Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Η ανάγνωση αγιογραφικών αναγνωσμάτων σε νεοελληνική μετάφραση Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη κ.κ. Αμβροσίου

Η ανάγνωση αγιογραφικών αναγνωσμάτων σε νεοελληνική μετάφραση
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη κ.κ. Αμβροσίου




1. Μερικοί αγράμματοι ψαράδες της Γεννησαρέτ, όταν έλαβαν τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέραν της Πεντηκοστής, άρχισαν να διηγούνται τα μεγαλεία του Θεού «ετέραις γλώσσαις»! Αυτό που τους έδωσε την ικανότητα να μιλήσουν ξένες γλώσσες δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά η έλλαμψις του Παναγίου Πνεύματος. Είναι το «εργαλείο» με το οποίο μπορούμε κι' εμείς σήμερα, όπως και κάθε χριστιανός σε οποιαδήποτε εποχή και αν έζησε, να χρησιμοποιήσουμε για την κατανόηση των θεοπνεύστων λογίων. Η Καινή Διαθήκη περιέχει αυτά τα θεόπνευστα λόγια, την Διδαχήν Ιησού Χριστού.

2. Γι' αυτό και οι θεόπνευστοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ώρισαν, ολίγον προ της αναγνώσεως της Αποστολικής και της Ευαγγελικής περικοπής να αναπέμπεται μυστικά προσευχή προς τον Κύριον, δια της οποίας ζητείται η έλλαμψις «εν ταις καρδίας ημών», δηλ. ο εσωτερικός φωτισμός της ψυχής μας, του Παναγίου Πνεύματος εις την «κατανόησιν των ευαγγελικών κηρυγμάτων».

3. Η κατανόησις των αγίων Γραφών δεν είναι ζήτημα του νοός, αλλά της καρδίας. Είναι η βίωσις του «ελθε και σκήνωσον εν ημίν». Είναι συνάρτησις της εσωτερικής μας καθαρότητος. Είναι η βίωσις των λόγων «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».

4. Η καινοτομία που επιχειρεί ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστόδουλος με την ανάγνωση των αγιογραφικών αναγνωσμάτων κατά την θεία λατρεία σε ερμηνευτική απόδοση είναι -χωρίς αμφιβολία- μια πολύ τολμηρή προσπάθεια. Άλλους θα ενθουσιάση και άλλους θα αναστατώση. Θαυμάζω το κουράγιο του Αρχιεπισκόπου στο να ανοίγη κάθε φορά νέα μέτωπα, κάποτε μάλιστα χωρίς λόγο!

5. Προσωπικά λοιπόν πιστεύω, ότι το ζήτημα της κατανοήσεως των Αγίων Γραφών προεχόντως δεν είναι πρόβλημα γνώσεων, αλλά φωτισμού και ελλάμψεως εσωτερικής, όπως το είπαμε ήδη. Είναι δηλ. αποτέλεσμα συνεργασίας δύο παραγόντων: της θελήσεως του πιστού και της επισκιά-σεως, δηλ. φωτισμού, του Παναγίου Πνεύματος στην καρδιά του. Χωρίς αυτά κατανόηση των ιερών κειμένων δεν επιτυγχάνεται.

6. Αντί να προσπαθήσουμε να χαμηλώσουμε τις πνευματικές κορυφές, καλύ-τερα θα ήταν να μάθουμε τους πιστούς μας να θαυμάζουν τα ουράνια αγαθά, τις κορφές, και να χειραγωγούμε τις ψυχές των στο ανέβασμα στα ουράνια ύψη της αγιότητος. Υπάρχουν ακόμη άτομα παλαιοτέρων γενεών, τα οποία δεν ετελείωσαν ούτε καν το Δημοτικό! Και όμως όχι μόνο κατανοούν τα αγιογραφικά κείμενα, και μάλιστα τα ευαγγελικά αναγνώ-σματα, αλλά και τρέφονται απ' αυτά. Φρονώ ταπεινά, ότι είναι λάθος να δίδουμε τόση βαρύτητα στην ερμηνευτική απόδοση των ιερών κειμένων και να εισάγουμε τολμηρές καινοτομίες στη θεία λατρεία μας. Άλλωστε υπάρχουν τόσες και τόσες εκδόσεις ερμηνείας της Καινής Διαθήκης στις οποίες μπορεί κάποιος να αναζητήση βοήθεια.

7. Η ερμηνευτική απόδοση μιας ευαγγελικής περικοπής μπορεί βέβαια να μας βοηθήση στη γραμματική και την λεκτική κατανόηση των ιερών λογίων, αλλά δεν έχει την δύναμη να μας οδηγήση στην εσωτερική κατανόηση, στην εμβάθυνση και την «πνευματική πρόσληψη» του θείου λόγου. Το ερώτημα «γινώσκεις, α αναγιγνώσκεις;» παραμένει διαχρονικό και πάντοτε επίκαιρο.

8. Εξ άλλου το θείο κήρυγμα αυτόν ακριβώς το σκοπό εξυπηρετεί:! Κηρύτ-τουμε, για να εξηγήσουμε και να αναλύσουμε στους πιστούς μας το περιεχόμενο του Ευαγγελίου. Είναι ένα δυνατό όπλο στα χέρια μας, το οποίο οφείλουμε και πρέπει να το αξιοποιήσουμε περισσότερο για την οικοδομή των πιστών.

9. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα ήταν προτιμότερο να αυξήσουμε την ποιμαντική μας μέριμνα και να στρέψουμε την αγωνία μας στην αναζήτηση τρόπων και μεθόδων επιστροφής των πιστών στον κατά Κυριακήν εκκλησιασμό τους, στην τήρηση της εβδόμης εντολής. Το μεγαλύτερο ποι-μαντικό μας πρόβλημα σήμερα δεν είναι η κατανόηση του Ευαγγελίου, αλλ' η αραίωση του εκκλησιάσματος. Οι νέοι μας σήμερα δεν εκκλησιάζονται! Ας εργασθούμε, λοιπόν, ώστε να οδηγήσουμε τον σύγχρονο άνθρωπο στην Εκκλησία για να παρακολουθήση την θεία λειτουργία της Κυριακής και ας προσέξουμε καλύτερα το περιεχόμενο του κηρύγματός μας. Με την διπλή ανάγνωση θα καταπονήσουμε περισσότερο το εκκλησίασμα και στο τέλος θα διαπιστώσουμε, ότι με την πάροδο του χρόνου η ερμηνευτική απόδοση θα κυριαρχήση έτσι ώστε να εκτοπίση την ανάγνωση του πρωτό-τυπου κειμένου!

10. Τοιουτοτρόπως είναι σχεδόν βέβαιο, ότι ο Μακαριώτατος κ. Χριστόδουλος γι' αυτήν την καινοτομία, την οποία εισηγείται και θέτει σήμερα σε εφαρ-μογή, από τον ιστορικό του μέλλοντος θα κατακριθή. Φοβούμαι μάλιστα, ότι θα παραλληλισθή με τον τέως Πρωθυπουργό κ. Γ. Ράλλη, ο οποίος δια της καθιερώσεως του μονοτικού συστήματος και της νεοελληνικής γλώσσας κατέστρεψε την γλώσσα μας και εζημίωσε τον ελληνισμό. Δικαίως η αδίκως απεκλήθη «νεκροθάπτης της ελληνικής γλώσσας»! Αντί να μορφώση τον Έλληνα, μετέτρεψε και τους μορφωμένους σε απαιδεύτους! Οι νέες γενεές δεν έμαθαν ποτέ τι σημαίνουν οι λέξεις «αρωγή» και «ευδοκίμησις»!

11. Πρωταρχική λοιπόν μέριμνά μας πρέπει να είναι το πως θα πείσωμε τον σημερινό άνθρωπο να εκκλησιάζεται, και ότι ο κατά Κυριακήν εκκλησιασμός είναι όχι μόνο εντολή του Θεού, αλλά και ανάγκη της ψυχής. Κανείς, εξ όσων γνωρίζω, δεν επικαλέσθηκε ως δικαιολογίαν το επιχείρημα «δεν πηγαίνω στην εκκλησία, γιατί δεν κατανοώ το ευαγγελιο»! Αντιθέτως πολλοί λέγουν: «δεν μπορώ να εκκλησιασθώ, επειδή δε καταλαβαίνω την γλώσσα της λατρείας. Δεν κατανοώ την γλώσσα της Εκκλησίας»! Ώστε λοιπόν, αν πρέπει να αλλάξη κάτι, αυτό είναι η γλώσσα των υμνολογικών και των λειτουργικών κειμένων και όχι η γλώσσα του Ευαγγελίου! Αν όλα τα της λατρείας μας αλλάξουν, τότε βεβαίως να συμπεριληφθή και η γλώσσα των Ευαγγελίων. Αλλά ποιός θα τολμούσε να θέσει ένα τέτοιο ζήτημα;

12. Αν θέλαμε να βοηθήσουμε τον σημερινό άνθρωπο να επανέλθη στο Ναό και να εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή, θα μπορούσαμε να κάνουμε μερικά άλλα καινοτόμα βήματα, όπως είναι
α) η συντόμευση του χρόνου τελέσεως της θείας λειτουργίας, δια της απλουστεύσεως του μέλους, δια της παραλείψεως των «Κατηχουμένων» και της «Εκτενούς Δεήσεως», δια της αποφυγής του αργού «αλληλουαρίου» κ.α. Οπωσδήποτε όχι δια της αλλαγής των παραδεδομένων λειτουργικών τύπων. Η θεία λειτουργία μπορεί και πρέπει να διαρκεί όχι περισσότερο από μια ώρα! Τόσο άλλωστε διαρκεί μια «καθημερινή» λειτουργία!
Μερικά ακόμη καινοτόμα βήματα θα ήσαν:
β) ειδικά για τους μαθητές των Σχολείων η καθιέρωση ενός άλλου απλουστέρου λειτουργικού τύπου.
γ) Η προσθήκη η και η αλλαγή των ωρών τελέσεως της θείας λειτουργίας. Να καθιερώσουμε π.χ. μια λειτουργία το βράδυ του Σαββάτου, ώστε να διευκολυνθούν όσοι δεν μπορούν να σηκωθούν το πρωΐ της Κυριακής.
δ) Η επαναφορά της απλότητος στη ζωή των Κληρικών.
ε)Η επιστροφή μας στην χριστιανική ταπείνωση. Είμεθα Διάκονοι Χριστού, δεν ασκούμε εξουσίαν!
στ)Η αποφυγή της εκκοσμικεύσεως της Εκκλησίας και των της Εκκλησίας. ζ) Η σπανιώτερη χρήση πολυτελών αμφίων.
η) Η ταχεία διερεύνηση των καταγγελλομένων σκανδάλων και η απομάκρυνση των σκανδαλοποιών προσώπων.
θ)Η βίωση της πνευματικής ζωής, η επαύξηση της αξιοπιστίας μας ως ανθρώπων του Θεού, η ενσάρκωση οσιακών προτύπων κ.α.
Ας μη κρυβώμαστε πίσω από το δάκτυλό μας: εμείς οι κληρικοί κάποτε - κάποτε, όταν τελούμε το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, δεν είμεθα «μυσταγωγοί» και «μυσταγωγικοί», δεν βιώνουμε το «Μυστήριο», αλλά φερόμεθα και συμπεριφερόμεθα σαν ηθοποιοί, και μάλιστα σε μια πολύ αποτυχημένη έκδοση του ρόλου αυτού! Αυτό ο κόσμος συχνά το αντιλαμβάνεται και τότε μας αποστρέφεται! Ώστε λοιπόν η συμπεριφορά και η αξιοπιστία ημών των Κληρικών είναι το πιο μεγάλο εκκλησιαστικό πρόβλημα σήμερα και όχι βέβαια η γλώσσα του Ευαγγελίου!

13. Αυτά και άλλα παρόμοια ζητήματα, αργά η γρήγορα, θα τεθούν πλέον στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Θα αποδειχθή τότε, ότι η κίνηση του Αρχιεπισκόπου έγινε βιαστικά, χωρίς προετοιμασία και χωρίς προϊδεασμό των πιστών. Έτσι ξαφνικά άνοιξε μια πόρτα, την οποία απ' εδώ και εμπρός ουδείς θα δυνηθή να κλείση! Ουδείς θα είναι ικανός να ελέγξη τις εξελίξεις! Τι θα κάνωμε άραγε αν η καινοτομία του Άρχιεπισκόπου ήθελεν αποδειχθή ατελέσφορο η και βλαπτικό για τη ζωή της Εκκλησίας μέτρο; Τίποτε απολύτως. Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω. Πολλοί «νεωτεριστές» Κληρικοί ανέμεναν την ευκαιρία. Ανοίξαμε δυστυχώς τους ασκούς του Αιόλου! Ο πόνος ψυχής μας είναι ήδη βαθύς και ασήκωτος, ίσως δε και αγιάτρευτος!

14. Προσωπικά πιστεύω, ότι δεν είναι ο γυαλός στραβός, αλλ' ότι εμείς στραβά αρμενίζουμε! Ακολουθούμε ήδη μια λανθασμένη πορεία. Αντί να δώσουμε στον κόσμο ένα παράδειγμα σαρκωμένης αγιότητος, αντί να του δώσουμε ζωντανά οσιακά πρότυπα αρετής, ώστε ο σύγχρονος άνθρωπος να εμπνευσθή, να ανέβη πνευματικά και να αγιασθή, αγιαζόμενος δε να λάβη τον φωτισμό το Αγίου Πνεύματος, επιχειρούμε να από-ιεροποιήσουμε τα ιερά κείμενα! Θα μετατρέψουμε έτσι τις ευαγγελικές διηγήσεις σε χαρούμενες ιστοριούλες και θα ......καθησυχάσουμε την συνείδησή μας! Μακάρι ο συλλογισμός μου να αποδειχθή λανθασμένος! Φαίνεται, ότι τελικά ο σημερινός άνθρωπος θα συνεχίζη να παλεύει αβοήθητος στο τέλμα της ύλης και των παθών!

15. Ας μου επιτραπή να θέσω ένα ερώτημα: μήπως σε μια περίοδο, όπου οι χριστιανοί της Δύσεως αναζητούν τρόπους, για να επιστρέψουν στις αιώνιες αξίες του Ευαγγελίου, την ίδια ώρα εμείς σημειώνουμε βήματα προς τα όπισθεν; «Μαθήματα εγκράτειας όσον αφορά τη σεξουαλική τους συμπεριφορά ετοιμάζονται να παρακολουθήσουν για μια ακόμα σχολική χρονιά χιλιάδες μαθητές στις Η.Π.Α.», λέγει μια σχετική είδηση. «Υπολο-γίζεται ότι το 1/3 των Αμερικανών μαθητών θα συμμετάσχουν στα συγκε-κριμένα μαθήματα, που διοργανώνονται από το κίνημα «Abstinence Only (Εγκράτεια Μόνο), το οποίο καταδικάζει το σεξ πριν από το γαμο. Τα μαθήματα προωθούνται σε πολλά σχολεία των Η.Π.Α. ως υποκατάστατο του μαθήματος της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης» (βλ. Ο Κόσμος του Επεν-δυτή, 25.09.04). Εμείς σήμερα αποφεύγουμε να θίξουμε στα νέα παιδιά τέτοια και τόσο καυτά ζητήματα, για να μη μας παραλάβουν οι δημοσιογράφοι! Η αλλαγή της γλώσσας όμως όχι μόνο δεν ενοχλεί,, αλλά μάλλον ενθουσιάζει τους κοσμικούς κριτές μας!

16. Το ήθος, λοιπόν, στην Εκκλησία και στη ζωή των εκκλησιαστικών ανθρώπων είναι το ζητούμενο. Η βίωση της Ηθικής, στην στενή και στην πλατειά έννοιά της, είναι το αίτημα της εποχής μας. Οι σημερινοί άνθρωποι αποφεύγουν να προσέλθουν στους Ναούς μας, όχι διότι δεν κατανοούν το Ευαγγέλιο, αλλά διότι εκείνοι που το διαβάζουν, που το ερμηνεύουν και που το διδάσκουν, (δηλ. όλοι εμείς οι ιερωμένοι) δεν το βιώνουν όσο και όπως πρέπει! Προκαλούμε μάλλον και σκανδαλίζουμε! Δεν οικοδομούμε και δεν διδά-σκουμε το λαό του Θεού! Είναι, δυστυχώς περισσότεροι οι πιστοί εκείνοι, που ζητούν μια ηθική κάθαρση στούς κόλπους των ιερωμένων όλων των βαθμίδων, από εκείνους οι οποίοι ζητούν την ερμηνευτική απόδοση των αγιογραφικών αναγνωσμάτων.

Εν κατακλείδι φρονώ, ότι το θέμα της εισαγωγής της αναγνώσεως των αγιογραφικών κειμένων στη δημοτική γλώσσα πρέπει να κριθή -και θα κριθή- από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας. Εκεί όλοι με σύνεση και νηφαλιότητα θα έχουμε την ευκαιρία να σκεφθούμε, να προβληματισθούμε, να ανταλλάξωμε απόψεις και τελικώς να τοποθετηθούμε υπεύθυνα.

(Πηγή: Ι.Μ. ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ, 5-10-2004)

Προβληματισμοί για την λειτουργική γλώσσα π. Παντελεήμων Κρούσκος, εφημέριος ΙΜΝ Σωτήρος Χριστού Ποθαίας Καλύμνου

Προβληματισμοί για την λειτουργική γλώσσα
π. Παντελεήμων Κρούσκος, εφημέριος ΙΜΝ Σωτήρος Χριστού Ποθαίας Καλύμνου




Είναι σχεδόν ιεροσυλία να αναρτάται το φτωχό αυτό κείμενο αμέσως μετά την "θεωρία" του οσίου Σωφρονίου, όμως νιώθω επιτακτική την ανάγκη και ίσως το χρέος να καταθέσω κάποιες απόψεις και προβληματισμούς επί του θέματος. Πιστεύω συνειδητά πως δεν καλύπτω όλο το φάσμα των επιχειρημάτων υπέρ της διατήρησης της λειτουργικής γλώσσας ως έχει. Αλλωστε σκοπός μου είναι να γράψω αυτά που σκέπτομαι, υπάρχουν και αξιολογότερες,πιο εμπεριστατωμένες καταθέσεις.
1. Το πρόβλημα με την μεταφραστική απόδοση των λειτουργικών κειμένων δεν ξεκινά με την απόφαση και πρακτική των πατέρων της Πρέβεζας. Ίσως το φαινόμενο της Πρέβεζας μάλιστα να είναι καθαρά τοπικό και σαν τέτοιο-στερούμενο μάλιστα και γνησίων θεολογικών και παραδοσιακών προϋποθέσεων να ατονήσει. Προβλέπω μάλιστα ο ζήλος των ιδίων των εισηγητών να ψυγεί μοιραία εν καιρώ και να έρθει η επίγνωση, όπως συμβαίνει όταν λείπει το έρεισμα της αυθεντικότητας. Ας μην δαιμονοποιούμαι λοιπόν κάποιους ανθρώπους όταν η ρίζα του κακού βρίσκεται βαθύτερα (αυτό δεν σημαίνει ότι έπαψα να διαφωνώ με την πρακτική τους).

Το πρόβλημα είναι άλλο και λέγεται εκούσια αποκοπή από κάθε τι γνήσιο και παραδοσιακό. Είναι το πνεύμα της καινοτομίας,της προσωπικής πινελιάς που υπαγόρευαν πριν από 50, 100, 150 χρόνια διάφορες θεολογίζουσες και ξένες με την ρωμέικη πραγματικότητα νοοτροπίες και θεολογίες στον εκκλησιαστικό χώρο. Είναι το πνεύμα της προσωπικής θεώρησης, της επινόησης των κύκλων και του θελήματος της παρέας, το θεολογικό εφεύρημα του πουριτανού και του ορθοδοξιστή που θέλει να κόψει και να ράψει μια νέα παράδοση στα μέτρα του, ίδια με το ήθος, την οπτική, τον κόσμο του ίσως. Προσπαθώντας να αποφύγουν την παγίδα της εκκοσμίκευσης, της απρέπειας, της αταξίας, της προκατάληψης (εντελώς όμως πραξικοπηματικά και αυθαίρετα) τινές εκκλησιαστικοί κύκλοι, αποτελούμενοι από ανθρώπους βαρυσπουδαγμένους,ορθολογιστές, ιδανικά αποστειρωμένους και από θέση ξένους της παραδοσιακής πραγματικότητας αποφάσισαν πώς κάθε τι ελληνικό,λαϊκό, γνήσιο είχε ένα δυσάρεστο χρώμα βαρβαρότητας, μπασκλασαρίας, βλαχουριάς. Έτσι εντελώς ξαφνικά το βυζαντινό μέλος ήταν καθαρά ανατολικόφερτο και αμανέδικο, οι αγιογραφίες απαρχαιωμένες και σκιαχτερές, οι ιερατικοί βόστρυχοι δείγμα θηλυπρέπειας, οι αμόρφωτοι ακαδημαϊκά ιερείς πηγές αιρέσεων και διαστροφής  και τα ζωστικά χωρίς τα άσπρα μανικέτια δείγμα απλυσιάς και χωριατιάς. Έτσι έψαλαν "μελιρύτους και δακρύβρεχτους ύμνους στον Κύριο", ανέγνωθαν τις μυστικές λειτουργικές ευχές εις επήκοον όλων, ζωγραφίζοντας αξιοπρεπείς και μαντονοειδείς εικόνες και παίρνοντας πόζες σοβαρής σοβαροπρέπειας. Όλα αυτά για να παιδαγωγηθεί ο λαός στο "γνήσιο", το "αυστηρό", το χριστιανίζον ήθος και φυσικά να τους ανταποδώσει τον ... θαυμασμό, την ευγνωμοσύνη, την παραδοχή πώς απέθεσε την διαποίμανση και την τύχη του σε μορφωμένους και άξιους ηγέτες,ηθικούς, κληρικούς και μη. Όμοια και τώρα η μεταγλώττιση αυτών των ... "βαρβάρων" και "ακατανόητων" τροπαρίων, που ειρήσθω εν παρόδω τα ονομάζουν "ακαταλαβίστικα ξόρκια", έχει ως σκοπό όχι τη θεραπεία και τη διακονία των λειτουργικών αναγκών του λαού, αλλά την θεραπεία του νοησιαρχικού και προοδευτικοφανούς εγωισμού τους. 

2. Σε προηγούμενη ανάρτηση μου τόνισα πως "η εκκλησία δεν είναι μαγαζί [θέατρο, καφωδείο] για να μετέρχεται διαφημιστικών τρυκ προκειμένου να προσελκύσει κόσμο". Αν δεν νιώθει κανείς τον έρωτα του Χριστού, αν δεν νιώθει επιτακτική, βασική του ανάγκη, να εκκλησιαστεί, να λειτουργηθεί, να κοινωνήσει όσων επικοινωνιακών τρυκ και να μετέλθουμε, ακόμα και όταν τον κερδήσουμε σαν "τακτικό θαμώνα" και μάλιστα "θαυμαστή"(!) και ακροατή μας ουσιαστικά δεν τον έχουμε κερδήσει για τον Χριστό. Θεραπεύουμε πάλι μια ανάγκη καθαρά ανθρώπινη και εγωιστική: πώς να θηρεύσουμε ακροατές, θαυμαστες της πολυπραγμοσύνης και της επιδεξιότητας μας. Ακόμα και γι'αυτούς που είναι πραγματικά ξένοι με την εκκλησία, κατά την ταπεινή μου άποψη ισχύει ότι έγραψα στο άλλο post: o κόσμος ζητά την αυθεντικότητα. Δεν έχουμε το δικαίωμα να είμαστε κάτι λιγότερο ή κάτι περισσότερο από ποιμένες και ιερείς, δεν έχουμε το δικαίωμα να δείχνουμε κάτι άλλο. Δείχνουμε αυτά που έχουμε και κρινόμαστε. Καλώς αν κερδήσουμε, ατυχώς αν χάσουμε. Ο Κριτής έχει άλλα κριτήρια: επαινεί την γνησιότητα και την πρόθεση, αποστρέφεται (πιστεύω) την επιτήδευση και τον τυχοδιωκτισμό. 

3. Η Εκκλησία κάνοντας χρήση ενός κόσμου διανόησης και σκέψης, δεν ειδωλοποιεί όμως την διανόηση και την σκέψη. Αντίθετα, τα συναξάρια και τα γεροντικά είναι γεμάτα από χαρισματικούς ανθρώπους,αγίους του βιώματος, που αποστόμωναν και προβλημάτιζαν με την σοφία τους τους υψηλούς διανοητές και τους σοφούς του κόσμου. Ακόμα και αυτοί οι λόγιοι της Εκκλησίας μας, αναστήματα μπροστά στα οποία πολλοί λόγιοι του κόσμου μοιάζουν με μαθητές μπροστά στον άβακα, παραδέχονταν πώς στην κατά Χριστόν σοφία βρήκαν ανάπαυση και αλήθεια και δεν την άλλαζαν με όλη την γνώση του κόσμου. Το ίδιο και στην ιστορία των συνόδων και των αιρέσεων: Η Εκκλησία κοντά στους Αθανασίους και τους Κυρίλλους γεννούσε Σπυρίδωνες αγράμματους μα σοφούς εν Χριστώ. Αντίθετα, η αίρεση είχε ως καύχημα της πάντα την διανοητική δεινότητα, χωρίς να εξασφαλίζει και πάλι όμως την υπεροχή και σ'αυτό το πεδίο. Γιατί ποιός θα παραδεχτεί πως ο Αρειος ήταν λογιότερος του Αθανασίου και ο Βαρλαάμ του Γρηγορίου Παλαμά; Τελικά, δεν ετίθετο ούτε θέμα διανοητικής υπεροχής. Για την ορθοδοξία μετρούσε η χαρισματική θεολογία και η παράδοση. Αντίθετα στις μέρες μας η ορθοδοξία μετριέται με ακαδημαϊκούς τίτλους (αλλά αυτό είναι άλλο θέμα, ουχ ήττον όμως σχετικό).

4. Σχετικά με το ζήτημα νέοι και γλώσσα, θεωρητικά πιστεύω από τη θέση πλεόν του τριαντάρη πως ισχύει ότι και παραπάνω. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες της νεανικής αγανάχτησης και πραγματικά αυτό που ξεσηκώνει και εγείρει την αντίδραση του νέου είναι μόνο το ψέμα. Καλά βολευτήκαμε εμείς στον καθωσπρεπισμό και στο οχυρό των στεγανών και της μεγαλειότητας μας. Όμως οι νέοι ακόμα ψάχνονται, επιλέγουν, αμφισβητούν, εξεγείρονται. Κάθε φορά που ένας νέος προβάλει το επιχείρημα πως δεν πάει στην εκκλησία λόγω της γλώσσας απλά επιστρατεύει ένα εύκολο πρόσχημα. Οι αιτίες είναι άλλες και πρέπει να τις δούμε κατάματα, αντρίκεια, πατερικά, ανθρώπινα. Είναι τα κακά που εμφιλοχωρούν στην εκκλησία, όχι μόνο στα ανώτερα αρχιερατικά, αλλά και στα μέσα ιερατικά στρώματα: η διαφθορά, ο εξουσιασμός, η υποκρισία, η συσσώρευση πλούτου, η μη ανάληψη ευθυνών για πολλά στραβά και κακοχώνευτα, γενικά ότι μας αφήνει εκτιθεμένους ενώπιον του κόσμου και της χλεύης του. Δεν ηθικολογώ γράφοντας όλα τούτα. Στην εκκλησία πνέουν και αύρες παραδείσου. Αλλά αυτό το ξέρω καλύτερα εγώ, εσύ και ο κάθε υποψιασμένος, όχι ο μέσος νέος. Ο νέος λοιπον πρώτιστα θα αναζητήσει την πνευματικότητα, την καταφυγή, την λύση στο αδιέξοδο του προσώπου στην εκκλησία. Όταν βρει την γνησιότητα και την ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ, ειλικρινά θα αδιαφορήσει για τη γλώσσα, τα άμφια και τις "αρχαίες" μας τελετές. Πολλές φορές μάλιστα όλα αυτά όπως αποδεικνύεται θα τα αγαπήσει μανικώς. Για να κλείσω την ενότητα σας υπενθυμίζω και την παιδαγωγική αξία και σημασία της αρχαίας γλώσσας μέσα στην λατρεία. Όχι λοιπόν μόνο στείρα εθνοκεντρικά μηνύματα περί γλώσσης αλλα και αληθινή συναίσθηση και ευθύνη για την κληρονομιά μας.

5. Τέλος, θα ήθελα να απευθυνθώ έτσι ενώπιος ενωπίω προς τους πατέρες και αδελφούς, μόνο σαν αδελφός και ελάχιστος στο ύψος και την ηλικία αδελφός τους: Στην Εκκλησία δεν είναι ελεύθερος ο ιερέας να κάνει ότι θέλει. Να θέτει προσθήκες ή να κόβει κατά το δοκούν ό,τι δεν του αρέσει. Ο ιερέας είναι δεμένος με μία σχέση μυστική με το λοιπό μυστικό σώμα του Χριστού, είναι ορισμένος από την παράδοση, εξαρτάται απ'αυτήν. Όταν η παράδοση προάγεται δεν προάγεται από το ίδιο θέλημα αλλά από την κοινή συνείδηση και πρακτική. Ούτε πάλι τίθεται θέμα τοπικής παράδοσης και πρακτικής στα λειτουργικά (τουλάχιστον τόσο σοβαρής όσο η επιλογή της γλώσσας και μάλιστα σε μία χώρα που η γλώσσα είναι προκαθορισμένη και κοινή). Ποτέ σας δεν εκφωνήσατε στη λειτουργία "εν ενί στόματι και μιά καρδία"; Πού είναι η ενιαία και καθολική αναπομπή και προσφορά της λατρείας; Τί σας συνδέει λατρευτικά με τις άλλες εκκλησίες; Δεν είναι μόνο το πνευματικό αλλά και το γλωσσικό μέρος που είναι ουσιαστικό, γιατί κύρια είναι θεολογική και πνευματική υπόθεση η γλώσσα. Οι εκκλησίες της αλλοδαπής και οι ομόδοξοι έχουν κάποιο ελαφρυντικό όταν τελούν την λειτουργία στην τοπική διάλεκτο. Δεν είναι θέμα πάλι κατανόησης αλλά σεβασμού στον ιδιαίτερο πολιτισμό της χώρας, ώστε να μην υπερέχουν ούτε γλωσσικά οι έλληνες των ομοδόξων άλλων χωρών. Εσείς όμως παραφράζεται και μάλιστα με γλωσσικές και θεολογικές αστοχίες την ίδια την γλώσσα της μητέρας, γλώσσα με την οποία εκφράζονται τελειότερα και άρτια όλα τα θεολογικά και πνευματικά μηνύματα και νοήματα.

Αληθινά έχετε συνειδητοποιήσει πως στην εκκλησία και ειδικότερα στην ιερωσύνη δεν προσχωρήσαμε επειδή ξυπνήσαμε μια ωραία πρωΐα με θετική διάθεση αλλά επειδή ΚΛΗΘΗΚΑΜΕ από τον Αρχιποίμενα Χριστό; Ήρθαμε στην ιερωσύνη να διακονήσουμε το θεοπαράδοτο και να μεταδώσουμε από την παρακαταθήκη την ιερά στο λαό και όχι να τον κάνουμε όχημα και άκμονα συμφερόντων και απόψεων. Δεν καθορίζουν οι ποιμένες το ορθόδοξο και ορθόπραχτο αλλά η ίδια η παράδοση που είναι θεανθρώπινη δηλ. δοσμένη από τον Χριστό και από τον ΛΑΟ και εκ του λαού προβάλλονται οι άξιοι ποιμένες για τον ΛΑΟ. Αλήθεια το χριστεπώνυμο πλήρωμα ερωτάται ποτέ για τις αποφάσεις μας; Όταν τις απορρίπτει καθολικά, σκύβουμε ταπεινά το κεφάλι ψάχνοντας για ατοπήματα ή συνεχίζουμε ακάθεκτοι και άτεγχτοι τον καρδινιλιακό μας ρόλο; Από την άλλη πρέπει να αγόμαστε και να φερόμαστε από ομάδες; Γιατί στο κάτω κάτω γιατί γίναμε ιερείς: για να εισπράττουμε ηθικά και υλικά κέρδη; Για να υπακούουμε σε συμφέροντα τρίτων; Για να συμβολευόμαστε με ότι βολεύει τους πολλούς; Δεν έχουμε παράδοση, ποιμαντική ευθύνη, φιλότιμο πατρικό; Και πάλι όχι ότι βολευόμαστε με το θέλημα των πολλών αλλά δυστυχώς όπως βλέπουμε γύρω μας με το θέλημα αυτών από τους οποίους έχουμε να αποκομίσουμε κέρδη και πάλι κέρδη. Το ράσο του παπά στέκεται πολύ ψηλά για να το σουρομαδάνε οι απαιτήσεις των αιωνίως και πανταχού ευρισκομένων νευρωτικών και υστερικών λαϊκών ψευδοχριστιανών , οι οποίοι παίρνουν στο λαιμό τους με τις απαιτήσεις και τους υπόλοιπους.
Σκεφθείτε το λοπόν. αδελφοί, έστω για μια στιγμή για ποιόν σκοπό  και υπό ποιές προϋποθέσεις γίνατε ιερείς. Αν βρείτε έστω και ένα ίχνος πιθανότητας αριβισμού, τυχοδιωκτισμού κλπ συναισθανθείτε που ακριβώς βρίσκεται η ρίζα και η πηγή του κακού και μην απορείτε γιατί φτάσατε σ'αυτό το σημείο της προσωπικής απαίτησης και προπέτειας. Αν πάλι δεν βρείτε τίποτα και είστε αγνοί και όχι σαν εμένα το κνώδαλο και τον ισχυρογνώμονα τότε λέω με το φτωχό και απαίδευτο μυαλό μου, πως δεν ανησυχώ. Ο Θεός θα σας φωτίσει και θα καταλάβετε την πλάνη σας.


(Πηγή: iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2010/01/blog-post_8004.html)

Nηπτική λύσις στο πρόβλημα της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των Λειτουργικών Κειμένων (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)

Nηπτική λύσις στο πρόβλημα της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των Λειτουργικών Κειμένων (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)
alopsis
ΘΕΟΛΟΓΙΑ
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, επάνω στο χωρίο του κατά Λουκάν Ευαγγελίου, κεφάλαιο 8ο, στίχοι 5 έως 15, στα πλαίσια της ερμηνείας του κηρύγματος της Κυριακής, που έγινε την Κυριακή στις 17-10-2010.)

Ερμηνευτική προσέγγιση της παραβολής του σπορέως σε κυριακάτικο κήρυγμα

Η παραβολή του σπορέως που ακούσαμε στο σημερινό Ευαγγέλιο, η τόσο γνωστή, αλλά και τόσο άγνωστη, είναι, σε ένα πρώτο κοίταγμα πολύ εύληπτη και πολύ κατανοητή. Τόσο κατανοητή και γνωστή στο πλήρωμα του λαού της Εκκλησίας μας, που θα ερωτούσε κανείς «τι άλλες ερμηνευτικές προσεγγίσεις θα μπορούσε να κάνει κάποιος ,παρά να μιλήσει για τα γνωστά»;Κι όμως με το ίδιο αυτό κείμενο με αυτά τα λόγια του Χριστού μας ανοίγεται ένα πολύ μεγάλο θέμα, το οποίο αφορά τον κάθε Χριστιανό και είναι το πώς κατανοούνται μέσα στην Εκκλησία τα λειτουργικά κείμενα. Πως μπορούμε να ζήσουμε τα κείμενα; Πολλοί λένε ότι «δεν καταλαβαίνουμε τι γίνεται στα τελούμενα μέσα στην εκκλησία».


Το κείμενο αυτό του σημερινού Ευαγγελίου με απλό και θεολογικό τρόπο δίνει απάντηση στο πως θα μπορούμε να κατανοούμε τα κείμενα αυτά. Η απάντηση που δίνει εδώ ο Χριστός όταν Του λένε οι μαθητές Του «τι σημαίνει αυτή η παραβολή;» είναι στο πρώτο άκουσμά της προβληματική. Τους λέει: «Εσείς είστε εδώ για να ακούτε τα μυστήρια του Θεού. Οι άλλοι θα τα ακούνε σε παραβολές». Δηλαδή, το μυστήριο είναι τόσο εύκολο να κατανοηθεί; Ενώ η παραβολή που είναι μια απλή διήγηση είναι δύσκολη; Μάλιστα, όπως φαίνεται μέσα στο κείμενο ο Χριστός προβάλλει και μια πρόσθετη δυσκολία όταν λέγει ότι: «σε αυτούς μιλώ με παραβολές για να φαίνεται ότι βλέπουν, ενώ δεν βλέπουν και για να φαίνεται ότι ακούν, ενώ δεν ακούν». Αλλά, γιατί να υπάρχει αυτή η δυσκολία;
Πέρα απ᾽ όλη αυτή την δυσκολία όμως αυτή η παραβολή του σπορέως με τα ίδια τα λόγια του Χριστού ανοίγει ένα πολύ μεγάλο θέμα. Το θέμα της κατανοήσεως των λόγων της Εκκλησίας. Δίνει όμως και το κλειδί του ξεκλειδώματος αυτού του «γρίφου», θα έλεγα, που αφορά πολλές φορές τον λαό μας και που έχει ταλαιπωρήσει την Εκκλησία με τις προσπάθειες μεταφράσεως των λειτουργικών κειμένων, των ακολουθιών κ.λ.π., οι οποίες έχουν δημιουργήσει πολυποίκιλες μορφές διαταράξεως της ισορροπίας της Εκκλησίας.
Ας δούμε όμως τι κρύβεται στην ρίζα, στον πυρήνα αυτού του κειμένου του σημερινού ευαγγελίου και ας ψάξουμε να δούμε πού είναι οι λύσεις του προβλήματος αυτού. Ας ξεκινήσουμε με αυτό που λέει ο Χριστός: «ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη ακούωσι». Τι θα πει αυτό; Ότι μπορώ να βλέπω κάτι και ταυτόχρονα να μην το βλέπω; Βεβαίως. Άμα δεν έχω βαθύ κοίταγμα, άμα δεν έχω καθαρές αισθήσεις μπορεί να βλέπω κάτι και αν έχω κάποια μορφή ειδικής μυωπίας να μην το βλέπω. Μπορεί να νομίζω ότι το βλέπω, αλλά στην πραγματικότητα να μην το βλέπω. Ή αν έχω κάποια πάθηση στον εγκέφαλό μου οι άλλοι μπορεί να νομίζουν ότι ακούω τους ήχους και πως βλέπω τα διάφορα εξωτερικά ερεθίσματα και όμως εγώ να μην τα καταλαβαίνω. Άρα πολλές φορές μπορεί να υπάρχει μια βαθιά εσωτερική έλλειψη μέσα μας που δεν μας αφήνει να κατανοήσουμε αυτό που βλέπουμε και ακούμε.
Και εδώ ακριβώς ο Χριστός ανοίγει με έναν μοναδικά απλό τρόπο τον δρόμο στην νηπτική και ασκητική θεωρία της Εκκλησίας μας. Η πρότασή Του, που θα την δούμε αμέσως τώρα είναι ακριβώς το να μπούμε στην νηπτική διαδικασία της Εκκλησίας μας και στην κάθαρση των παθών όπου τότε όλα θα γίνονται κατανοητά. Έξω απ᾽ αυτήν και τα απλά πράγματα θα είναι ακατανόητα και το απλό «Κύριε ελέησον» θα είναι ακατανόητο και το «Παράσχου Κύριε» θα είναι ακατανόητο και το «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» θα είναι ακατανόητο, όλα και τα κατανοητά και τα ακατανόητα και τα μυστήρια και τα μη μυστήρια θα είναι ακατανόητα για τον νου του ανθρώπου αν δεν μπει στην πρόταση του Χριστού που κρύβει μέσα της ακριβώς αυτή τη νηπτική θεωρία.

Πιο συγκεκριμένα ποια είναι αυτή η πρότασή Του;
Η πρότασή Του ανοίγει τον δρόμο σε τρεις φάσεις: Τις αποκαλύπτει ο ίδιος ο Χριστός πολύ απλά στα τρία επίπεδα της διηγήσεως της παραβολής του σπορέως. Αυτά ήταν ο σπόρος που πέφτει στον δρόμο, ο σπόρος που πέφτει στην πέτρα και ο σπόρος που πέφτει μέσα στα αγκάθια. Στην ερμηνεία της περιπτώσεως του σπόρου που πέφτει στον δρόμο λέγει: «Κοιτάξτε έρχεται ο διάβολος και παίρνει αυτό που έχετε στον νου σας». Έτσι ανοίγει την πρώτη φάση της νηπτικής θεωρίας που είναι η πρόσληψη, ο «συνδυασμός» των λογισμών, των πειρασμών και των οποιωνδήποτε διαλογισμών. Βασικό μέγεθος για μια επικειμένη πτώση μας ή για τα περαιτέρω πάθη μας είναι η κουβέντα που κάνουμε με τον διάβολο, ο «συνδυασμός» λένε οι Πατέρες που κάνουμε με τον διάβολο. «Συνδυασμός» σημαίνει αποδοχή του πειρασμού. Είναι το πρώτο μέγεθος. Το λέει ο Χριστός: « Έρχεται ο διάβολος και παίρνει [τον λόγο του Θεού που έχει σπείρει ο Θεός στην ψυχή του ανθρώπου]». Βάζει λοιπόν τον ακροατή της παραβολής στο πρώτο στάδιο της νηπτικής θεωρίας που είναι ότι δεν πρέπει ο άνθρωπος να κουβεντιάζει με τον πειρασμό. Δεν πρέπει να προσλαμβάνει τον λόγο του πειρασμού. Ο διάβολος μπορεί να έρχεται και να μου λέει οτιδήποτε αλλά εγώ δεν πρέπει να τον δέχομαι, να προσλαμβάνω εκείνα που μου λέει.
Στο δεύτερο επίπεδο που είναι ο σπόρος που πέφτει επάνω στην πέτρα, κατά το οποίο μπορεί να δεχθείς τον λόγο του Θεού με χαρά αλλά να μη καρποφορήσει, η αποτυχία οφείλετε στο ότι αυτό το μέγεθος δεν το καλλιέργησες σε βάθος και σε χρόνο. Ό,τι κάνει η Εκκλησία το κάνει σε βάθος και σε χρόνο.
Κάθε τι στην Εκκλησία θέλει μια εμμονή, μια επιμονή, με προσευχή, με ταπείνωση, με πολλή άσκηση και με πολύ πόνο. Γι᾽ αυτό βλέπετε σε αυτήν την περίπτωση προσλαμβάνει ο άνθρωπος τον λόγο του Θεού με πολλή χαρά αλλά επειδή δεν έχει ριζώσει σε βάθος μέσα στην ψυχή του, δεν γίνεται τίποτα. Εδώ ο Χριστός μας ζητά πέρα από τον μη συνδυασμό με τον πειρασμό να αποκτήσουμε ένα βάθος. Το βάθος αποκτάται με πολυχρόνια δουλειά. Βλέπετε ένας εργάτης για να ανοίξει έναν βαθύ λάκκο, πόσες ημέρες, ίσως και μήνες , πρέπει να εργασθεί και να δουλέψει.
Χρειάζεται λοιπόν, μια επιμονή στα ίδια τα μεγέθη. Βλέπετε η Εκκλησία κάθε μέρα κάνει Όρθρο, Θεία Λειτουργία και Εσπερινό. Κάνει τα ίδια και τα ίδια. Φαίνονται τα ίδια αλλά καλλιεργούν το βάθος. Η Εκκλησία μας καλεί κάθε μέρα να προσευχόμαστε, κάθε τόσο να νηστεύουμε, να είμαστε και να μένουμε στις ίδιες αρετές μόνιμα. Κι είναι αυτό το βάθος που προσπαθεί η Εκκλησία να καλλιεργήσει, που το ξεχνάμε γιατί είμαστε πρόχειροι. Αυτό είναι το δεύτερο στοιχείο αυτής της νηπτικής θεωρίας το οποίο μετά αξιοποιήθηκε από όλους τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας.
Και το τρίτο στοιχείο αυτής της νηπτικής θεωρίας είναι εκεί όπου πέφτει ο σπόρος στα αγκάθια και δεν προσλαμβάνεται. Και λέει ο Χριστός το γιατί. Μιλάει για τις ηδονές και τον πλούτο. Μιλάει για πράγματα τα οποία μας δένουν με τον κόσμο και δεν μπορούμε να προσληφθούμε από τον Θεό, ούτε να προσλάβουμε τα του Θεού. Εγκαταλείπουμε όλη την στροφή προς τον Θεό που κάναμε κάποια στιγμή δια της μετανοίας, που είναι η μεγαλύτερη αρετή και στρεφόμαστε στα πράγματα του κόσμου με τα οποία πρέπει μόνο περιστασιακά να εμπλακούμε απλά και μόνο για να κάνουμε χρήση. Και εκεί δενόμαστε.
Και τα τρία αυτά επίπεδα, δηλαδή η μη πρόσληψη των πειρασμών, το να μην ασχολείται κάποιος με τα πράγματα του κόσμου, πέρα από εκείνο που είναι αναγκαίο για να το χρησιμοποιεί και η μη τέλεση της δουλειάς, της νηπτικής εργασίας δηλαδή, σε βάθος είναι τα βασικά μεγέθη -άξονες της Ορθοδόξου Νηπτικής Θεωρίας. Έτσι θα την λέγαμε. Αν διαβάζατε όλη την φιλοκαλία και όλο τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη στην ρίζα τους αυτά θα βρίσκατε. Αυτά αξιοποιήθηκαν και από τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Λοιπόν έτσι γίνεται η αποκάλυψη του μυστηρίου [του να αρχίσεις να ακούς πραγματικά και να καταλαβαίνεις αυτά που ακούς μέσα στην Εκκλησία]. Ο Θεός παραμένει μυστήριο αλλά αποκαλύπτεται στις ανθρώπινες αισθήσεις, αν όμως προηγουμένως οι ανθρώπινες αισθήσεις καθαρισθούν και καλλιεργηθούν. Και θα καλλιεργηθούν με αυτά τα μεγέθη επάνω σε αυτούς τους άξονες της νηπτικής θεωρίας. Αν οι αισθήσεις δεν καλλιεργηθούν και τα μυστήρια του Θεού, που είναι δυνατόν να κατανοηθούν, θα παραμένουν ακατανόητα.
Αλλά ακατανόητο είναι επίσης και το ότι γινόμαστε οι ίδιοι ακατανόητοι όταν μπαίνουμε μέσα στην Εκκλησία και λέμε: «δεν καταλαβαίνουμε τίποτα» και διαμαρτυρόμαστε. Και ζητάμε εξωτερικές αλλαγές [μεταφράσεις των κειμένων κ.λ.π.]. Αλλά αυτά τα πράγματα δεν διορθώνονται έτσι. Η αλλαγή πρέπει να γίνει μέσα μας. Και η αλλαγή θα γίνει μέσα μας όταν συμβούν τα παραπάνω. Και τότε επειδή ανοίξαμε τον δρόμο στην Χάρη του Θεού, η χάρις του Θεού θα μας φωτίσει και τότε όλα θα γίνονται κατανοητά.
Αυτά είναι η λύση του λεγομένου «προβλήματος της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των λειτουργικών κειμένων». Αυτός είναι ο άξονας. Για αυτό αυτή η παραβολή του σπορέως είναι πάρα πολύ καίρια, γι᾽ αυτό και το θέμα αφορά ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας. Και αν εσείς διαμαρτυρηθείτε ότι αυτά τα οποία τελέσαμε εδώ σήμερα στη Θεία Λειτουργία δεν τα καταλάβατε, πριν να διαμαρτυρηθείτε και πριν διαβάσετε ερμηνευτικές προσεγγίσεις από κείμενα, πράγμα που ασφαλώς σας παροτρύνω να κάνετε, θα πρέπει να μπείτε σε αυτά τα μεγέθη της νηπτικής θεωρίας. Βιωματικά όμως και στο τρίπτυχο που αναλύσαμε. Και τότε όλα αποκαλύπτονται με τη χάρη του Θεού.
Η παραβολή του σπορέως... Τόσο γνωστή και τόσο άγνωστη... Τόσο μυστήριο και τόσο φανερούμενο... Κι όλα να εξαρτώνται από μας...



* Η αρχική απομαγνητοφώνηση και λεκτική επεξεργασία έγινε από τον μοναχό Δαμασκηνό Αγιορείτη (impantokratoros.gr). Οι λοιπές διορθώσεις και επιμέλεια έγιναν από την floga.gr.

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Θεοδρομία, έτος ιε᾽ τεύχος 1 Ιανουάριος-Μάρτιος 2013, σελ. 10-14)

Τι σημαίνει να γίνουμε ευέλικτοι; (Βασίλης Καραποστόλης, καθηγ. Πολιτισμού και Επικοινωνίας Παν/μίου Αθηνών)

Τι σημαίνει να γίνουμε ευέλικτοι; (Βασίλης Καραποστόλης, καθηγ. Πολιτισμού και Επικοινωνίας Παν/μίου Αθηνών)
alopsis
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η απαγκίστρωση από τις αποκτημένες ικανότητες μολύνει την κοινωνία με νέου τύπου ανασφάλεια και στοιχίζει στην οικονομία
Να γίνετε ευέλικτοι... Ιδού τι ζητούν σήμερα οι περιστάσεις, οι ανάγκες, η οικονομία, τα ήθη. Η λέξη δεν ηχεί άσχημα κατ’ αρχήν. Την ακούει κανείς και στον νου του έρχονται εικόνες γεμάτες από κίνηση και πλαστικότητα. Αλλά αμέσως οι εικόνες εξαφανίζονται από τη στιγμή που η λέξη συνδεθεί με συγκεκριμένες ενέργειες, οι οποίες επιβάλλεται να γίνουν.


Πρέπει να ενεργούμε ευέλικτα, να σκεφτόμαστε ευέλικτα, να φερόμαστε ευέλικτα. Η επιταγή είναι αμείλικτη και φέρει τη σφραγίδα του οικονομικού επείγοντος.Εδώ και αρκετό καιρό το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έδειχνε πως αυτά που παλαιότερα αποτελούσαν αρρυθμίες στη λειτουργία του άρχισαν να γίνονται ο κυρίαρχος ρυθμός του, ένας ρυθμός άτακτος, σπασμωδικός που αυξομείωνε απότομα την παραγωγή, που νέκρωνε απότομα ολόκληρους κλάδους και απαιτούσε γρήγορα την αναζωογόνηση άλλων.
Ολο και συχνότερα οι εργαζόμενοι ήταν υποχρεωμένοι είτε να μετακινούνται σε νέες θέσεις εργασίας είτε να μένουν χωρίς εργασία, κεραυνοβολημένοι από απρόβλεπτες αλλαγές. Σήμερα το κεραυνοβόλημα έγινε κανόνας. Και για να ελεγχθεί κάπως ο αριθμός των θυμάτων, οι πολιτικοί, οι επιχειρήσεις, ακόμη και η εκπαίδευση ζητούν από τους εργαζόμενους να γίνουν περισσότερο ευέλικτοι.
Αυτό γενικά σημαίνει να μπορούν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μιας καινούργιας δουλειάς χρησιμοποιώντας «δεξιότητες» που δεν είχαν ως τότε. Πράγμα που στη συνέχεια σημαίνει πως είναι υποχρεωμένοι να προετοιμάζονται, να βρίσκονται σε εγρήγορση, να είναι πρόθυμοι να ξεχάσουν όσα είχαν μάθει για να τα αντικαταστήσουν με άλλα τα οποία θα είναι κι αυτά προσωρινά. Η γνώση η ίδια γίνεται προσωρινή.
Γιατί όχι; Θα ρωτούσε ένας θιασώτης της εξέλιξης για την εξέλιξη. Στην περίπτωση όμως αυτή δεν θα έπρεπε να μιλάμε και για θεμελίωση. Και χωρίς μια κάποια θεμελίωση αυτών που προσλαμβάνει και επεξεργάζεται η διάνοια, δεν μπορεί να υπάρχει μάθηση, επειδή λείπει η θέληση για μάθηση. Κανένα παιδί, κανένα σπουδαστή, όπως και κανένα τεχνίτη ή επιστήμονα δεν θα τον είλκυε η διαδικασία της μάθησης, αν του έλεγαν ότι αυτά που θα σημειώσει, θα σκεφτεί και θα τα εφαρμόσει κατόπιν είναι εξ αρχής τόσο ευπαθή, τόσο τρωτά απέναντι στον χρόνο, ώστε το μόνο που έχει πραγματικό ενδιαφέρον είναι να δει κανείς πόσο γρήγορα θα παραμεριστούν ως άχρηστα. Οταν το αντικείμενο της προσοχής μας φαντάζει μακροχρονίως άχρηστο, τότε κι εμείς νιώθουμε πως ματαιοπονούμε. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς προοπτική.
Η ύπαρξη, ακόμη και η πιο στριμωγμένη, έχει ανάγκη να τεντωθεί στον χρόνο. Ομως το άπλωμα σήμερα απαγορεύεται. Απεναντίας, συνιστάται το μάζεμα, η επιφυλακή, η προσεκτική στη συνέχεια έξοδος από το κέλυφος και η περιήγηση από δω κι από κει μέχρι να βρεθεί μια νέα τρυπούλα να χωθεί κανείς, μια νέα απασχόληση.
Αυτή είναι λοιπόν η ευελιξία. Μια τεθλασμένη πορεία από κάπου προς το οπουδήποτε, και από εκεί προς το οπουδήποτε αλλού.
Τι κερδίζεται μ’ αυτό; Πιθανόν η επιβίωση (αν και ποτέ οριστικά). Τι χάνεται; Η αίσθηση της προσωπικής συνέχειας. Αλλά δεν είναι δα και τόσο μεγάλο το κόστος, θα πουν μερικοί. Αφού και χωρίς να βασίζονται σε κάποιες σταθερές αρχές, γνώσεις ή πεποιθήσεις, οι άνθρωποι μπορούν να συνεχίζουν να εξασφαλίζουν τη ζωή τους και να πνίγουν τη μελαγχολία τους στη μικροδιασκέδαση που η κοινωνία πάντα θα φροντίζει να τους δίνει.
Η άποψη αυτή θέλει να λέγεται «ρεαλιστική». Αλλά δεν είναι καθόλου τέτοια, και δεν είναι ούτε καν στο οικονομικό επίπεδο.
Πράγματι, η ώθηση των εργαζομένων σε διαρκή μετατόπιση, ο εξαναγκασμός τους να εγκαταλείπουν μαζί με τις θέσεις εργασίας τις οποίες κατείχαν, τη βεβαιότητά τους πως τουλάχιστον ορισμένα πράγματα στη δουλειά τους τα ήξεραν (και μερικοί απ’ αυτούς τα ήξεραν καλά), αυτή η απαγκίστρωση από τις ίδιες τις αποκτημένες ικανότητές τους μολύνει την κοινωνία με μια νέου τύπου ανασφάλεια κι αυτή στοιχίζει ήδη αρκετά στο οικονομικό σύστημα. Λιγοστεύουν επικίνδυνα αυτοί που μπορούν να δουλέψουν σε βάθος.
Η ευέλικτη εργασία ευνοεί την ευκολία και εμποδίζει την εμβάθυνση. Ομως η εμβάθυνση είναι αναγκαία για την παραγωγή καινοτομιών καθώς και για την παραγωγή ποιοτικών αποτελεσμάτων σε κάθε τομέα. Αν δεν αγκυροβολήσει το μυαλό σε μερικά σημεία, αν δεν αφοσιωθεί στο να λύσει μερικά προβλήματα, αν δεν αγνοήσει τα ζιζάνια που του ψιθυρίζουν «παράτα το, άσ’ το και φύγε, μην είσαι μονομανής», αν δεν κλείσει τ’ αυτιά του ο εργαζόμενος στους ψιθύρους των περισπασμών και δεν συγκεντρωθεί σε ό,τι κάνει, δεν θα δώσει ποτέ η εργασία του μια αξία στο προϊόν του που να ξεπερνά το παροδικό και να εμπλουτίζει τον κόσμο σε κάτι.
Εφόσον λοιπόν χρειαζόμαστε τη διάρκεια, πρέπει να επιμείνουμε στην ποιότητα. Αν η Ελλάδα θέλει τη μακροημέρευση, πρέπει να πει όχι στην επιφανειακή παραγωγικότητα, στην άκρα ευελιξία που τάχα θα την κάνει πιο ανταγωνιστική.
Πιο βασικό και από τη μείωση του χρέους μας είναι να μην ανταγωνιστούμε τον εαυτό μας. Και μια πλευρά του εαυτού μας είναι συνδεδεμένη (και είναι σε κάθε λαό) μ’ αυτό που σήμερα βιαστικά υποτιμάται: τη μαστοριά, ή ό,τι απέμεινε απ’ αυτήν. Ενας άνθρωπος, όπως και ένας λαός, νιώθει καλά μόνον όταν κάνει κάτι καλά και είναι γι’ αυτό υπερήφανος. Με την ευελιξία ποτέ δεν θα έρθει ένα τέτοιο αίσθημα. Αλλά και καμιά ανάπτυξη επίσης που να έχει μέλλον.


Ζούμε εποχή της κενότητας; (Σεβ. Μητροπολίτης Κισάμου & Σελίνου Αμφιλόχιος)

Ζούμε εποχή της κενότητας; (Σεβ. Μητροπολίτης Κισάμου & Σελίνου Αμφιλόχιος)
alopsis
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
«Αν πιστεύαμε στην αιωνιότητα, θα παραδινόμαστε λιγότερο στην στιγμή» (Γκαίτε)
Επίκαιρα όσο ποτέ φαίνεται να ακούγονται τα λόγια αυτά του Γκαίτε καθώς μοιάζει να δικαιώνονται όσοι αποκαλούν την εποχή μας «εποχή της κενότητας» αφού κυρίαρχο στοιχείο της είναι το αίσθημα της απογοήτευσης και της διάψευσης των προσδοκιών, της ψυχικής και συναισθηματικής ανεπάρκειας στον σύγχρονο άνθρωπο. Μεθυσμένοι στην ευημερία της κατανάλωσης και αφομοιωμένοι από τον… «πολιτισμό» της αδηφαγίας που ονομάσαμε πρόοδο και ευημερία δεν διστάσαμε να νεκρώσομε την συνείδηση μας με κατανάλωση, απαντώντας με… shopping therapy στην πνευματική μας ατροφία.


Η διαφήμιση και το μάρκετινγκ μας έπεισαν ότι η ευτυχία μας έγκειται στην δυνατότητα να αγοράζομε και να καταναλώνομε. Όραμα μας: Το να μπορούμε να έχομε και να καταναλώνομε περισσότερα απ΄ όσα μας χρειάζονται. Θεωρήσαμε ως φτώχια όχι την στέρηση των αναγκαίων, αλλά το να μην μπορούμε να ξοδεύομε ελεύθερα. Έτσι πολλαπλασιάσαμε τις ανάγκες μας χωρίς να ανταποκρίνονται στο βαθύτερο νόημα της ύπαρξης μας. Προσπεράσαμε τον συνάνθρωπο, χάσαμε την ποιότητα, την ουσία και αξία της ζωής. Δεν υπάρχει χώρος να ακουμπήσουμε όνειρα, ιδέες, μάχες για δημιουργία κάτι νέου στην ζώσα ρίζα του παλιού. Συνέπεια και αποτέλεσμα: Το άγχος, οι ανασφάλειες που μας βασανίζουν. Ζώντας την άβυσσο του αιώνα της ένδειας στόχων και νοημάτων φανερώνεται ολοένα και περισσότερο η απέραντη δίψα για μια ζωή πιο ολοκληρωμένη και μεστή νοήματος.
Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Βασανιστικό το ερώτημα. Να σταματήσομε τον πολιτισμό, την επιστήμη, την τεχνολογία, την πληροφόρηση; Προφανώς και όχι καθώς όλα αυτά βρίσκονται μέσα στην ζωή μας και δεν μπορούμε να πούμε όχι στην ζωή. Συνεπώς; Βρίσκω ιδιαίτερα επίκαιρα τα λόγια που σημειώνει σε ένα από τα πολλά βιβλία του ο αοίδιμος γέροντας και μακαριστός προκάτοχος μας Μητροπολίτης κυρός Ειρηναίος. Γράφει λοιπόν: «…Όσα λόγια λέγονται, κι όσα έργα γίνονται με θόρυβο πολύ έτσι που να ξιπάζουν τ΄ αυτιά και τις ψυχές των ανίδεων όσο και αν φαίνονται λαμπρά και μεγάλα δεν μπορούνε να ονομαστούνε γνήσια και αληθινά και δεν μπορούνε νάχουν την σφραγίδα της αιωνιότητας. Γιατί είναι γνωστό πως μέσα στη φύση και μέσα στη ζωή όλα τα μεγάλα πράγματα γίνονται σιωπηλά κι αθόρυβα…».
Στον εκκωφαντικό λοιπόν κομπασμό, την αυτοδιαφήμιση και αυτοπροβολή της εποχής μας, τα οποία τείνουν να γίνουν μόνιμη παγίδα εγκλεισμού στον εαυτό μας, μακριά από την γνήσια ζωή, μήπως ήρθε ο καιρός να σταματήσει «το άσκοπο να συναγωνίζεται το παράλογο και τον αγώνα να κερδίζει πάντα το τραγικό»; (Αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς). Μήπως, δηλαδή, είναι καιρός να πιστέψομε περισσότερο στην αιωνιότητα και λιγότερο στην στιγμή;