειρονομίαι των συνδαιτυμόνων έδειξαν όσον ετόλμων να δείξωσιν εκ της αποδοκιμασίας και της υπερφροσύνης των. Ελησμόνουν εντελώς τις ήτο Εκείνος και τι είχε πράξει. Κατάσκοποι και συκοφάνται εξ αρχής, εύρισκον τώρα ευκαιρίαν προς νέας σκευωρίας. Ο καιρός είχεν έλθη προς σαφεστέραν ακόμη γλώσσαν, και εφείσθη αυτών, ώκτειρε και εταλάνισε την υποκρισίαν των, τους παρωμοίασε με τάφους κεκονιαμένους, και προείπεν ότι επί της ενόχου ταύτης γενεάς θα έλθη το αίμα όλων των προφητών, από του αίματος του Άβελ μέχρι του αίματος του Ζαχαρίου.
Η αυτή ομιλία, αλλά πληρεστέρα και τρομερωτέρα, εξηνέχθη ύστερον υπό του Ιησού εν τω Ναώ της Ιερουσαλήμ κατά την τελευταίαν και μεγίστην εβδομάδα της επιγείου ζωής Του. Αλλά τώρα, εν τη Γαλιλαία, το γεύμα εν συγχύσει διεκόπη. Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι απέβαλον το προσωπείον. Από προσποιητών φίλων και ενδιαφερομένων εξεταστών αιφνιδίως ανεπήδησαν υπό το αληθές σχήμα των, ως θανάσιμοι αντίπαλοι. Περιεκύκλωσαν τον Ιησούν, τον εστενοχώρησαν βιαίως, επιμόνως, σχεδόν απειλητικώς. Ήρχισαν να επιχύνωσιν επ' Αυτόν πλήμμυραν ερωτήσεων, να εξετάζωσι, να Τον κατηχώσι, να προσπαθώσιν όπως αποσπάσωσι λόγους απ' Αυτού, ελλοχώντες εις ενέδραν ως θηρευταί άπληστοι, ιχνηλατούντες μήπως ανακαλύψωσι παρ' Αυτώ και μικρόν αιρέσεως κόκκον, επί του οποίου να στηρίξωσι κατηγορίαν, όπως ποιήσωσιν Αυτόν εκποδών.
Εν τω μεταξύ μυριάδες λαού είχεν συναθροισθή έξω, και ίσως οργίλοι ψιθυρισμοί έδωκαν είδησιν εις τους Φαρισαίους εν καιρώ ότι επικίνδυνον θα ήτο να προβώσι πολύ μακράν, και ο Ιησούς εξήλθε προς το πλήθος, και απευθυνόμενος πρωτίστως προς τους μαθητάς Του, είτα δι' αυτών εις τας χιλιάδας των ακροατών ήρχισε: «Φυλάττεσθε από της ζύμης των Φαρισαίων, ήτις εστιν υποκρισία». Επληροφόρησεν αυτούς ότι υπήρχεν Είς, εις του οποίου το όμμα, μυρίων ηλίων λαμπρότερον, ουδέν μυστικόν υπάρχει. Παρήνεσεν αυτούς να μη φοβώνται άνθρωπον, αλλά να φοβώνται Εκείνον όστις ου μόνον ηδύνατο ν' αφανήση το σώμα, αλλά να εμβάλη την ψυχήν εις την Γέεναν του πυρός. Ο Θεός ο αγαπών αυτούς θα εμερίμνα προ αυτών· και ο Υιός του Ανθρώπου, ενώπιον των Αγγέλων του Θεού, θα ομολογήση εκείνους οίτινες Τον ομολογούσιν έμπροσθεν των ανθρώπων.
Ενώ ούτως ωμίλει, άνθρωπός τις κοινός εκ του πλήθους, απηύθυνε τον λόγον προς τον Ιησούν και είπε:
«Διδάσκαλε, είπε τω αδελφώ μου όπως διαμερίσηται την κληρονομίαν προς με».
Σχεδόν αυστηρά υπήρξεν η απάντησις του Ιησού. Ο άνθρωπος εκείνος φαίνεται, ότι ήτο είς εκ των πολλών χυδαίων και περιωρισμένων ανθρώπων, και εφαντάζετο ότι ο κύριος σκοπός της ελεύσεως του Μεσσίου θα ήτο όπως εξασφαλίση δι' αυτόν την μερίδα της κληρονομίας του, και δαμάση την δύστροπον γνώμην του αδελφού του. Ο Ιησούς παρευθύς διεσκέδασε τας παχυλάς προσδοκίας του, και είτα ενουθέτησεν αυτόν και όλους τους ακούοντας να μη προσκολλώνται τόσον εις τα επίγεια αγαθά. Πόσον βραχεία, και όμως πλήρης εννοίας, είνε η μικρά εκείνη παραβολή την οποίαν είπε προς αυτούς, περί του άφρονος πλουσίου όστις, εν τη απλήστω και επιλήσμονι του Θεού ιδιοτελεία του, εμελέτα να κατεδαφίση τας αποθήκας του και να τας κτίση μεγαλειτέρας, και, ως να μην υπήρχε θάνατος, εσκέπτετο μόνον τους καρπούς του, και τα αγαθά του, «και ερώ τη ψυχή μου· φάγε, πίε, ευφραίνου». Αλλ' εξ ουρανού, ως τρομερά ηχώ εις τους λόγους του, ήλθεν η φοβερά απόφασις. «Άφρον, άφρον, ταύτη τη νυκτί!....»
Είτα ο Κύριος και πάλιν τους ανέμνησε πως ο Θεός ενδύει, λαμπρότερον ή εν πάση τη δόξη του Σολομώντος, τα κρίνα του αγρού, και τρέφει τα πετεινά του ουρανού, τα οποία δεν σπείρουν ουδέ θερίζουν, και τους συνεβούλευσε να μη μετεωρίζωνται επί της τεταραγμένης θαλάσσης των μεριμνών και της τύρβης του βίου. Αι παρατηρήσεις απηυθύνοντο κυρίως προς τους μαθητάς, αλλά και το πλήθος τας ήκουεν. Ενταύθα η περιεργία εκυρίευσε τον Πέτρον, και έσπευσεν ούτος να ερωτήση αν η παραβολή απηυθύνετο προς αυτούς ή προς πάντας.
Εις την ερώτησιν ταύτην ο Κύριος δεν απήντησε, και η σιωπή Του ήτο η αρίστη απάντησις. Ευθύς δε τότε, εις την ιδέαν της φοβεράς κρίσεως της αναμενούσης τους ανθρώπους, ταραχή και αγωνία διήλθεν εις το πνεύμα του Χριστού. Ανελογίσθη την απορριπτομένην ειρήνην, την οποίαν Αυτός ήλθε να κτίση, οι δε υιοί του αιώνος τούτου την απέρριπτον και τότε φοβερός πόλεμος έμελλε να επέλθη. Ενταύθα αναμιμνησκόμεθα ενός των λογίων, των μη αναφερομένων εν τοις Ευαγγελίοις, όσα αποδίδονται εις τον Χριστόν, και το οποίον αναφέρει ο Δίδυμος εν τη ερμηνεία των Ψαλμών: «Ο εγγύς μου εγγύς του πυρός· ο δε μακράν απ' εμού μακράν από της βασιλείας».
Αλλ' από των θλιβερών τούτων σκέψεων και πάλιν συγκατέβη εις τας αμέσους ανάγκας του πλήθους. Από τους πυρακτουμένους και ερυθραίνοντας ουρανούς και από τα συναγόμενα νέφη ηδύναντο να προείπωσιν ότι βροχή θα πέση ή ότι θα πνεύση καυστικός άνεμος. Πώς δεν διέκρινον τα σημεία των καιρών; Ας επιληφθώσι της παρούσης ευκαιρίας όπως ποιήσωσιν ειρήνην προς τον Θεόν. Διά τους ανθρώπους και διά τα έθνη έρχεται ώρα, και είνε πολύ αργά.
Κ' εδώ φαίνεται να ετελείωσεν ο λόγος Του. Ήτο η τελευταία φορά διά πολλάς ημέρας καθ' ην θα ήκουον τους λόγους Του. Περικυκλούμενος υπό εχθρών οίτινες ου μόνον ισχυροί ήσαν, αλλά σφόδρα παρωργισμένοι ήδη, ύποπτος και δυσάρεστος εις τους αυλικούς του τετράρχου της Γαλιλαίας εις την κυριότητα του οποίου έζη, καταδιωκόμενος υπό του φανερού μίσους και των κρυφίων σκευωριών κατασκόπων τους οποίους το πλήθος είχε μάθη να σέβηται, αισθανόμενος ότι ο λαός δεν τον ενόει, και ότι εις τα πνεύματα των αρχηγών και των διδασκάλων του απόφασις θανάτου και καταδίκης είχεν ήδη εκδοθή κατ' Αυτού, έστρεψε προς καιρόν τα νώτα εις την γενέθλιον χώραν Του, και απήλθε να ζητήση εις ειδωλολατρικάς και αλλοτρίας πόλεις την ειρήνην και την ανάπαυσιν την οποίαν ηρνούντο Αυτώ εν τη πατρίδι.

ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ - Ειρήνη χωρίς αλήθεια


Σήμερα που όλοι μιλούν για ειρήνη και για ενότητα, η φιλαυτία και τα μίση, η αδικία και το ψέμα, η φιλοδοξία και η πλεονεξία μεσουρανούν. Όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του, μιλούν για την αγάπη πρός τον άνθρωπο, για την αγάπη πρός την ανθρωπότητα. ∆εν υπήρξε όμως ποτέ μεγαλύτερη υποκρισία από αυτήν την δήθεν αγάπη. Γιατί η αγάπη πρός κάτι το θεωρητικό, πρός κάτι το φανταστικό, όπως είναι η έννοια «ανθρωπότης» είναι εξ’ ίσου θεωρητική και φανταστική. ∆εν έχει καμμία σχέσι με την αγάπη πρός τον συγκεκριμένο άνθρωπο που έχουμε μπροστά μας. Αυτή η αγάπη πρός ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, όταν υπάρχη, είναι η μόνη πραγματική. Είναι η αγάπη πρός τον πλησίον μας που εζήτησε ο Χριστός.
Αυτός ο συγκεκριμένος άνθρωπος με τις ατέλειες και τις αδυναμίες του, αντί να αγαπηθή, μισήθηκε στις ημέρες μας περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Και όχι μόνον μισήθηκε, αλλά περιφρονήθηκε και εξευτελίσθηκε, θεωρήθηκε ένα «πράγμα», χωρίς ιδιαίτερη αξία, μέσον για την επίτευξι «υψηλών» σκοπών, ένα μόριο της μάζας. Αυτοί που μιλούν περισσότερο για την αγάπη προς τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα, για την ειρήνη και την ενότητα, είναι ακριβώς εκείνοι που μισούν περισσότερο τον πλησίον τους, τον γνωστό τους. Αγαπούν τον άνθρωπο: πλάσμα της φαντασίας τους, δεν αγαπούν τον άνθρωπο: πραγματικότητα. Αυτή η λατρεία του ειδώλου «άνθρωπος» είναι στην πραγματικότητα ναρκισισμός, είναι η λατρεία του «εγώ».
Θα ήταν λοιπόν αφέλεια να πιστέψη κανείς ότι η φιλειρηνική διάθεσις που χαρακτηρίζει την ανθρωπότητα σήμερα προέρχεται από αγάπη. Όχι! Τα περί αγάπης είναι υποκρισία ή αυταπάτη. Ο πόθος της ειρήνης προέρχεται από το χάσιμο των ιδανικών, από τον φόβο και την αγάπη της καλοπέρασης. Είναι ο πόθος να μας αφήσουν ήσυχους να απολαύσουμε τα αγαθά της γής. Είναι η κατά συνθήκην συνεργασία για την απόκτησι των αγαθών που χωριστά ο καθένας δεν θα μπορούσε να αποκτήση. Είναι η παγκόσμιος συνεννόησις πάνω σε κάτι που έγινε το πάθος ολοκλήρου της γής: την φιληδονία και την φιλοϋλία. Είναι προϊόν της ανάγκης.
Η ειρήνη για την οποία μιλάει σήμερα ο κόσμος είναι η άνευ όρων συνθηκολόγησις κάθε καλού και μεγάλου και η επικράτησις της μικρότητος, της μετριότητος και της χλιαρότητος. Είναι η εξάλειψις της προσωπικότητος των ατόμων και των λαών. Είναι μία μαρμελάδα συμβιβασμών και υπολογισμών, μία θάλασσα υποκρισίας, η αδιαφορία για την αλήθεια, η προδοσία κάθε ιερού και οσίου.
Ο πόλεμος είναι κάτι το φοβερό, αποτέλεσμα της πτώσεως του ανθρώπου, και κανείς δεν πρόκειται να τον εξυμνήση. Όμως η ειρήνη που παζαρεύει ο σύγχρονος κόσμος είναι κάτι απείρως φοβερώτερο. Ο πυρετός είναι κάτι το πολύ δυσάρεστο, δείχνει όμως τουλάχιστον ότι ο οργανισμός αντιδρά στό κακό που τον βρήκε. Η ειρήνη που θέλουν να φέρουν δεν είναι δυστυχώς εκείνη που έρχεται από την κατανίκησι του κακού, αλλά εκείνη που έρχεται από την ήττα. Είναι η απυρεξία του πτώματος.
Στό βάθος η ειρήνη που επιδιώκουν οι άνθρωποι δεν είναι μόνον η ειρήνη των όπλων. Είναι η ειρήνη της συνειδήσεως. Θέλουν να ειρηνεύση το καλό με το κακό. Η δικαιοσύνη με την αδικία, η αρετή με την αμαρτία, η αλήθεια με το ψέμα, για να μπορέσουν να ειρηνεύσουν κι αυτοί με την συνείδησί τους.

ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ - ΒΑΤΡΑΧΟΣ


Ὑπάρχει μία διαφορά μεταξύ τοῦ «εἶναι» καί τοῦ «φαίνεσθαι». Τό «φαίνεσθαι» εἶναι τό ἐξωτερικό, αὐτό πού θέλουμε νά ξέρουν οἱ ἄλλοι γιά μᾶς, αὐτό πού ἐμεῖς ἀφήνουμε νά ἀντιληφθοῦν οἱ ἄλλοι. Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι τό προσωπεῖο καί ἡ μάσκα τήν ὁποία χρησιμοποιοῦμε γιά νά ἐπικοινωνοῦμε ἐξωτερικά καί νά γινόμαστε δεκτοί ἀπό ὅλες τίς κατηγορίες τῶν ἀνθρώπων. Πολλές φορές χρησιμοποιοῦμε καί τό προσωπεῖο τῆς θρησκευτικότητος. Αὐτό εἶναι τό «φαίνεσθαι». Ὑπάρχει ὅμως καί τό «εἶναι», αὐτό πού εἴμαστε στήν πραγματικότητα, στό βάθος, καί τό ὁποῖο τίς περισσότερες φορές ἐπιδιώκουμε νά κρύπτουμε ἐπιμελῶς.
Ἡ Ὀρθοδοξία ἐπιδιώκει νά φανερώση αὐτό τό βάθος. Συνήθως, ἡ φαρισαϊκή δικαιοσύνη ἐνδιαφέρεται γιά τό ἐξωτερικό, γιά μία ἐπιδερμική ἠθική, ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία ἐνδιαφέρεται γιά τόν πυρήνα τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλα τά πατερικά κείμενα ἀναφέρονται στό πώς θά ἐλευθερωθῆ ὁ νοῦς ἀπό τήν δουλεία του στά πάθη, στήν λογική καί στίς συνθῆκες τοῦ περιβάλλοντος.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, χρησιμοποιώντας ἕνα χαριτωμένο περιστατικό πού ἀναλύει πολύ παραστατικά αὐτήν τήν πλευρά τῆς ζωῆς μας, γράφει:
«Μερικές φορές, καθώς ἀντλούσαμε νερό ἀπό τίς πηγές, ἀντλήσαμε μαζί μέ αὐτό, χωρίς νά τό καταλάβωμε, καί ἕναν βάτραχο. Παρόμοια πολλές φορές, καθώς καλλιεργοῦμε τίς ἀρετές, ὑπηρετοῦμε καί τίς κακίες πού χωρίς νά φαίνωνται εἶναι συμπεπλεγμένες μαζί τους. Ἐπί παραδείγματι: Μέ τήν φιλοξενία συμπλέκεται ἡ γαστριμαργία, μέ τήν ἀγάπη ἡ πορνεία, μέ τήν διάκρισι ἡ δεινότης, μέ τήν φρόνησι ἡ πονηρία, μέ τήν πραότητα ἡ ὑπουλότης καί ἡ νωθρότης καί ἡ ὀκνηρία καί ἡ ἀντιλογία καί ἡ ἰδιορρυθμία καί ἡ ἀνυπακοή. Μέ τήν σιωπή ἡ διδασκαλική ὑπεροψία, μέ τήν χαρά ἡ οἴησις, μέ τήν ἐλπίδα ἡ ὀκνηρία, μέ τήν ἀγάπη πάλι ἡ κατάκρισις, μέ τήν ἡσυχία ἡ ἀκηδία καί ἡ ὀκνηρία, μέ τήν ἁγνότητα ἡ πικρή συμπεριφορά, μέ τήν ταπεινοφροσύνη ἡ παρρησία. Σέ ὅλα δέ αὐτά ἀκολουθεῖ ὡσάν κοινό κολλύριο ἤ μᾶλλον δηλητήριο, ἡ κενοδοξία».
Αὐτό τό κείμενο παρά τήν ἁπλότητά του εἶναι συνταρακτικό. Φανερώνει ὅλη τήν ἀδυναμία μας, ἀλλά καί τήν ὑποκριτική κατάσταση στήν ὁποία ζοῦμε καθημερινά. Ἄλλοι εἴμαστε ἐξωτερικά καί ἄλλοι εἴμαστε ἐσωτερικά. Νά σημειώσω μερικές περιπτώσεις.
Μέ τήν φιλοξενία συμπλέκεται ἡ γαστριμαργία. Ἐν ὀνόματι, δηλαδή, τῆς φιλοξενίας, χάριν τοῦ ἄλλου, ἱκανοποιοῦμε τό πάθος τῆς γαστριμαργίας.
Μέ τήν ἀγάπη συνδέεται ἡ πορνεία. Ὅλοι σήμερα μιλοῦν γιά τήν ἀγάπη. Ἀλλά κάτω ἀπό τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης κρύπτεται ἡ πορνεία, ἡ ἐπιθυμία ἱκανοποιήσεως τῆς φιληδονίας. Γι' αὐτό καί οἱ περισσότεροι σήμερα εἶναι ἀπελπισμένοι ἀπό τήν προσφερόμενη ἀγάπη. Ὅλα τά τραγούδια μιλοῦν γιά τήν ἀγάπη, ἀλλά μέσα σ αὐτήν τήν κατάσταση ἀγάπης κρύβεται ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ ἄλλου σάν ἀντικειμένου ἡδονῆς.
Ὁ ἄνθρωπος καί σ' αὐτήν τήν περίπτωση ἔχει μεταβληθῆ σέ νούμερο, ἀριθμό. Ἄλλωστε, ἡ ἀγάπη, κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, εἶναι καρπός καί ἀποτέλεσμα ἀπάθειας.
Μέ τήν πραότητα συμπλέκεται ἡ ὑπουλότης. Κάνουμε τόν πράο, τόν γλυκομίλητο καί ὅμως μέσα μας κρύβουμε δηλητήριο.
Μέ τήν ἁγνότητα συμπλέκεται ἡ πικρή συμπεριφορά. Ὑπάρχουν μερικοί πού καλλιεργοῦν τήν ἐγκράτεια καί τήν ἁγνότητα καί ὅμως διακρίνονται γιά ὑπεροψία, ἀφοῦ κατακρίνουν τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἐκεῖνος πού εἶναι ἁγνός πραγματικά πρέπει νά διακρίνεται ἀπό τήν πνευματική καί ψυχική ἁγνότητα, πού συνδέεται μέ τήν ἀγάπη πρός τούς ἄλλους.
Ἔτσι διαρκῶς εἴμαστε θεατρίνοι καί παίζουμε θέατρο. Παίζουμε θέατρο, ὅταν μέ τόν τρόπο τῆς προσευχῆς ἐπιδιώκουμε νά προσελκύσουμε τήν προσοχή τῶν ἄλλων καί τό χειρότερο ἐπιδιώκουμε νά καλύψουμε τήν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς. Ὅταν μέ τό σεμνό σχῆμα καί τό παραπέτασμά της κατηφείας κρύπτουμε «τήν ἐνυπάρχουσαν θρασύτητα» καί τά αἴσχη τῆς ψυχῆς, ὄπως λέγει ὁ ὅσιος Νεῖλος. Παίζουμε θέατρο, ὅταν κοπτόμαστε γιά τήν δικαιοσύνη καί τήν ἰσότητα, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἴμαστε οἱ πιό ἄδικοι καί οἱ μεγαλύτεροι τύραννοι στούς γύρω μας. Παίζουμε θέατρο, ὅταν παρουσιαζόμαστε ὅτι ἐνδιαφερόμαστε γιά τούς ἄλλους καί ὅτι θυσιαζόμαστε γι' αὐτούς, ἐνῶ ἐπιδιώκουμε τήν ἐκμετάλλευση κάθε καταστάσεως. Παίζουμε θέατρο, ὅταν κάνουμε τόν δυστυχισμένο, τόν λυπημένο, τόν περιφρονημένο, γιά νά δημιουργήσουμε ἀνάλογες ἐντυπώσεις καί νά ἀποσπάσουμε τό ἐνδιαφέρον τῶν ἄλλων. Χρησιμοποιοῦμε συνεχῶς μία μάσκα στίς διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Γι' αὐτό πρέπει νά προσέξουμε τόν βάτραχο, ὅταν ἀντλοῦμε νερό, δηλαδή νά προσέχουμε μήπως ἐξασκώντας τίς ἀρετές ταυτόχρονα καλλιεργοῦμε τά πάθη.

Βρυούλων Παντελεήμων “Η συγχώρηση του Θεού εξαρτάται από τη συγχώρηση των ανθρώπων”


ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ INFO | Βρυούλων Παντελεήμων "Η συγχώρηση του Θεού εξαρτάται από τη συγχώρηση των ανθρώπων"
Τη σημασία της συγχώρησης τόνισε στην ομιλία του κατά την αρχιερατική θεία λειτουργία την Κυριακή της Τυρινής ο μητροπολίτης Βρυούλων κ. Παντελεήμων από τον ναό του αγίου Χαραλάμπους Συκεών Θεσσαλονίκης όπου ιερούργησε.
“Όταν ο Θεός τονίζει πως, αν δεν συγχωρήσετε τους ανθρώπους, δεν θα σας συγχωρήσει ο Θεός, αυτό που προκύπτει ως συμπέρασμα είναι ότι η συγχώρηση του Θεού εξαρτάται από τη συγχώρηση του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπό του”, ανέφερε συγκεκριμένα ο μητροπολίτης Βρυούλων, καταλήγοντας πως “αν δεν συγχωρούμε, δεν θα συγχωρεθούμε από τον Θεό”.
Ο κ. Παντελεήμων μίλησε ακόμη για “το μεγάλο αμάρτημα της υποκρισίας”. “Δυστυχώς ο άνθρωπος αρέσκεται στο να φαίνεται αυτός που δεν είναι και απέναντι του εαυτού του και απέναντι του Θεού. Ο καρνάβαλος που σήμερα βλέπουμε στους δρόμους δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο άνθρωπος που θέλει να γλυτώσει από την καθημερινή υποκρισία μέσα στην οποία ζει”, υπογράμμισε.
Επίσης, ο μητροπολίτης Βρυούλων μετέφερε στο εκκλησίασμα τα λόγια του αείμνηστου μητροπολίτη Χαλκιδώνος Μελίτωνα που έλεγε ότι “ο άνθρωπος ζητά να λυτρωθεί από την υποκρισία υποκρινόμενος. Ο καρνάβαλος, που όλοι κατηγορούν, είναι στην ουσία ο ειλικρινέστατος των υποκριτών”.
Κλείνοντας τον λόγο του, ο κ. Παντελεήμων επισήμανε πως είναι ιδιαίτερο χρέος της Εκκλησίας “να σταθεί κοντά στον σύγχρονο άνθρωπο και να του μιλήσει για την εν Χριστώ μεταμόρφωση που οδηγεί στην ελευθερία και τη λύτρωση”.

«Ο Χριστός στηλίτευσε την υποκρισία πορευόμενος προς το Πάθος»


«Ο Χριστός στηλίτευσε την υποκρισία πορευόμενος προς το Πάθος»
Την Κυριακή των Βαΐων 21 Απριλίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίων Αναργύρων Βεροίας. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας έγινε, εντός του Ιερού Ναού, λιτάνευση της εικόνας της Βαϊοφόρου και ευλογήθηκαν τα βάϊα. Επίσης ο Σεβασμιώτατος, όπως κάθε χρόνο τέτοια ημέρα βγήκε αναμνηστική φωτογραφία με τους ιερόπαιδες της ενορίας. «Ὁ Χριστός γνωρίζει καλά πόσο ὕπουλη καί ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ ὑποκρισία, γι᾽ αὐτό καί πορευό­με­νος πρός τό Πάθος του θά τήν στη­λιτεύσει ἐπανειλημ­μένα, ὅπως θά ἀκούσουμε τίς ἑπόμενες ἡμέρες, ἀπευθυνόμενος πρός τούς ὑπο­κρι­τές γραμματεῖς καί φαρισαίους καί περιγράφοντας τήν ὑποκρισία τους μέ τά πιό μελανά χρώ­­ματα, προκειμένου νά τούς πα­­ρακινήσει νά κατανοήσουν τήν ἀπάτη της, ἀλλά καί γιά νά δείξει καί σέ μᾶς πόσο ἐπικίνδυνο εἶναι νά ἐμπλα­κοῦμε στήν παγίδα της. Γιατί ἡ ὑποκρισία εἶναι ἡ χειρό­τε­ρη πα­γίδα τοῦ διαβόλου, στήν ὁποία ὅποι­ος πέφτει δέν μπορεῖ νά φθά­σει στή μετάνοια» ανέφερε μεταξύ άλλων ο Σεβασμιώτατος στο κήρυγμά του.

Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :
«Διατί τοῦτο τό μύρον οὐκ ἐπρά­θη τριακοσίων δηναρίων καί ἐδό­θη πτωχοῖς;» «Γιατί δέν πωλήθηκε τό μύρο αὐτό ἔναντι τριακο­σίων δηναρίων καί νά δοθοῦν τά χρήμ­ατα στούς πτωχούς;»
Ποιός εἶναι αὐτός πού ἐρωτᾶ; Εἶ­ναι ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης. Ὁ μα­θη­τής τοῦ Χριστοῦ πού σέ λίγες ἡμέρες θά γίνει προδότης τοῦ δι­δα­σκάλου του γιά τριάκοντα ἀρ­γύ­­ρια, ἐνδιαφέρεται τώρα γιά τούς πτωχούς. Τόν ἀπασχολεῖ γιατί ἡ Μαρία ἔχυσε τό πολύτιμο μύρο στά πόδια τοῦ Χριστοῦ, θέλοντας νά ἐ­κ­φρά­σει τήν εὐγνωμοσύνη της πρός τόν Ἰησοῦ πού εἶχε ἀνα­στήσει τόν ἀδελφό της.
«Διατί τοῦτο τό μύρον οὐκ ἐπρά­θη τριακοσίων δηναρίων καί ἐδό­θη πτωχοῖς;» Σκληρή ἡ ἐρώτηση καί ἄδικη γιά τή Μαρία, ἀλλά ὁ Χριστός δέν τήν ἀφήνει ἀναπά­ντη­τη καί δέν ἀφήνει ἀνυπερά­σπι­στη τήν εὐγενική ἐκείνη ψυχή πού ἐξέφρασε μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἀγάπη καί τήν ἀφοσίωσή της στό πρόσωπό του. «Ἄφησέ την ἥσυ­χη», λέει στόν Ἰούδα, «τούς πτω­χούς τούς ἔχετε πάντοτε κοντά σας, ἐμένα δέν θά μέ ἔχετε».
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ δέν εἶ­ναι μία ἀπάντηση μόνο πρός τόν δό­λιο Ἰούδα, ἡ φιλαργυρία τοῦ ὁποίου τόν ἔκανε νά ἐνδιαφέρεται ὄχι γιά τό μύρο ἀλλά γιά τά χρή­ματα καί τόν ὁδήγησε στήν ὀλέ­θρια πράξη τῆς προδοσίας καί τῆς κα­τακρίσεως.
Εἶναι μία δια­χρονική ἀπάντηση στήν ἀν­θρώ­πινη ὑποκρισία. Μία ἀπάντη­ση διαχρονική στήν ὑπο­κρι­σία μέ τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά καλύπτει τά πάθη καί τίς ἀδυ­ναμίες του. Καί ὁ Χρι­στός τή δίδει μέ αὐτό τόν ἀπόλυτο καί κατη­γορηματικό τρόπο, γιατί γνωρίζει πόσο ὕπουλη καί ἐπικίν­δυνη εἶναι ἡ ὑποκρισία, πού συχνά πείθει καί τόν ἴδιο τόν ὑποκριτή ὅτι ἔχει δί­καιο καί ὅτι αὐτό πού λέει εἶναι ἀλήθεια καί ἔτσι τόν ὁδηγεῖ στήν καταστροφή.
Ὁ Ἰούδας παριστάνει τόν εὐσεβῆ, καλύπτοντας μέ τόν μανδύα τῆς ὑποκρισίας τό πάθος του. Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι πού ἐξανίστανται κατά τοῦ Χριστοῦ, πού διαμαρτύρονται γιατί κάνει θαύματα, γιατί θερα­πεύει ἀνθρώπους «τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου», καί νομίζουν ὅτι ὑπε­ρα­σπίζονται τόν Θεό καί τόν νόμο του καταφερόμενοι κατά τοῦ Κυ­ρίου. Στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι ὑποκριτές, γιατί καλύπτουν μέ τόν μανδύα τῆς δῆθεν εὐσε­βεί­ας, τά πάθη τῆς φιλοδοξίας καί τῆς κακίας τους. Καί ἡ ὑποκρισία τους αὐτή δέν παρασύρει μόνο τούς ἴδιους, ἀλλά παρασύρει καί τούς ἁπλούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι τούς ἀκολουθοῦν· καί σήμερα, ὑπο­δεχόμενοι τόν Χριστό ὡς Μεσ­σία καί βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ, στρώ­νουν τά ἱμάτιά τους γιά νά περά­σει καί τόν ἐπευφημοῦν ζητω­κραυ­­γάζοντας, σέ λίγες ὅμως μόνο ἡμέρες δέν θά διστάσουν νά φω­νά­ξουν τό «ἄρον, ἄρον σταύ­ρωσον αὐτόν» καί νά συστήσουν στόν Πιλάτο νά ἐλευθερώσει τόν Βα­ραβ­βᾶ καί νά σταυρώσει τόν Χρι­στό.
Ὁ Χριστός γνωρίζει καλά πόσο ὕπουλη καί ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ ὑποκρισία, γι᾽ αὐτό καί πορευό­με­νος πρός τό Πάθος του θά τήν στη­λιτεύσει ἐπανειλημ­μένα, ὅπως θά ἀκούσουμε τίς ἑπόμενες ἡμέρες, ἀπευθυνόμενος πρός τούς ὑπο­κρι­τές γραμματεῖς καί φαρισαίους καί περιγράφοντας τήν ὑποκρισία τους μέ τά πιό μελανά χρώ­­ματα, προκειμένου νά τούς πα­­ρακινήσει νά κατανοήσουν τήν ἀπάτη της, ἀλλά καί γιά νά δείξει καί σέ μᾶς πόσο ἐπικίνδυνο εἶναι νά ἐμπλα­κοῦμε στήν παγίδα της. Γιατί ἡ ὑποκρισία εἶναι ἡ χειρό­τε­ρη πα­γίδα τοῦ διαβόλου, στήν ὁποία ὅποι­ος πέφτει δέν μπορεῖ νά φθά­σει στή μετάνοια.
Ἡ ὑποκρισία τόν κάνει νά νο­μί­ζει ὅτι εἶναι εὐ­σε­βής καί ὅτι ἐνερ­γεῖ τό ἀγαθό, στήν πραγματικό­τητα ὅμως τόν ρίχνει στήν παγίδα βα­ρυ­τέρων ἁμαρτημά­των, ὅπως εἶ­ναι ἡ κρίση καί ἡ κα­τάκριση τῶν ἄλλων, καί δέν τόν ἀφήνει νά δεῖ τίς δικές του ἀδυναμίες.
Ἐάν ρίξουμε τό βλέμμα μας γύρω μας καί ἐάν ἐξετάσουμε τόν ἑαυτό μας μέ εἰλικρίνεια, θά δια­πι­στώ­σουμε πόση ὑποκρισία ὑπάρ­χει καί σήμερα στόν κόσμο, ἀλλά καί πό­σο εὔκολα πέφτουμε καί ἐμεῖς στήν παγίδα της. Γιατί ὑπάρ­χουν καί σήμερα ὑποκριτές πού σάν τόν Ἰούδα καί σάν τούς γραμ­ματεῖς καί τούς φαρισαίους κατα­κρίνουν τήν Ἐκκλησία καί τούς κληρικούς γιά τίς ἐπιλογές καί τή δράση της, προσποιούμενοι τούς εὐσεβεῖς καί ὑποκρινόμενοι τούς ὑπε­ρασπιστές τῶν πτωχῶν καί τῶν ἀδυνάτων, στήν πραγματικότητα ὅμως καλύ­πτουν μέ τόν τρόπο αὐτό τά δικά τους πάθη καί τά δικά τους συμ­πλέγ­ματα.
Καί δέν εἶναι μόνο οἱ ἄλλοι, ἀλλά εἴμαστε καί ἐμεῖς πολλές φο­ρές πού κάνουμε τό ἴδιο καί ἔτσι χά­νουμε τήν εὐ­­καιρία νά δοῦμε τά δικά μας σφάλμα­τα καί τά δι­κά μας λάθη καί πάθη καί νά με­τα­νοήσουμε γι᾽ αὐτά.
Γι᾽ αὐτό, ἀκούοντας σήμερα τήν ἀπάντηση τοῦ Κυρίου μας πρός τόν Ἰούδα, ἄς συνειδητο­ποι­ή­σου­με τόν κίνδυνο τῆς ὑποκρι­σίας καί ἄς τόν ἀποφύγουμε μέ τήν εἰλι­κρι­­νῆ μετάνοια καί ἐξο­μολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί μέ τόν ἀγώ­να μας νά ἀπαλλα­γοῦμε ἀπό τίς ἀδυναμίες μας καί νά ἀπο­φύ­γουμε τήν παγίδα τῆς ὑποκρισίας, ὥστε νά μπορέσουμε νά γλιτώ­σου­με τίς συνέπειές της καί νά ζή­σου­με τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μέσα στίς ψυχές μας. Ἄν δέν συναναστηθοῦμε μέ τόν Χριστό καί δέν ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη μας, ἀπό τίς ἀδυναμίες καί ἀπό τήν ὑποκρισία μας ὅ,τι κάνουμε πάει χαμένο, διότι δέν ἔχει αὐτή τή γνησιότητα πού ἔχει τό ἐνδιαφέρον, ὅταν τό δείχνει κανείς, γιά τούς πτωχούς, γιά τόν κόσμο, γιά τή χώρα μας, γιά τό ποῦ πάει αὐτή ἡ χώρα· καί ὅταν ὑπάρχει αὐτός ὁ μανδύας τῆς ὑποκρισίας, ὅλα τά δικαιολογοῦμε. Ἄν θέλουμε νά ζήσουμε καί ἐμεῖς πραγματικά συναναστημένοι τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἄς προσπαθήσουμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη μας καί ἰδιαιτέρως ἀπό τήν ἀδυναμία τῆς ὑποκρισίας. Ἀμήν

Ο τοίχος έχει την δική του υποκρισία. . . Συντάκτης π. Σπυρίδων Σκουτής


O τοίχος στο χρονολόγιο έχει μετατραπεί σε βιτρίνα του μαγαζιού του εγωϊσμού μου και της ζωής μου.
Πως και με ποιόν τρόπο θα προβάλω καλύτερα τα προϊόντα της ζωή μου για να πάρω likes και καρδούλες ηλεκτρονικές ώστε να νιώσω καλύτερα. Γονείς ποστάρουν, ελέγχους και πτυχία των παιδιών, εικόνες απο παιδιά απο το μαιευτήριο μέχρι την αποφοίτηση από τις σχολές και απο κάτω απίστευτα σχόλια : "Είναι τέλειος, τέλεια, είναι η πριγκίπισσα σου, είναι πανέμορφος θα πέφτουν κορμιά μπροστά του κλπ". Ένα παιδί διαβάζοντας αυτά τα σχόλια πως θα νιώσει ; Ταπείνωση; ή εγωϊσμό; Τι γίνεται στην ψυχή αυτού του παιδιού στην πρώτη σφαλιάρα της ζωής όταν του έχουν φουσκώσει τον εγωϊσμό νομίζοντας ότι είναι ο μοναδικός και ο καλύτερος στο κόσμο; Προσωπικές φωτογραφίες που πολλές φορές περνάνε απο το photoshop για να μπούν στον τοίχο ώστε να αρχίσουν οι καρδούλες να πέφτουν βροχή για να μου φτιάξουν την ημέρα και την ζωή. Τί κρύβεται πίσω απο όλα αυτά ; Ανασφάλεια και απίστευτος ναρκισσισμός. . . . Ποιά είναι η χρήση που κάνουμε τελικά στα social media ; Γιατί τα θέλουμε ; Κάποιοι τα χρησιμοποιούν για επαγγελματικούς,εκπαιδευτικούς ή ποιμαντικούς λόγους, κάποιοι άλλοι για ενημέρωση και μάθηση ενώ ένα άλλο μέρος της κοινωνίας θέλει να ζήσει μέσα απο αυτά και να δείξει κάτι ψεύτικο με ένδυμα αλήθειας για να νιώσει καλύτερα . Τι γίνεται όμως όταν το οικοδόμημα γκρεμιστεί στην διαδραμάτιση της πραγματικότητας...; Μήπως τελικά δεν ξέρουμε τι θέλουμε από την ζωή ; 
Ο Έρωτας της θεωρίας και η άρνηση της πράξης. Ζούμε στην εποχή που έχουμε ερωτευτεί τη θεωρία και τα νεκρά φιλοσοφήματα.  Για παράδειγμα στο fb βλέπεις στιχάκια φιλοσοφίας και αγάπης και λες ότι εκεί έξω ζούνε άγγελοι και όχι άνθρωποι. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα….
Είναι ωραία τα στιχάκια στους τοίχους των social media αλλά όταν πάω να αντιμετωπίσω τη γυναίκα μου, το παιδί μου , τον άντρα μου , τον κολλητό, το αφεντικό μου ή τον γείτονα τότε όλα πάνε περίπατο και βγαίνει ο πραγματικός εαυτός.
Ιδιαίτερα εμείς οι ιερείς που βλέπουμε ανθρώπους να ποστάρουν αγάπες και λουλούδια ή στιχάκια που κάποιοι δεν θέλουν την κακία αλλά είναι κακοί οι ίδιοι, τότε έχουμε της ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ το ανάγνωσμα.  Στην τελική αφού υπάρχει τόση ΑΓΑΠΗ στα social media γιατί στον κόσμο έξω βασιλεύει τόση κακία ; Άρα κάτι δεν πάει καλά.
Βάζει ο άλλος στον τοίχο του fb ότι δεν του αρέσει η προδοσία και η υποκρισία και μπορεί ο ίδιος να έχει δώσει τόσο δηλητήριο που δεν έχουν όλα τα φίδια του κόσμου.
Είναι ωραίο το σκηνικό με φραπέ στον καναπέ, laptop στα πόδια και κοινοποίηση ένα στιχάκι από κάποιον φιλόσοφο ή Άγιο Πατέρα. Στην πράξη όμως τι γίνεται ;
Στην πράξη κατά έναν περίεργο τρόπο όλα πάνε περίπατο. Στην καθημερινή μάχη της αντιμετώπισης της αλήθειας , της πραγματικότητας, του ψεύδους , της προπαγάνδας τα ξεχνάμε όλα και βγαίνει ο πραγματικός μας εαυτός.
Φυσικά ΠΟΤΕ δεν φταίμε εμείς ! Πάντα φταίει ο άλλος, οπότε ας ποστάρουμε ένα στιχάκι με πισώπλατες μαχαιριές για να στείλουμε και ένα μήνυμα κακίας με πολλούς αποδέκτες.
Αυτή είναι η μάσκα των social media. Ο άλλος είναι Πόντιος Πιλάτος στη ζωή έξω αλλά στο FB θα το παίξει Όσιος Ονούφριος για να πάρουμε και κανένα like ώστε να σκάσει ένα χαμόγελο ο ναρκισσισμός μας.
Οφείλουμε να ερωτευτούμε την πράξη και την πνευματική εργασία. Να αφήσουμε τις θεωρίες και τα φιλοσοφήματα και όποιοι έχουν τα «κότσια» που λέει και ο λαός να λένε τα πράγματα στα ίσια και να αφήσουμε τα ροζ στιχάκια , λουλουδάκια και κορδέλες λες και είμαστε στο δημοτικό.
Βλέπεις τοίχους στο fb και λες : Πω ! πω! Πόση αγάπη υπάρχει στον κόσμο..! Και όμως όταν πέσει η μάσκα της οθόνης θα δούμε κάτι διαφορετικό.
Οι πατέρες της Εκκλησίας μας προτρέπουν να αγαπήσουμε την άσκηση γιατί είναι η μητέρα του αγιασμού. Αυτό για να το κάνουμε θέλει κόπο, μελέτη, προσευχή , γονάτισμα στο προσκυνητάρι. Θέλει ένα καθημερινό ξεβόλεμα, αλλαγή του εαυτού  και την πυξίδα της υπάρξεως μας να τη στρέψουμε στην ανατολή εκεί που ανατέλει ο ήλιος της δικαιοσύνης Ιησούς Χριστός ώστε να λάμψει η αλήθεια στη ζωή μας.
Αν γίνουμε λοιπόν αυθεντικοί και απλοί παντού….
Στην πραγματική ζωή , στα social media, στα ψώνια του super market, όταν παρκάρουμε το αμάξι, όταν μιλάμε στο παιδί μας ή όταν αγκαλιάζουμε τη γυναίκα μας.
Ας βγάλουμε τη ψευτιά γιατί έτσι κερδίζουμε πάλι κάτι ψεύτικο. Ψεύτικα μάτια, ψεύτικα χείλη, ψεύτικα χαμόγελα, ψεύτικα πόδια. Και όλα αυτά για να κερδίσω τι ; Κάποια Like στο fb ή στο Instagram για να μου λένε πόσο όμορφος/η είμαι ; Ώστε να κάνω μια εφήμερη σχέση ή να περάσω ένα ηδονικό βράδυ και να πω στο τέλος την/τον κατάφερα ;
Με την καρδιά πότε θα ασχοληθούμε ; Με το εσωτερικό μας βρέφος που κλαίει συνεχώς γιατί απουσιάζει ο Χριστός , ποιος θα ασχοληθεί σοβαρά;
Ας πετάξουμε τις μάσκες στο καλάθι των αχρήστων και ας ζήσουμε τη ζωή μας πραγματικά και αυθεντικά. Ας αφήσουμε το «είναι» μας να ξετυλίξει την πραγματικότητά του και από εκεί και πέρα μέσα μας ας κάνουμε τη διάγνωση ώστε να θεραπεύσουμε τις πληγές και να κάνουμε τις κατάλληλες μεταμορφώσεις μέσα από το Ιερό Μυστήριο της Ιεράς εξομολογήσεως. Δηλαδή μέσα από τη συνέργεια της χάριτος.

ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ




Σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, καὶ στὴ δική μας, ὑπάρχουν πολλοὶ ὑποκριτὲς καὶ πολλὴ ὑποκρισία. Τί εἶναι ἡ ὑποκρισία; Εἶναι ἡ προσποίηση, ἡ ἀπάτη, ἡ ἐπιτηδευμένη συμπεριφορὰ ποὺ στοχεύει νὰ παραπλανήσει τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, νὰ τοὺς βλάψει, νὰ τοὺς ἐκμεταλλευτεῖ.
Τὰ κίνητρα τῆς ὑποκρισίας εἶναι συνήθως ταπεινὰ πάθη, ὁ φθόνος, ἡ μνησικακία, ὁ ἐγωισμὸς καὶ ἄλλα.
Ὁ ὑποκριτὴς ἐπιδιώκει νὰ φαίνεται διαφορετικὸς ἀπὸ ὅ,τι εἶναι. Θέλει νὰ τὸν ἐπαινοῦν ὡς καλό, ἐνῶ δὲν εἶναι. Προσποιεῖται ὅτι ἔχει ταπείνωση, ἐνῶ εἶναι ἐγωιστής.
Κάνει τὸν θρῆσκο, ἐνῶ δὲν ζεῖ πνευματικὴ ζωή. Μιλάει γιὰ ἠθική, ἐνῶ ἡ ζωή του δὲν συμβαδίζει μ’ αὐτὰ ποὺ λέει. Ζητάει ἐφαρμογὴ τῶν νόμων, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶναι παραβάτης τοῦ νόμου.
Ἡ ὑποκρισία μπορεῖ νὰ κρύβει καὶ δολιότητα. Προσποιεῖται ὁ ὑποκριτὴς τὸν φίλο, ἐνῶ εἶναι ἐχθρός.
Παρουσιάζεται ὡς προστάτης τῶν συμφερόντων σου, ἐνῶ θέλει νὰ σὲ ἐκμεταλλευτεῖ. Μὲ τὴ γλώσσα του μιλάει μελιστάλαχτα, ἐνῶ μὲ τὸ λογισμό του σκέπτεται πονηρά.
Βάζει στὸ νοῦ του κακὸ σκοπό, ἀλλὰ κρύβει ἐπιμελῶς τὶς προθέσεις του. Εἶναι ἀνειλικρινὴς καὶ διπλοπρόσωπος.
Ἐπιπλήττει φαινομενικὰ ὁ ἀρχισυνάγωγος τὴ συγκύπτουσα γυναίκα καὶ τὸν λαὸ γιὰ τὴν παράβαση δῆθεν τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου, ἀλλὰ στοχεύει νὰ ἐνοχοποιήσει τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό (Λουκ. ιγ΄ 14).
Δηλώνει ὁ Ἡρώδης ὅτι θέλει νὰ προσκυνήσει τὸν νεογέννητο βασιλιὰ τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ ἐπιδιώκει νὰ φονεύσει τὸ θεῖο Βρέφος (Ματθ. β΄ 8).
Πλησιάζουν οἱ μαθητὲς τῶν Φαρισαίων τὸν θεῖο Διδάσκαλο καὶ Τὸν συγχαίρουν ποὺ λέει μὲ θάρρος τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ κρύβουν ἐπιμελῶς τὴν παγίδα ποὺ θέλουν νὰ στήσουν σὲ βάρος του (Ματθ. κβ΄ 16).
Ὁ ὑποκριτὴς λέει καὶ ψέματα πολλά. Εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων τὸ περιστατικὸ μὲ τὸν Ἀνανία καὶ τὴ Σαπφείρα, ποὺ πούλησαν τὸ χωράφι τους.
Γιὰ νὰ φανοῦν καλοί, συμφώνησαν νὰ ποῦν στὸν ἀπόστολο Πέτρο ὅτι προσφέρουν δωρεὰ στὴν Ἐκκλησία ὁλόκληρο τὸ ἀντίτιμο ἀπὸ τὴν πώληση τοῦ χωραφιοῦ, ἐνῶ εἶχαν κρατήσει γιὰ τὸν ἑαυτό τους ἕνα μέρος τοῦ χρηματικοῦ ποσοῦ (Πράξ. ε΄ 1­11).
Τέλος ὁ ὑποκριτὴς εἶναι καὶ ἀθεόφοβος, διότι μιμεῖται τὸν σατανᾶ, ποὺ εἶναι ὁ μεγαλύτερος ὑποκριτής. Νὰ θυμηθοῦ­ με πῶς ξεγέλασε ὁ σατανᾶς τοὺς πρωτοπλάστους στὸν Παράδεισο.
Ἐνῶ κινήθηκε ἀπὸ φθόνο, παρουσιάστηκε στὴν Εὔα σὰν φίλος ποὺ θέλει τὸ καλό της, ὡς φρόνιμος ὄφις! Τῆς μίλησε μὲ φιλοφροσύνη.
Εἶναι ἀλήθεια, τῆς εἶπε, ὅτι ὁ Θεὸς σᾶς εἶπε νὰ μὴ φᾶτε ἀπὸ τοὺς καρποὺς ὅλων τῶν δένδρων ποὺ βρίσκονται στὸν Παράδεισο;… Δὲν πρόκειται νὰ πεθάνετε…, ἀλλὰ θὰ γίνετε ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό (Γεν. γ΄ 1­5).
Ἔτσι ἐνεργεῖ ὁ ὑποκριτής. Ἐνῶ χρησιμοποιεῖ γλυκόλογα, διαστρέφει τελείως τὴν ἀλήθεια. Παρουσιάζει τὸ μαῦρο ὡς ἄσπρο. Δικαίως ὁ Κύριος κατακεραύνωσε τὴν ὑποκρισία μὲ τὰ ὀκτὼ φοβερὰ «οὐαί». «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί» (Ματθ. κγ΄ 13­29).
Ποιὰ εἶναι τὰ καταλληλότερα φάρμακα ποὺ θεραπεύουν αὐτὴ τὴ μεγάλη ἀσθένεια τῆς ψυχῆς; Πῶς μποροῦμε νὰ φυλαχθοῦμε ἀπὸ τὸ μεγάλο κακὸ τῆς ὑποκρισίας; Πρωτίστως νὰ ἐλέγχουμε τὰ κίνητρα τῶν πράξεών μας.
Νὰ μὴν ἀφήνουμε ἀνεξέλεγκτα αἰσθήματα καὶ διαθέσεις, ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσουν κατόπιν σὲ ὑποκριτικὴ συμπεριφορά.
Νὰ μὴ λησμονοῦμε ὅτι ὁ παντοκράτωρ Θεὸς «ἐτάζει καρδίας καὶ νεφρούς» (Ψαλ. ζ΄ 10), «ἐπίσταται τὸν νοῦν τῶν ἀνθρώπων» (Ἰὼβ ζ΄ 20) καὶ ὁπωσδήποτε θὰ μᾶς κρίνει.
Ἐφόσον ὁ ἅγιος Θεὸς βλέπει στὴν καρδιά, εἶναι στρουθοκαμηλισμὸς νὰ σκεπτόμαστε μὲ πονηριὰ ἢ νὰ ἐνεργοῦμε μὲ δόλο.
Ἂν διακρίνουμε ὑποκρισία στὴ συμπεριφορά μας, νὰ τὴν κτυποῦμε, νὰ τὴν ἀνακοινώνουμε στὴν ἱερὰ Ἐξομολόγηση, νὰ τὴ διαλύουμε, γιὰ νὰ μὴ βρίσκει στὴν ψυχή μας πρόσφορο ἔδαφος νὰ ἀναπτυχθεῖ.
Ἐπίσης ὀφείλουμε νὰ καλλιεργοῦμε τὴν εἰλικρίνεια καὶ τὴν εὐθύτητα. Ὁ ἅγιος Θεὸς εὐλογεῖ τοὺς εὐθεῖς καὶ εἰλικρινεῖς ἀνθρώπους. «Γενεὰ εὐθέων εὐλογηθήσεται» (Ψαλ. ρια΄ [111] 2).
Σ’ αὐτοὺς ἐκδηλώνει τὴν εὐαρέσκειά του. Ἐφόσον βαδίζουν μὲ ἁπλότητα, μὲ εἰλικρίνεια καὶ εὐθύτητα, πατοῦν σὲ στερεὸ ἔδαφος.
Δὲν ἔχουν φόβο νὰ ντροπιαστοῦν. Ἐνῶ ἀντίθετα οἱ ἀνειλικρινεῖς καὶ δόλιοι ἄνθρωποι ποὺ ἔμαθαν νὰ ὑποκρίνονται, θὰ ξεσκεπαστοῦν κάποτε, τὰ ἔργα τους θὰ γίνουν γνωστὰ καὶ θὰ θεατριστοῦν.
Ἀκόμη ὀφείλουμε νὰ ἐπιλέγουμε προσεκτικὰ τοὺς φίλους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ συναναστρεφόμαστε. Περιβάλλον ὑποκριτικῶν λόγων καὶ συμπεριφορᾶς εἶναι φυσικὸ νὰ μεταδίδει νοοτροπία καὶ ἦθος ἀνάλογο.
Ὁ Κύριος συμβούλευε τοὺς μαθητές του νὰ προφυλάσσονται ἀπὸ «τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων, ἥτις ἐστιν ὑπόκρισις» (Λουκ. ιβ΄ 1). Δηλαδή, νὰ φυλάγονται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν ὑποκριτικὴ συμπεριφορά.
Ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς βεβαιώνει ὅτι προτιμοῦσε νὰ ἔχει φίλους του ἀπονήρευτους, εὐθεῖς, εἰλικρινεῖς ἀνθρώπους. «Ἄκακοι καὶ εὐθεῖς ἐκολλῶντό μοι» (Ψαλ. κδ΄ 21). Ἐννοεῖται ὅτι αὐτὸ ποὺ ζητοῦμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ὀφείλουμε νὰ τὸ κάνουμε πρῶτα ἐμεῖς οἱ ἴδιοι.
Γιὰ τὸ σοβαρὸ θέμα τῆς καταπολεμήσεως τοῦ πάθους τῆς ὑποκρισίας εἶναι ἀπαραίτητη καὶ εἰδικὴ προσευχή. Ἂν τὸ βλέπουμε νὰ ἀναπτύσσεται στὴν καρδιά μας, νὰ τὸ κάνουμε ἀντικείμενο προσευχῆς.
Νὰ καταφεύγουμε στὸν παντο δύναμο καὶ φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ νὰ Τὸν ἱκετεύουμε λέγοντας: Κύριε, «ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με» (Ψαλ. ιη΄ 13).
«Πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου» (Ψαλ. ν΄ 12). Ἐξάγνιζε τὶς διαθέσεις μου. Ἐνίσχυέ με στὶς δύσκολες περιστάσεις τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα μου.
Ἐὰν ζητοῦμε τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴν ἀμφιβάλλουμε ὅτι ὁ Κύριος θὰ ἱκανοποιήσει τὸ ἱερὸ αὐτὸ αἴτημα καὶ τὸν διακαὴ πόθο τῆς ψυχῆς μας.
«Ο ΣΩΤΗΡ»1 & 15-8-2012