Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013

Μεταξύ Σταυρού και προδοσίας.Ποιό είναι το δίδαγμα από το μαρτύριο του Αγίου νεομάρτυρος Ευγενίου για εμάς και την εποχή μας;

Μεταξύ Σταυρού και προδοσίας.Ποιό είναι το δίδαγμα από το μαρτύριο του Αγίου νεομάρτυρος Ευγενίου για εμάς και την εποχή μας;

 Πρωθιερέως Αλεξάνδρου Σαργκούνωβ
Ομιλία εις την μνήμη των Ρώσων αγίων μαρτύρων και ομολογητών
(Κύρηγμα κατά την Θεία Λειτουργία,7 Φεβρουαρίου 1999)
Απόδοση στα ελληνικά π.Γεώργιος Κονισπολιάτης www.proskynitis.blogspot

Σήμερα όπου τιμούμε την μνήμη των ρώσων αγίων μαρτύρων και ομολογητών,προσευχόμαστε όπως ο Θεός να δωρήσει στην εκκλησία Του την χάρη της μετανοίας στο μέτρο που εφανερώθη η δικαιοσύνη των αγίων της.Δεν θυμόμαστε μόνο αυτούς που υπέφεραν κατά τους διωγμούς των κομμουνιστών,αλλά και γι'αυτούς που υπέφεραν για τον Χριστό στις μέρες μας.Γνωρίζουμε τα ονόματα των ιερομονάχων που δολοφονήθηκαν από τους σατανιστές το 1993 στην Όπτινα αλλά και τα ονόματα άλλων μοναχών,ακόμη και παιδιών επειδή ήταν χριστιανοί ορθόδοξοι.
Σήμερα θέλω να φωτίσω πιο πολύ κάποιες πτυχές από το μαρτύριο ενός νέου μάρτυρα και ομολογητού,του στρατιώτη Ευγένιου Ροντιόνωβ.
(σ.σ.Περισσότερα για τον βίο του ΕΔΩ)
Όταν λοιπόν ο Ευγένιος αρνήθηκε να βγάλει τον σταυρό του,οι Τσετσένοι τον βασάνισαν για τρεις μήνες.Τον σκότωσαν κόβοντάς του το κεφάλι.Η μητέρα του πλήρωσε ένα μεγάλο ποσό για να της δείξουν τον τάφο του.Είναι συγκλονιστικό το ότι δεν είχαν το θάρρος να του βγάλουν τον σταυρό,ούτε μετά την δολοφονία του.
Τι σημαίνει ο σταυρός που φέρουμε στον λαιμό;Γιατί ο σατανάς τον μισεί και κάνει οτιδήποτε να μην τον φέρουν οι άνθρωποι ή να τον φέρουν ως ένα απλό κόσμημα;
Πολλοί θα έχετε ακούσει για αυτό που συνέβη στον Λένιν όταν ήταν παιδί.Μετά απο μία κρίση θυμού και ως απάντηση στην επιμονή των δικών του να πάει στην εκκλησία,βγήκε έξω στο χιόνι,έβγαλε το σταυρουδάκι του και άρχισε να το πατάει.Τι συνέβη αργότερα στην Ρωσία συνδέεται με αυτό το συμβάν που αναφέρεται στην βιογραφία του Λένιν.


 Θυμάμαι την δεκαετία του'60 μία νεαρή που μόλις είχε βαπτιστεί και βασανιζόνταν από τον διάβολο.Το βράδυ που κοιμονταν αισθανόνταν ένα τέτοιο βάρος που,αισθανόμενη την παρουσία του διαβόλου,δεν μπορούσε να κινήσει το χέρι της για να κάνει τον σταυρό της.Μία απλή και ταυτόχρονα υπνωτική φωνή την διέταζε«Βγάλε τον σταυρό που φοράς,άλλωστε είναι τόσο μικρός»
Αυτή υπάκουσε και μόλις άπλωσε το χέρι της και άγγιξε τον σταυρό συνήλθε.Είπε το ''Πάτερ Ημών''έκανε τον σταυρό της και άκουσε πως έφυγε ο διάβολος από κοντά της βγάζοντας έναν μακρύ αναστεναγμό.


   Ένας άλλος νεαρός,την ίδια περίπου περίοδο μου διηγήθηκε τι πειρασμούς είχε μετά την βάπτισή του.Ο διάβολος του ψιθύριζε ότι τα εξωτερικά δεν έχουν τόσην σημασία και ότι σημασία έχει να έχεις πίστη στην καρδιά.Δηλαδή σαν να του έλεγε''γιατί να φοράς σταυρό στον λαιμό,για τα μάτια του κόσμου;Όταν αποφάσισε να βγάλει τον σταυρό από τον λαιμό του,είδε στον ύπνο του τον Κύριο ο οποίος του είπε:«Ο σταυρός είναι όπως το κουδουνάκι στον λαιμό του προβάτου,για να μπορεί να ακούσει ο Ποιμένας πιο γρήγορα που υπάρχει πρόβλημα»
Μετά και από αυτό το γεγονός σπάνια πήγαινε στην εκκλησία.Μια φορά κάποιο Πάσχα,γύρισε κουρασμένος από ένα ταξίδι και δεν πήγε στην εκκλησία.Έπεσε να κοιμηθεί.Την νύχτα ξύπνησε επειδή μία φωτιά άρχισε να τον καίει στο στήθος.Έβαλε ενστικτωδώς το χέρι του στο μέρος απ'οπου ξεκινούσε η φωτιά και έπιασε τον σταυρό που είχε στον λαιμό του.Έκαιγε ακόμη.Μια ανεξήγητη χαρά τον είχε καταλάβει.Κοίταξε το ρολόι.Ήταν ακριβώς δώδεκα τα μεσάνυχτα.Στις εκκλησίες είχε αρχίσει η αναστάσιμη Θεία Λειτουργία.Έτρεξε στην πιο κοντινή εκκλησία.Από τότε η ζωή του άλλαξε.

Ο σταυρός του νεομάρτυρος Ευγενίου
Δεν μπορούμε να ξέρουμε τι πνευματικά βιώματα μπορεί να είχε ο Ευγένιος στη ζωή του σε σχέση με το σταυρό του.Ίσως να μην συνέβη τίποτα,εκτός από την πίστη ότι αυτός ήταν ο σταυρός του Κυρίου.
Τι συνέβη όμως με αυτούς που έβγαλαν τον σταυρό από τον λαιμό τους;Ο διάβολος δεν ησυχάζει εαν δεν καταλάβει τον άνθρωπο ολοκληρωτικά.Τους διέταξαν να πυροβολήσουν τους ίδιους τους συμπατριώτες τους,για να ζήσουν.Έπειτα έβαλαν έναν από αυτούς μπροστά στην κάμερα για να αρνηθεί, μπροστά σε όλους, την μητέρα του:
«Εγώ δεν έχω μάνα,για μένα υπάρχει μόνο ο Αλλάχ»
 Η Λιούμπωβ Βασίλιεβνα,η μητέρα του νεομάρτυρος Ευγενίου έλεγε:«Τι μπορεί να είναι πιο σκληρό για μία μάνα από τον θάνατο του γιού της.Βρήκα παρηγοριά στο γεγονός ότι φέρθηκε σαν ένας πραγματικός χριστιανός.Θα υπέφερα πολύ εαν ήξερα ότι αρνήθηκε τον Χριστό,την ορθόδοξη πίστη,την Ρωσία και την μητέρα του»


Να δοκιμάσουμε να καταλάβουμε τον αγώνα του νεομάρτυρος Ευγενίου.
Πρώτα απ'όλα τα βασανιστήρια τα οποία υπέστησαν οι κρατούμενοι.Δεν υπήρξαν βασανιστήρια σωματικά ή ψυχικά από τα οποία να μην πέρασαν.Εαν υποχωρούσαν τους ξεφτίλιζαν ακόμη πιο πολύ.Να τι διηγείται ενάς νεαρός ρώσος ο οποίος ήταν αιχμάλωτος στους Τσετσένους:
«Στην αρχή με υποχρέωναν να βασανίζω κάποιον άλλον και αυτός με την σειρά του βασάνιζε εμένα»
Αυτό είναι σίγουρα διαβολικό.Να υποχρεώνεις τους ανθρώπους να σκοτώνονται μεταξύ τους,με σκοπό να διακόψεις οποιαδήποτε επικοινωνία μεταξύ τους.Εμείς καλούμαστε να είμαστε ενωμένοι εν Χριστώ,ενώ εδώ γίνεται λόγος για ενωση εν τω διαβόλω.Για να μην πιστέψει κανείς σε κανέναν,για να μην έχει εμπιστοσύνη κανένας σε κανέναν και ο καθένας να φοβάται τον άλλον.Για να μην αντισταθεί κανείς στον θρίαμβο του κακού-πράγμα που ο διάβολος προσπαθεί να κάνει σήμερα στον κόσμο.Για να αισθάνθεί ο άνθρωπος ότι είναι μόνος-μόνος όπως ο διάβολος-και να αισθάνεται σαν στην κόλαση.Για να μην ξέρουν οι άνθρωποι προς τα πού να τραβήξουν και να καταληφθούν από φόβο.
   Ο μαρτυρικός θάνατος του Ευγένιου και οι περιστάσεις του θανάτου του,μας κάνουν να σκεφτούμε 1) ότι η Εκκλησία δεν θα αποφύγει νέους διωγμούς και 2)ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε με αξιοπρέπεια τις νέες δοκιμασίες.
  Ποιοί ήταν αυτοί οι Τσετσένοι δολοφόνοι και οι Ρώσοι προδότες οι οποίοι ξέχασαν την ανθρωπιά τους;Εαν δεν υπήρχε η ''Περεστρόικα''όλοι αυτοί θα ήταν μέλη της Κομσομόλ όπως οι παππούδες τους και οι γονείς τους.

 Αλλά στην σημερινή κοινωνία το κακό έχει αποκτήσει βαθιές ρίζες.Άραγε δεν ξέρετε ότι μέσω της τηλεοράσεως,της πορνογραφίας,των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και της μουσικής ροκ τα οποία είναι σατανικά, οι νέοι μαθαίνουν από μικρή ηλικία να βασανίζουν και να σκοτώνουν τους άλλους;Για τον νέο που έχει μεγάλώσει μέσα σε αυτήν την ''κουλτούρα''του κακού,φαίνεται φυσιολογικό να βασανίζει τον άλλον.
 Μια φορά ήρθε στην εκκλησία μια γυναίκα και είπε στον ιερέα ότι έχει τέσσερα παιδιά και ότι τα δύο τα μικρότερα έχουν εισχωρήσει σε μία σατανική οργάνωση.Με δάκρυα στα μάτια η μητέρα αυτή παρακάλεσε τον ιερέα να προσευχηθεί στον Θεό για τα παιδιά της.Όπως ο ίδιος ο ιερέας διηγήθηκε,όταν ευλόγησε τα παιδιά με τον σταυρό,εκείνα του επιτέθηκαν και τον έβρισαν.Τι πόνος για αυτήν την μητέρα.Πόσο σφιχτά είχε δέσει αυτά τα παιδάκια ο διάβολος!
Την εβδομάδα αυτή του Ασώτου Υιου και την ημέρα αυτή που τιμούμε τους ρώσους νεομάρτυρες και ομολογητές,καλούμαστε να κατανοήσουμε το μαρτύριο και τον αγώνα αυτών των νεομαρτύρων σαν μία πρόσκληση προς την νεολαία,επειδή η νεότητα συνήθως είναι γεμάτη πειρασμούς και η γύρω ατμοσφαιρα και οι συνθήκες είναι καταστροφικές.Εαν ο άνθρωπος δεν θέλει να κάνει εγκράτεια και να αντισταθεί στην αμαρτία και ικανοποιεί όλες του τις επιθυμίες-κάτι που έχει εμφυτευτεί στην συλλογική συνείδηση όλων των λαών-από πού θα πάρει δύναμη για να αντισταθεί στον σατανά όταν θα έρθει η ώρα των δοκιμασιών;
Εμείς είμαστε στρατιώτες του Χριστού,αλλά πιο πολύ μοιάζουμε με τους στρατιώτες εκείνους που λένε μεγάλα λόγια χωρίς να έχουν μπει στην μάχη,χωρίς να έχουν μυρίσει αίμα. Οι πράξεις τους είναι αυτές που θα δείξουν ποιοι είναι στην πραγματικότητα.Την εποχή των διωγμών ξεχώρισε όχι μόνο το θάρρος και η πίστη των νεομαρτύρων,αλλά αποκαλύφθηκε και η ντροπή της αποστασίας,πρωτόγνωρης στην ιστορία της εκκλησίας.Ο άνθρωπος μπορεί να υποστεί οποιονδήποτε διωγμό,ακόμη και τον θάνατο και να σωθεί.Αλλά εαν απαρνηθεί την πίστη του,εαν απαρνηθεί αυτό που αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της ψυχής του και πει ότι όλη η ζωή του ήταν ένα ψέμα,ότι δεν πιστεύει στον Θεό και φτύνει την πατρίδα του και την εκκλησία,τότε τι να το κάνει να μείνει στην ζωή μετά από όλα αυτά.


Για να καταλάβουμε τι μαρτύριο υπέστη ο νεομάρτυς Ευγένιος (θυμίζουμε ότι τον βασάνισαν για τρεις μήνες)θα θυμηθούμε τα λόγια κάποιου ο οποίος πέρασε από το γκούλαγκ και ο οποίος υποχώρησε μπροστά στα μαρτύρια(αργότερα μετανόησε):
«Το πιο δύσκολο πράγμα δεν είναι τα βασανιστήρια.Σήμερα θα βασανίσουν εσένα,αύριο κάποιον άλλον και θα έχεις καιρό να ανασάνεις.Αλλά αυτοί, σαν τους δαίμονες,σε παρακολουθούν με προσοχή και πάση θυσία θέλουν να σε κάνουν να πείς ψέμματα και να βλασφημήσεις τον Θεό.Δεν έχουν χρόνο να σε χτυπάνε κάθε μέρα από το πρωί εώς το βράδυ,όμως μπορούν να σε αναγκάσουν να πεις κάτι ενάντια στον φίλο σου ή στον Θεό.Αλλά αφού απαρνηθείς τον Θεό και καταλάβεις ότι τον πρόδωσες,ο πόνος είναι ασταμάτητος.Ο πνευματικός πόνος είναι ασύγκριτα πιο μεγάλος από τον σωματικό πόνο.Τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος μετά από αυτό για να μην τρελαθεί;Χωρίς προσευχή και μετάνοια είναι αδύνατον να επιζήσεις.
Μου διηγούνταν αυτός ο άνθρωπος ότι πολλές φορές άρχισε να γογγύζει εναντίον του Θεού:«Εαν πραγματικά υπάρχεις,γιατί επιτρέπεις να συμβούν όλα αυτά».
Υπήρχαν όμως και στιγμές που τον άγγιζε το έλεος του Θεού και τότε έλεγε:«Θεέ μου συγχώρεσε με,βοήθησέ με».
Του ήταν αρκετό να ξέρει ότι ο Θεός υπάρχει και ότι με την αγάπη Του δεν μας εγκαταλείπει.Μου έλεγε επίσης ότι δεν του ήταν δύσκολο να συγχωρέσει τους βασανιστές του,τον εαυτό του δύσκολα όμως τον συγχώρησε αν και ήξερε ότι ο Θεός δεν θα λάβει υπόψιν Του το ότι Τον απαρνήθηκε σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες.


  Μεταξύ άλλων η μητέρα του Ευγένιου έλεγε ότι δεν μπορούσε να συγχωρήσει τους δολοφόνους και να προσευχηθεί γι'αυτούς μετά τα όσα είδε στην Τσετσενία,ψάχνοντας για τον γιό της.Μόλις όμως διάβασε τους στίχους που έγραψε η αγία πριγκίπισσα της Ρωσίας Όλγα,κάτι άλλαξε μέσα της.

Τώρα που βρισκόμαστε κοντά στην αιωνιότητα,
βάλε Κύριε στο στόμα των δούλων Σου,
δύναμη πέρα από τα ανθρώπινα όρια,
για τους εχθρούς να κάνουμε προσευχή.
Τοτε άρχισε να προσεύχεται στον Θεό για να μπορέσει να διεισδύσει στα λόγια του αγίου μάρτυρα Τσάρου Νικολάου από το γράμμα που έστειλε από το Τομπολσκ στην κόρη του.
«Ο πατέρας σας,σας παρακαλεί να πείτε σε αυτούς στους οποιους ασκώ ακόμη επίδραση ,
να μην με εκδικηθούν,επειδή το κακό που υπάρχει στον κόσμο θα γίνει πιο δυνατό,
μα δεν θα θριαμβεύσει το κακό αλλά η αγάπη»
Η σημασία της μαρτυρικής αθλήσεως του Αγίου Ευγενίου είναι ότι δείχνει μας δείχνει ποιά είναι η χριστιανική αξιοπρέπεια και ποια η ανθρώπινη αξιοπρέπεια σε έναν κόσμο όπου η εκκλησία χλευάζεται μέσα από την μετάδοση ενός βλάσφημου έργου μέχρι την σύλιση των εικόνων στο κέντρο της Μόσχας και τον εξευτελισμό του ανθρώπου μέσα από την διαστροφή της νεολαίας.

 Η άσκησή του μας μιλάει για κάτι πολύ σημαντικό για την εποχή μας:Για το μυστήριο της αδιαίρετης ενότητος μεταξύ καθαρότητας και ανδρείας,χωρίς τα οποία δεν υπάρχει μαρτύριο.Τον χτύπησαν στο στήθος,στην σπονδυλική στήλη,Τον βασάνισαν.Το σώμα είναι το όργανο μέσω του οποίου ο εχθρός θέλει να φτάσει στην ψυχή.Για να είναι εφικτή η είσοδος του κακού στην ψυχή θα πρέπει να διαστραφεί το σώμα.Οι μάρτυρες του Χριστού δεν μπορεί να είναι δούλοι των ηδονών,αλλά μόνο όσοι αγάπησαν την καθαρότητα,από τον Άγιο Βονιφάτιο μέχρι την Αγία πριγκίπισσα Ελισάβετ.
Αυτή η άσκηση δίνει την δυνατότητα σε όσους το επιθυμούν, να δουν ότι υπάρχει ένας πνευματικός κόσμος ο οποίος είναι κατά πολύ ανώτερος από τον υλικό.Επειδή η ψυχή είναι ότι πολυτιμότερο υπάρχει στον κόσμο.
 Με το μαρτύριό του ο Ευγένιος μας αποκαλύπτει την ουσία:Ότι θα έρθουν δοκιμασίες,όταν ο άνθρωπος δεν θα μπορεί να ζήσει μόνο ακολουθώντας την συνείδηση και την κοσμική δικαιοσύνη,δεν θα μπορεί να μείνει έτσι απλά ένας στρατιώτης πιστός στον όρκο του,όταν εαν δεν είναι κάποιος πιστός θα είναι σίγουρα προδότης.
 Ξέρω ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει διάβολος.Ξέρω ότι και εγώ μπορεί να φτάσω να γίνω διάβολος γι αυτό πρέπει να είμαι πάρα πολύ προσεκτικός.Πρέπει να κόψω και την πιο μικρή κλίση προς το κακό.Επειδή εαν κάνεις το κακό και δεν μετανοήσεις μπορεί να απλωθεί χωρίς να το καταλάβεις και να αποκτήσει ρίζες στην ψυχή σου.Ο διάβολος είναι πολύ πονηρός.Γι αυτό ο Χριστός μας λέει,καλύτερα να μας κοπεί το χέρι ή το πόδι ή να μας βγει το μάτι παρά να υποχωρήσουμε μπροστά στον διάβολο.
 Τους χριστιανούς τους περιμένουν δύσκολοι καιροί.Αλλά όσοι ψάχνουν την καθαρότητα και την αλήθεια,θα τους δώσει ο Θεός την δύναμη να αντισταθούν.Ο Θεός θα συντομεύσει αυτήν την περίοδο,ενώ εμείς πρέπει να καταλάβουμε ότι η πνευματική αντίσταση είναι το πιο σημαντικό από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο σήμερα.
 Πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στον Θεό και να ξέρουμε ότι δεν θα εγκαταλείψει τους δικούς Του.Αυτά δεν είναι όμορφα λόγια,αυτή είναι η ζωή την οποία μαρτυρούν οι χιλιάδες των ρώσων νεομαρτύρων και ομολογητών.Αμήν
Αναδημοσίευση

Την πάνσεπτον εγκράτειαν εναρξώμεθα φαιδρώς

Την πάνσεπτον εγκράτειαν εναρξώμεθα φαιδρώς

Ή περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι κυρίως περίοδος οδύνης καί πένθους. Καί παρότι ό σημερινός ανθρωπος δέν θέλει καθόλου να πονά καί να πενθεί είναι ό πιο πονεμένος καί ό πιο σκυθρωπός. Ή περίοδος αυτή αυτό ακριβώς θέλει να μας προσφέρει την όντως ηδονή της εν Θεώ ζωής καί την ελευθερία της αθάνατης ζωής,τη διάβαση μας,το Πάσχα το δικό μας,πού θα έλθει όμως με την κατάνυψη,την περισυλλογή,την αυτομεμψία,τη νήψη και τη μετάνοια.
Το πνεύμα της Αγίας Τεσσαρακοστής δεν είναι απλώς ή αποχή μερικών βρωμάτων.Από αυτήν την παρεξήγηση θέλει να μας απαλλάξει καί η ίερή υμνολογία της περιόδου αυτής,όταν μας καλεί την πάνσεπτον έγκράτειαν έναρξώμεθα φαίδρώς. 
Όταν μας θέλει να προσλάβουμε αγάπης την λαμπρότητα, προσευχής την αστραπήν,άγνείας καθαρότητα,ευανδρείας την ίσχύν.Επίσης να προσέξουμε μήπως βρωμάτων νηστεύουσα ψυχήν μου,καί παθών μη καθα­ρεύουσα,μάτην έπαγάλλη τη άτροφίη.
Ιδιαίτερα ή περίοδος αυτή είναι υπόμνηση καί ώθηση για τους αργούς,περίεργους,φίλαρχους καί άργολόγους,αλλά καί γιά τους ράθυμους,εμπαθείς κι όλους εκείνους που έχουν αποκάμει στον αγώνα της ζωής.Είναι μια παρακίνηση για πνευματική αφύπνιση,για αναζωογόνηση της ψυχής,που θα επανορθώσει τα λάθη του παρελθόντος καί θ'ανασυγκροτή­σει τίς δυνάμεις της ψυχής.
Σταυρώσωμεν, λοιπόν αδελφοί,τα μέλη δί' εγκράτειας,νήψωμεν εις προσευχάς ώστε να καθαρθώμεν τάς αισθήσεις καί όψόμεθα τω άπροσίτω φωτί της Αναστάσεως...
Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου
You might also like:

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Η ανάγνωση αγιογραφικών αναγνωσμάτων σε νεοελληνική μετάφραση Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη κ.κ. Αμβροσίου

Η ανάγνωση αγιογραφικών αναγνωσμάτων σε νεοελληνική μετάφραση
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη κ.κ. Αμβροσίου




1. Μερικοί αγράμματοι ψαράδες της Γεννησαρέτ, όταν έλαβαν τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέραν της Πεντηκοστής, άρχισαν να διηγούνται τα μεγαλεία του Θεού «ετέραις γλώσσαις»! Αυτό που τους έδωσε την ικανότητα να μιλήσουν ξένες γλώσσες δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά η έλλαμψις του Παναγίου Πνεύματος. Είναι το «εργαλείο» με το οποίο μπορούμε κι' εμείς σήμερα, όπως και κάθε χριστιανός σε οποιαδήποτε εποχή και αν έζησε, να χρησιμοποιήσουμε για την κατανόηση των θεοπνεύστων λογίων. Η Καινή Διαθήκη περιέχει αυτά τα θεόπνευστα λόγια, την Διδαχήν Ιησού Χριστού.

2. Γι' αυτό και οι θεόπνευστοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ώρισαν, ολίγον προ της αναγνώσεως της Αποστολικής και της Ευαγγελικής περικοπής να αναπέμπεται μυστικά προσευχή προς τον Κύριον, δια της οποίας ζητείται η έλλαμψις «εν ταις καρδίας ημών», δηλ. ο εσωτερικός φωτισμός της ψυχής μας, του Παναγίου Πνεύματος εις την «κατανόησιν των ευαγγελικών κηρυγμάτων».

3. Η κατανόησις των αγίων Γραφών δεν είναι ζήτημα του νοός, αλλά της καρδίας. Είναι η βίωσις του «ελθε και σκήνωσον εν ημίν». Είναι συνάρτησις της εσωτερικής μας καθαρότητος. Είναι η βίωσις των λόγων «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».

4. Η καινοτομία που επιχειρεί ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστόδουλος με την ανάγνωση των αγιογραφικών αναγνωσμάτων κατά την θεία λατρεία σε ερμηνευτική απόδοση είναι -χωρίς αμφιβολία- μια πολύ τολμηρή προσπάθεια. Άλλους θα ενθουσιάση και άλλους θα αναστατώση. Θαυμάζω το κουράγιο του Αρχιεπισκόπου στο να ανοίγη κάθε φορά νέα μέτωπα, κάποτε μάλιστα χωρίς λόγο!

5. Προσωπικά λοιπόν πιστεύω, ότι το ζήτημα της κατανοήσεως των Αγίων Γραφών προεχόντως δεν είναι πρόβλημα γνώσεων, αλλά φωτισμού και ελλάμψεως εσωτερικής, όπως το είπαμε ήδη. Είναι δηλ. αποτέλεσμα συνεργασίας δύο παραγόντων: της θελήσεως του πιστού και της επισκιά-σεως, δηλ. φωτισμού, του Παναγίου Πνεύματος στην καρδιά του. Χωρίς αυτά κατανόηση των ιερών κειμένων δεν επιτυγχάνεται.

6. Αντί να προσπαθήσουμε να χαμηλώσουμε τις πνευματικές κορυφές, καλύ-τερα θα ήταν να μάθουμε τους πιστούς μας να θαυμάζουν τα ουράνια αγαθά, τις κορφές, και να χειραγωγούμε τις ψυχές των στο ανέβασμα στα ουράνια ύψη της αγιότητος. Υπάρχουν ακόμη άτομα παλαιοτέρων γενεών, τα οποία δεν ετελείωσαν ούτε καν το Δημοτικό! Και όμως όχι μόνο κατανοούν τα αγιογραφικά κείμενα, και μάλιστα τα ευαγγελικά αναγνώ-σματα, αλλά και τρέφονται απ' αυτά. Φρονώ ταπεινά, ότι είναι λάθος να δίδουμε τόση βαρύτητα στην ερμηνευτική απόδοση των ιερών κειμένων και να εισάγουμε τολμηρές καινοτομίες στη θεία λατρεία μας. Άλλωστε υπάρχουν τόσες και τόσες εκδόσεις ερμηνείας της Καινής Διαθήκης στις οποίες μπορεί κάποιος να αναζητήση βοήθεια.

7. Η ερμηνευτική απόδοση μιας ευαγγελικής περικοπής μπορεί βέβαια να μας βοηθήση στη γραμματική και την λεκτική κατανόηση των ιερών λογίων, αλλά δεν έχει την δύναμη να μας οδηγήση στην εσωτερική κατανόηση, στην εμβάθυνση και την «πνευματική πρόσληψη» του θείου λόγου. Το ερώτημα «γινώσκεις, α αναγιγνώσκεις;» παραμένει διαχρονικό και πάντοτε επίκαιρο.

8. Εξ άλλου το θείο κήρυγμα αυτόν ακριβώς το σκοπό εξυπηρετεί:! Κηρύτ-τουμε, για να εξηγήσουμε και να αναλύσουμε στους πιστούς μας το περιεχόμενο του Ευαγγελίου. Είναι ένα δυνατό όπλο στα χέρια μας, το οποίο οφείλουμε και πρέπει να το αξιοποιήσουμε περισσότερο για την οικοδομή των πιστών.

9. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα ήταν προτιμότερο να αυξήσουμε την ποιμαντική μας μέριμνα και να στρέψουμε την αγωνία μας στην αναζήτηση τρόπων και μεθόδων επιστροφής των πιστών στον κατά Κυριακήν εκκλησιασμό τους, στην τήρηση της εβδόμης εντολής. Το μεγαλύτερο ποι-μαντικό μας πρόβλημα σήμερα δεν είναι η κατανόηση του Ευαγγελίου, αλλ' η αραίωση του εκκλησιάσματος. Οι νέοι μας σήμερα δεν εκκλησιάζονται! Ας εργασθούμε, λοιπόν, ώστε να οδηγήσουμε τον σύγχρονο άνθρωπο στην Εκκλησία για να παρακολουθήση την θεία λειτουργία της Κυριακής και ας προσέξουμε καλύτερα το περιεχόμενο του κηρύγματός μας. Με την διπλή ανάγνωση θα καταπονήσουμε περισσότερο το εκκλησίασμα και στο τέλος θα διαπιστώσουμε, ότι με την πάροδο του χρόνου η ερμηνευτική απόδοση θα κυριαρχήση έτσι ώστε να εκτοπίση την ανάγνωση του πρωτό-τυπου κειμένου!

10. Τοιουτοτρόπως είναι σχεδόν βέβαιο, ότι ο Μακαριώτατος κ. Χριστόδουλος γι' αυτήν την καινοτομία, την οποία εισηγείται και θέτει σήμερα σε εφαρ-μογή, από τον ιστορικό του μέλλοντος θα κατακριθή. Φοβούμαι μάλιστα, ότι θα παραλληλισθή με τον τέως Πρωθυπουργό κ. Γ. Ράλλη, ο οποίος δια της καθιερώσεως του μονοτικού συστήματος και της νεοελληνικής γλώσσας κατέστρεψε την γλώσσα μας και εζημίωσε τον ελληνισμό. Δικαίως η αδίκως απεκλήθη «νεκροθάπτης της ελληνικής γλώσσας»! Αντί να μορφώση τον Έλληνα, μετέτρεψε και τους μορφωμένους σε απαιδεύτους! Οι νέες γενεές δεν έμαθαν ποτέ τι σημαίνουν οι λέξεις «αρωγή» και «ευδοκίμησις»!

11. Πρωταρχική λοιπόν μέριμνά μας πρέπει να είναι το πως θα πείσωμε τον σημερινό άνθρωπο να εκκλησιάζεται, και ότι ο κατά Κυριακήν εκκλησιασμός είναι όχι μόνο εντολή του Θεού, αλλά και ανάγκη της ψυχής. Κανείς, εξ όσων γνωρίζω, δεν επικαλέσθηκε ως δικαιολογίαν το επιχείρημα «δεν πηγαίνω στην εκκλησία, γιατί δεν κατανοώ το ευαγγελιο»! Αντιθέτως πολλοί λέγουν: «δεν μπορώ να εκκλησιασθώ, επειδή δε καταλαβαίνω την γλώσσα της λατρείας. Δεν κατανοώ την γλώσσα της Εκκλησίας»! Ώστε λοιπόν, αν πρέπει να αλλάξη κάτι, αυτό είναι η γλώσσα των υμνολογικών και των λειτουργικών κειμένων και όχι η γλώσσα του Ευαγγελίου! Αν όλα τα της λατρείας μας αλλάξουν, τότε βεβαίως να συμπεριληφθή και η γλώσσα των Ευαγγελίων. Αλλά ποιός θα τολμούσε να θέσει ένα τέτοιο ζήτημα;

12. Αν θέλαμε να βοηθήσουμε τον σημερινό άνθρωπο να επανέλθη στο Ναό και να εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή, θα μπορούσαμε να κάνουμε μερικά άλλα καινοτόμα βήματα, όπως είναι
α) η συντόμευση του χρόνου τελέσεως της θείας λειτουργίας, δια της απλουστεύσεως του μέλους, δια της παραλείψεως των «Κατηχουμένων» και της «Εκτενούς Δεήσεως», δια της αποφυγής του αργού «αλληλουαρίου» κ.α. Οπωσδήποτε όχι δια της αλλαγής των παραδεδομένων λειτουργικών τύπων. Η θεία λειτουργία μπορεί και πρέπει να διαρκεί όχι περισσότερο από μια ώρα! Τόσο άλλωστε διαρκεί μια «καθημερινή» λειτουργία!
Μερικά ακόμη καινοτόμα βήματα θα ήσαν:
β) ειδικά για τους μαθητές των Σχολείων η καθιέρωση ενός άλλου απλουστέρου λειτουργικού τύπου.
γ) Η προσθήκη η και η αλλαγή των ωρών τελέσεως της θείας λειτουργίας. Να καθιερώσουμε π.χ. μια λειτουργία το βράδυ του Σαββάτου, ώστε να διευκολυνθούν όσοι δεν μπορούν να σηκωθούν το πρωΐ της Κυριακής.
δ) Η επαναφορά της απλότητος στη ζωή των Κληρικών.
ε)Η επιστροφή μας στην χριστιανική ταπείνωση. Είμεθα Διάκονοι Χριστού, δεν ασκούμε εξουσίαν!
στ)Η αποφυγή της εκκοσμικεύσεως της Εκκλησίας και των της Εκκλησίας. ζ) Η σπανιώτερη χρήση πολυτελών αμφίων.
η) Η ταχεία διερεύνηση των καταγγελλομένων σκανδάλων και η απομάκρυνση των σκανδαλοποιών προσώπων.
θ)Η βίωση της πνευματικής ζωής, η επαύξηση της αξιοπιστίας μας ως ανθρώπων του Θεού, η ενσάρκωση οσιακών προτύπων κ.α.
Ας μη κρυβώμαστε πίσω από το δάκτυλό μας: εμείς οι κληρικοί κάποτε - κάποτε, όταν τελούμε το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, δεν είμεθα «μυσταγωγοί» και «μυσταγωγικοί», δεν βιώνουμε το «Μυστήριο», αλλά φερόμεθα και συμπεριφερόμεθα σαν ηθοποιοί, και μάλιστα σε μια πολύ αποτυχημένη έκδοση του ρόλου αυτού! Αυτό ο κόσμος συχνά το αντιλαμβάνεται και τότε μας αποστρέφεται! Ώστε λοιπόν η συμπεριφορά και η αξιοπιστία ημών των Κληρικών είναι το πιο μεγάλο εκκλησιαστικό πρόβλημα σήμερα και όχι βέβαια η γλώσσα του Ευαγγελίου!

13. Αυτά και άλλα παρόμοια ζητήματα, αργά η γρήγορα, θα τεθούν πλέον στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Θα αποδειχθή τότε, ότι η κίνηση του Αρχιεπισκόπου έγινε βιαστικά, χωρίς προετοιμασία και χωρίς προϊδεασμό των πιστών. Έτσι ξαφνικά άνοιξε μια πόρτα, την οποία απ' εδώ και εμπρός ουδείς θα δυνηθή να κλείση! Ουδείς θα είναι ικανός να ελέγξη τις εξελίξεις! Τι θα κάνωμε άραγε αν η καινοτομία του Άρχιεπισκόπου ήθελεν αποδειχθή ατελέσφορο η και βλαπτικό για τη ζωή της Εκκλησίας μέτρο; Τίποτε απολύτως. Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω. Πολλοί «νεωτεριστές» Κληρικοί ανέμεναν την ευκαιρία. Ανοίξαμε δυστυχώς τους ασκούς του Αιόλου! Ο πόνος ψυχής μας είναι ήδη βαθύς και ασήκωτος, ίσως δε και αγιάτρευτος!

14. Προσωπικά πιστεύω, ότι δεν είναι ο γυαλός στραβός, αλλ' ότι εμείς στραβά αρμενίζουμε! Ακολουθούμε ήδη μια λανθασμένη πορεία. Αντί να δώσουμε στον κόσμο ένα παράδειγμα σαρκωμένης αγιότητος, αντί να του δώσουμε ζωντανά οσιακά πρότυπα αρετής, ώστε ο σύγχρονος άνθρωπος να εμπνευσθή, να ανέβη πνευματικά και να αγιασθή, αγιαζόμενος δε να λάβη τον φωτισμό το Αγίου Πνεύματος, επιχειρούμε να από-ιεροποιήσουμε τα ιερά κείμενα! Θα μετατρέψουμε έτσι τις ευαγγελικές διηγήσεις σε χαρούμενες ιστοριούλες και θα ......καθησυχάσουμε την συνείδησή μας! Μακάρι ο συλλογισμός μου να αποδειχθή λανθασμένος! Φαίνεται, ότι τελικά ο σημερινός άνθρωπος θα συνεχίζη να παλεύει αβοήθητος στο τέλμα της ύλης και των παθών!

15. Ας μου επιτραπή να θέσω ένα ερώτημα: μήπως σε μια περίοδο, όπου οι χριστιανοί της Δύσεως αναζητούν τρόπους, για να επιστρέψουν στις αιώνιες αξίες του Ευαγγελίου, την ίδια ώρα εμείς σημειώνουμε βήματα προς τα όπισθεν; «Μαθήματα εγκράτειας όσον αφορά τη σεξουαλική τους συμπεριφορά ετοιμάζονται να παρακολουθήσουν για μια ακόμα σχολική χρονιά χιλιάδες μαθητές στις Η.Π.Α.», λέγει μια σχετική είδηση. «Υπολο-γίζεται ότι το 1/3 των Αμερικανών μαθητών θα συμμετάσχουν στα συγκε-κριμένα μαθήματα, που διοργανώνονται από το κίνημα «Abstinence Only (Εγκράτεια Μόνο), το οποίο καταδικάζει το σεξ πριν από το γαμο. Τα μαθήματα προωθούνται σε πολλά σχολεία των Η.Π.Α. ως υποκατάστατο του μαθήματος της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης» (βλ. Ο Κόσμος του Επεν-δυτή, 25.09.04). Εμείς σήμερα αποφεύγουμε να θίξουμε στα νέα παιδιά τέτοια και τόσο καυτά ζητήματα, για να μη μας παραλάβουν οι δημοσιογράφοι! Η αλλαγή της γλώσσας όμως όχι μόνο δεν ενοχλεί,, αλλά μάλλον ενθουσιάζει τους κοσμικούς κριτές μας!

16. Το ήθος, λοιπόν, στην Εκκλησία και στη ζωή των εκκλησιαστικών ανθρώπων είναι το ζητούμενο. Η βίωση της Ηθικής, στην στενή και στην πλατειά έννοιά της, είναι το αίτημα της εποχής μας. Οι σημερινοί άνθρωποι αποφεύγουν να προσέλθουν στους Ναούς μας, όχι διότι δεν κατανοούν το Ευαγγέλιο, αλλά διότι εκείνοι που το διαβάζουν, που το ερμηνεύουν και που το διδάσκουν, (δηλ. όλοι εμείς οι ιερωμένοι) δεν το βιώνουν όσο και όπως πρέπει! Προκαλούμε μάλλον και σκανδαλίζουμε! Δεν οικοδομούμε και δεν διδά-σκουμε το λαό του Θεού! Είναι, δυστυχώς περισσότεροι οι πιστοί εκείνοι, που ζητούν μια ηθική κάθαρση στούς κόλπους των ιερωμένων όλων των βαθμίδων, από εκείνους οι οποίοι ζητούν την ερμηνευτική απόδοση των αγιογραφικών αναγνωσμάτων.

Εν κατακλείδι φρονώ, ότι το θέμα της εισαγωγής της αναγνώσεως των αγιογραφικών κειμένων στη δημοτική γλώσσα πρέπει να κριθή -και θα κριθή- από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας. Εκεί όλοι με σύνεση και νηφαλιότητα θα έχουμε την ευκαιρία να σκεφθούμε, να προβληματισθούμε, να ανταλλάξωμε απόψεις και τελικώς να τοποθετηθούμε υπεύθυνα.

(Πηγή: Ι.Μ. ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ, 5-10-2004)

Προβληματισμοί για την λειτουργική γλώσσα π. Παντελεήμων Κρούσκος, εφημέριος ΙΜΝ Σωτήρος Χριστού Ποθαίας Καλύμνου

Προβληματισμοί για την λειτουργική γλώσσα
π. Παντελεήμων Κρούσκος, εφημέριος ΙΜΝ Σωτήρος Χριστού Ποθαίας Καλύμνου




Είναι σχεδόν ιεροσυλία να αναρτάται το φτωχό αυτό κείμενο αμέσως μετά την "θεωρία" του οσίου Σωφρονίου, όμως νιώθω επιτακτική την ανάγκη και ίσως το χρέος να καταθέσω κάποιες απόψεις και προβληματισμούς επί του θέματος. Πιστεύω συνειδητά πως δεν καλύπτω όλο το φάσμα των επιχειρημάτων υπέρ της διατήρησης της λειτουργικής γλώσσας ως έχει. Αλλωστε σκοπός μου είναι να γράψω αυτά που σκέπτομαι, υπάρχουν και αξιολογότερες,πιο εμπεριστατωμένες καταθέσεις.
1. Το πρόβλημα με την μεταφραστική απόδοση των λειτουργικών κειμένων δεν ξεκινά με την απόφαση και πρακτική των πατέρων της Πρέβεζας. Ίσως το φαινόμενο της Πρέβεζας μάλιστα να είναι καθαρά τοπικό και σαν τέτοιο-στερούμενο μάλιστα και γνησίων θεολογικών και παραδοσιακών προϋποθέσεων να ατονήσει. Προβλέπω μάλιστα ο ζήλος των ιδίων των εισηγητών να ψυγεί μοιραία εν καιρώ και να έρθει η επίγνωση, όπως συμβαίνει όταν λείπει το έρεισμα της αυθεντικότητας. Ας μην δαιμονοποιούμαι λοιπόν κάποιους ανθρώπους όταν η ρίζα του κακού βρίσκεται βαθύτερα (αυτό δεν σημαίνει ότι έπαψα να διαφωνώ με την πρακτική τους).

Το πρόβλημα είναι άλλο και λέγεται εκούσια αποκοπή από κάθε τι γνήσιο και παραδοσιακό. Είναι το πνεύμα της καινοτομίας,της προσωπικής πινελιάς που υπαγόρευαν πριν από 50, 100, 150 χρόνια διάφορες θεολογίζουσες και ξένες με την ρωμέικη πραγματικότητα νοοτροπίες και θεολογίες στον εκκλησιαστικό χώρο. Είναι το πνεύμα της προσωπικής θεώρησης, της επινόησης των κύκλων και του θελήματος της παρέας, το θεολογικό εφεύρημα του πουριτανού και του ορθοδοξιστή που θέλει να κόψει και να ράψει μια νέα παράδοση στα μέτρα του, ίδια με το ήθος, την οπτική, τον κόσμο του ίσως. Προσπαθώντας να αποφύγουν την παγίδα της εκκοσμίκευσης, της απρέπειας, της αταξίας, της προκατάληψης (εντελώς όμως πραξικοπηματικά και αυθαίρετα) τινές εκκλησιαστικοί κύκλοι, αποτελούμενοι από ανθρώπους βαρυσπουδαγμένους,ορθολογιστές, ιδανικά αποστειρωμένους και από θέση ξένους της παραδοσιακής πραγματικότητας αποφάσισαν πώς κάθε τι ελληνικό,λαϊκό, γνήσιο είχε ένα δυσάρεστο χρώμα βαρβαρότητας, μπασκλασαρίας, βλαχουριάς. Έτσι εντελώς ξαφνικά το βυζαντινό μέλος ήταν καθαρά ανατολικόφερτο και αμανέδικο, οι αγιογραφίες απαρχαιωμένες και σκιαχτερές, οι ιερατικοί βόστρυχοι δείγμα θηλυπρέπειας, οι αμόρφωτοι ακαδημαϊκά ιερείς πηγές αιρέσεων και διαστροφής  και τα ζωστικά χωρίς τα άσπρα μανικέτια δείγμα απλυσιάς και χωριατιάς. Έτσι έψαλαν "μελιρύτους και δακρύβρεχτους ύμνους στον Κύριο", ανέγνωθαν τις μυστικές λειτουργικές ευχές εις επήκοον όλων, ζωγραφίζοντας αξιοπρεπείς και μαντονοειδείς εικόνες και παίρνοντας πόζες σοβαρής σοβαροπρέπειας. Όλα αυτά για να παιδαγωγηθεί ο λαός στο "γνήσιο", το "αυστηρό", το χριστιανίζον ήθος και φυσικά να τους ανταποδώσει τον ... θαυμασμό, την ευγνωμοσύνη, την παραδοχή πώς απέθεσε την διαποίμανση και την τύχη του σε μορφωμένους και άξιους ηγέτες,ηθικούς, κληρικούς και μη. Όμοια και τώρα η μεταγλώττιση αυτών των ... "βαρβάρων" και "ακατανόητων" τροπαρίων, που ειρήσθω εν παρόδω τα ονομάζουν "ακαταλαβίστικα ξόρκια", έχει ως σκοπό όχι τη θεραπεία και τη διακονία των λειτουργικών αναγκών του λαού, αλλά την θεραπεία του νοησιαρχικού και προοδευτικοφανούς εγωισμού τους. 

2. Σε προηγούμενη ανάρτηση μου τόνισα πως "η εκκλησία δεν είναι μαγαζί [θέατρο, καφωδείο] για να μετέρχεται διαφημιστικών τρυκ προκειμένου να προσελκύσει κόσμο". Αν δεν νιώθει κανείς τον έρωτα του Χριστού, αν δεν νιώθει επιτακτική, βασική του ανάγκη, να εκκλησιαστεί, να λειτουργηθεί, να κοινωνήσει όσων επικοινωνιακών τρυκ και να μετέλθουμε, ακόμα και όταν τον κερδήσουμε σαν "τακτικό θαμώνα" και μάλιστα "θαυμαστή"(!) και ακροατή μας ουσιαστικά δεν τον έχουμε κερδήσει για τον Χριστό. Θεραπεύουμε πάλι μια ανάγκη καθαρά ανθρώπινη και εγωιστική: πώς να θηρεύσουμε ακροατές, θαυμαστες της πολυπραγμοσύνης και της επιδεξιότητας μας. Ακόμα και γι'αυτούς που είναι πραγματικά ξένοι με την εκκλησία, κατά την ταπεινή μου άποψη ισχύει ότι έγραψα στο άλλο post: o κόσμος ζητά την αυθεντικότητα. Δεν έχουμε το δικαίωμα να είμαστε κάτι λιγότερο ή κάτι περισσότερο από ποιμένες και ιερείς, δεν έχουμε το δικαίωμα να δείχνουμε κάτι άλλο. Δείχνουμε αυτά που έχουμε και κρινόμαστε. Καλώς αν κερδήσουμε, ατυχώς αν χάσουμε. Ο Κριτής έχει άλλα κριτήρια: επαινεί την γνησιότητα και την πρόθεση, αποστρέφεται (πιστεύω) την επιτήδευση και τον τυχοδιωκτισμό. 

3. Η Εκκλησία κάνοντας χρήση ενός κόσμου διανόησης και σκέψης, δεν ειδωλοποιεί όμως την διανόηση και την σκέψη. Αντίθετα, τα συναξάρια και τα γεροντικά είναι γεμάτα από χαρισματικούς ανθρώπους,αγίους του βιώματος, που αποστόμωναν και προβλημάτιζαν με την σοφία τους τους υψηλούς διανοητές και τους σοφούς του κόσμου. Ακόμα και αυτοί οι λόγιοι της Εκκλησίας μας, αναστήματα μπροστά στα οποία πολλοί λόγιοι του κόσμου μοιάζουν με μαθητές μπροστά στον άβακα, παραδέχονταν πώς στην κατά Χριστόν σοφία βρήκαν ανάπαυση και αλήθεια και δεν την άλλαζαν με όλη την γνώση του κόσμου. Το ίδιο και στην ιστορία των συνόδων και των αιρέσεων: Η Εκκλησία κοντά στους Αθανασίους και τους Κυρίλλους γεννούσε Σπυρίδωνες αγράμματους μα σοφούς εν Χριστώ. Αντίθετα, η αίρεση είχε ως καύχημα της πάντα την διανοητική δεινότητα, χωρίς να εξασφαλίζει και πάλι όμως την υπεροχή και σ'αυτό το πεδίο. Γιατί ποιός θα παραδεχτεί πως ο Αρειος ήταν λογιότερος του Αθανασίου και ο Βαρλαάμ του Γρηγορίου Παλαμά; Τελικά, δεν ετίθετο ούτε θέμα διανοητικής υπεροχής. Για την ορθοδοξία μετρούσε η χαρισματική θεολογία και η παράδοση. Αντίθετα στις μέρες μας η ορθοδοξία μετριέται με ακαδημαϊκούς τίτλους (αλλά αυτό είναι άλλο θέμα, ουχ ήττον όμως σχετικό).

4. Σχετικά με το ζήτημα νέοι και γλώσσα, θεωρητικά πιστεύω από τη θέση πλεόν του τριαντάρη πως ισχύει ότι και παραπάνω. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες της νεανικής αγανάχτησης και πραγματικά αυτό που ξεσηκώνει και εγείρει την αντίδραση του νέου είναι μόνο το ψέμα. Καλά βολευτήκαμε εμείς στον καθωσπρεπισμό και στο οχυρό των στεγανών και της μεγαλειότητας μας. Όμως οι νέοι ακόμα ψάχνονται, επιλέγουν, αμφισβητούν, εξεγείρονται. Κάθε φορά που ένας νέος προβάλει το επιχείρημα πως δεν πάει στην εκκλησία λόγω της γλώσσας απλά επιστρατεύει ένα εύκολο πρόσχημα. Οι αιτίες είναι άλλες και πρέπει να τις δούμε κατάματα, αντρίκεια, πατερικά, ανθρώπινα. Είναι τα κακά που εμφιλοχωρούν στην εκκλησία, όχι μόνο στα ανώτερα αρχιερατικά, αλλά και στα μέσα ιερατικά στρώματα: η διαφθορά, ο εξουσιασμός, η υποκρισία, η συσσώρευση πλούτου, η μη ανάληψη ευθυνών για πολλά στραβά και κακοχώνευτα, γενικά ότι μας αφήνει εκτιθεμένους ενώπιον του κόσμου και της χλεύης του. Δεν ηθικολογώ γράφοντας όλα τούτα. Στην εκκλησία πνέουν και αύρες παραδείσου. Αλλά αυτό το ξέρω καλύτερα εγώ, εσύ και ο κάθε υποψιασμένος, όχι ο μέσος νέος. Ο νέος λοιπον πρώτιστα θα αναζητήσει την πνευματικότητα, την καταφυγή, την λύση στο αδιέξοδο του προσώπου στην εκκλησία. Όταν βρει την γνησιότητα και την ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ, ειλικρινά θα αδιαφορήσει για τη γλώσσα, τα άμφια και τις "αρχαίες" μας τελετές. Πολλές φορές μάλιστα όλα αυτά όπως αποδεικνύεται θα τα αγαπήσει μανικώς. Για να κλείσω την ενότητα σας υπενθυμίζω και την παιδαγωγική αξία και σημασία της αρχαίας γλώσσας μέσα στην λατρεία. Όχι λοιπόν μόνο στείρα εθνοκεντρικά μηνύματα περί γλώσσης αλλα και αληθινή συναίσθηση και ευθύνη για την κληρονομιά μας.

5. Τέλος, θα ήθελα να απευθυνθώ έτσι ενώπιος ενωπίω προς τους πατέρες και αδελφούς, μόνο σαν αδελφός και ελάχιστος στο ύψος και την ηλικία αδελφός τους: Στην Εκκλησία δεν είναι ελεύθερος ο ιερέας να κάνει ότι θέλει. Να θέτει προσθήκες ή να κόβει κατά το δοκούν ό,τι δεν του αρέσει. Ο ιερέας είναι δεμένος με μία σχέση μυστική με το λοιπό μυστικό σώμα του Χριστού, είναι ορισμένος από την παράδοση, εξαρτάται απ'αυτήν. Όταν η παράδοση προάγεται δεν προάγεται από το ίδιο θέλημα αλλά από την κοινή συνείδηση και πρακτική. Ούτε πάλι τίθεται θέμα τοπικής παράδοσης και πρακτικής στα λειτουργικά (τουλάχιστον τόσο σοβαρής όσο η επιλογή της γλώσσας και μάλιστα σε μία χώρα που η γλώσσα είναι προκαθορισμένη και κοινή). Ποτέ σας δεν εκφωνήσατε στη λειτουργία "εν ενί στόματι και μιά καρδία"; Πού είναι η ενιαία και καθολική αναπομπή και προσφορά της λατρείας; Τί σας συνδέει λατρευτικά με τις άλλες εκκλησίες; Δεν είναι μόνο το πνευματικό αλλά και το γλωσσικό μέρος που είναι ουσιαστικό, γιατί κύρια είναι θεολογική και πνευματική υπόθεση η γλώσσα. Οι εκκλησίες της αλλοδαπής και οι ομόδοξοι έχουν κάποιο ελαφρυντικό όταν τελούν την λειτουργία στην τοπική διάλεκτο. Δεν είναι θέμα πάλι κατανόησης αλλά σεβασμού στον ιδιαίτερο πολιτισμό της χώρας, ώστε να μην υπερέχουν ούτε γλωσσικά οι έλληνες των ομοδόξων άλλων χωρών. Εσείς όμως παραφράζεται και μάλιστα με γλωσσικές και θεολογικές αστοχίες την ίδια την γλώσσα της μητέρας, γλώσσα με την οποία εκφράζονται τελειότερα και άρτια όλα τα θεολογικά και πνευματικά μηνύματα και νοήματα.

Αληθινά έχετε συνειδητοποιήσει πως στην εκκλησία και ειδικότερα στην ιερωσύνη δεν προσχωρήσαμε επειδή ξυπνήσαμε μια ωραία πρωΐα με θετική διάθεση αλλά επειδή ΚΛΗΘΗΚΑΜΕ από τον Αρχιποίμενα Χριστό; Ήρθαμε στην ιερωσύνη να διακονήσουμε το θεοπαράδοτο και να μεταδώσουμε από την παρακαταθήκη την ιερά στο λαό και όχι να τον κάνουμε όχημα και άκμονα συμφερόντων και απόψεων. Δεν καθορίζουν οι ποιμένες το ορθόδοξο και ορθόπραχτο αλλά η ίδια η παράδοση που είναι θεανθρώπινη δηλ. δοσμένη από τον Χριστό και από τον ΛΑΟ και εκ του λαού προβάλλονται οι άξιοι ποιμένες για τον ΛΑΟ. Αλήθεια το χριστεπώνυμο πλήρωμα ερωτάται ποτέ για τις αποφάσεις μας; Όταν τις απορρίπτει καθολικά, σκύβουμε ταπεινά το κεφάλι ψάχνοντας για ατοπήματα ή συνεχίζουμε ακάθεκτοι και άτεγχτοι τον καρδινιλιακό μας ρόλο; Από την άλλη πρέπει να αγόμαστε και να φερόμαστε από ομάδες; Γιατί στο κάτω κάτω γιατί γίναμε ιερείς: για να εισπράττουμε ηθικά και υλικά κέρδη; Για να υπακούουμε σε συμφέροντα τρίτων; Για να συμβολευόμαστε με ότι βολεύει τους πολλούς; Δεν έχουμε παράδοση, ποιμαντική ευθύνη, φιλότιμο πατρικό; Και πάλι όχι ότι βολευόμαστε με το θέλημα των πολλών αλλά δυστυχώς όπως βλέπουμε γύρω μας με το θέλημα αυτών από τους οποίους έχουμε να αποκομίσουμε κέρδη και πάλι κέρδη. Το ράσο του παπά στέκεται πολύ ψηλά για να το σουρομαδάνε οι απαιτήσεις των αιωνίως και πανταχού ευρισκομένων νευρωτικών και υστερικών λαϊκών ψευδοχριστιανών , οι οποίοι παίρνουν στο λαιμό τους με τις απαιτήσεις και τους υπόλοιπους.
Σκεφθείτε το λοπόν. αδελφοί, έστω για μια στιγμή για ποιόν σκοπό  και υπό ποιές προϋποθέσεις γίνατε ιερείς. Αν βρείτε έστω και ένα ίχνος πιθανότητας αριβισμού, τυχοδιωκτισμού κλπ συναισθανθείτε που ακριβώς βρίσκεται η ρίζα και η πηγή του κακού και μην απορείτε γιατί φτάσατε σ'αυτό το σημείο της προσωπικής απαίτησης και προπέτειας. Αν πάλι δεν βρείτε τίποτα και είστε αγνοί και όχι σαν εμένα το κνώδαλο και τον ισχυρογνώμονα τότε λέω με το φτωχό και απαίδευτο μυαλό μου, πως δεν ανησυχώ. Ο Θεός θα σας φωτίσει και θα καταλάβετε την πλάνη σας.


(Πηγή: iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2010/01/blog-post_8004.html)

Nηπτική λύσις στο πρόβλημα της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των Λειτουργικών Κειμένων (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)

Nηπτική λύσις στο πρόβλημα της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των Λειτουργικών Κειμένων (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)
alopsis
ΘΕΟΛΟΓΙΑ
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, επάνω στο χωρίο του κατά Λουκάν Ευαγγελίου, κεφάλαιο 8ο, στίχοι 5 έως 15, στα πλαίσια της ερμηνείας του κηρύγματος της Κυριακής, που έγινε την Κυριακή στις 17-10-2010.)

Ερμηνευτική προσέγγιση της παραβολής του σπορέως σε κυριακάτικο κήρυγμα

Η παραβολή του σπορέως που ακούσαμε στο σημερινό Ευαγγέλιο, η τόσο γνωστή, αλλά και τόσο άγνωστη, είναι, σε ένα πρώτο κοίταγμα πολύ εύληπτη και πολύ κατανοητή. Τόσο κατανοητή και γνωστή στο πλήρωμα του λαού της Εκκλησίας μας, που θα ερωτούσε κανείς «τι άλλες ερμηνευτικές προσεγγίσεις θα μπορούσε να κάνει κάποιος ,παρά να μιλήσει για τα γνωστά»;Κι όμως με το ίδιο αυτό κείμενο με αυτά τα λόγια του Χριστού μας ανοίγεται ένα πολύ μεγάλο θέμα, το οποίο αφορά τον κάθε Χριστιανό και είναι το πώς κατανοούνται μέσα στην Εκκλησία τα λειτουργικά κείμενα. Πως μπορούμε να ζήσουμε τα κείμενα; Πολλοί λένε ότι «δεν καταλαβαίνουμε τι γίνεται στα τελούμενα μέσα στην εκκλησία».


Το κείμενο αυτό του σημερινού Ευαγγελίου με απλό και θεολογικό τρόπο δίνει απάντηση στο πως θα μπορούμε να κατανοούμε τα κείμενα αυτά. Η απάντηση που δίνει εδώ ο Χριστός όταν Του λένε οι μαθητές Του «τι σημαίνει αυτή η παραβολή;» είναι στο πρώτο άκουσμά της προβληματική. Τους λέει: «Εσείς είστε εδώ για να ακούτε τα μυστήρια του Θεού. Οι άλλοι θα τα ακούνε σε παραβολές». Δηλαδή, το μυστήριο είναι τόσο εύκολο να κατανοηθεί; Ενώ η παραβολή που είναι μια απλή διήγηση είναι δύσκολη; Μάλιστα, όπως φαίνεται μέσα στο κείμενο ο Χριστός προβάλλει και μια πρόσθετη δυσκολία όταν λέγει ότι: «σε αυτούς μιλώ με παραβολές για να φαίνεται ότι βλέπουν, ενώ δεν βλέπουν και για να φαίνεται ότι ακούν, ενώ δεν ακούν». Αλλά, γιατί να υπάρχει αυτή η δυσκολία;
Πέρα απ᾽ όλη αυτή την δυσκολία όμως αυτή η παραβολή του σπορέως με τα ίδια τα λόγια του Χριστού ανοίγει ένα πολύ μεγάλο θέμα. Το θέμα της κατανοήσεως των λόγων της Εκκλησίας. Δίνει όμως και το κλειδί του ξεκλειδώματος αυτού του «γρίφου», θα έλεγα, που αφορά πολλές φορές τον λαό μας και που έχει ταλαιπωρήσει την Εκκλησία με τις προσπάθειες μεταφράσεως των λειτουργικών κειμένων, των ακολουθιών κ.λ.π., οι οποίες έχουν δημιουργήσει πολυποίκιλες μορφές διαταράξεως της ισορροπίας της Εκκλησίας.
Ας δούμε όμως τι κρύβεται στην ρίζα, στον πυρήνα αυτού του κειμένου του σημερινού ευαγγελίου και ας ψάξουμε να δούμε πού είναι οι λύσεις του προβλήματος αυτού. Ας ξεκινήσουμε με αυτό που λέει ο Χριστός: «ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη ακούωσι». Τι θα πει αυτό; Ότι μπορώ να βλέπω κάτι και ταυτόχρονα να μην το βλέπω; Βεβαίως. Άμα δεν έχω βαθύ κοίταγμα, άμα δεν έχω καθαρές αισθήσεις μπορεί να βλέπω κάτι και αν έχω κάποια μορφή ειδικής μυωπίας να μην το βλέπω. Μπορεί να νομίζω ότι το βλέπω, αλλά στην πραγματικότητα να μην το βλέπω. Ή αν έχω κάποια πάθηση στον εγκέφαλό μου οι άλλοι μπορεί να νομίζουν ότι ακούω τους ήχους και πως βλέπω τα διάφορα εξωτερικά ερεθίσματα και όμως εγώ να μην τα καταλαβαίνω. Άρα πολλές φορές μπορεί να υπάρχει μια βαθιά εσωτερική έλλειψη μέσα μας που δεν μας αφήνει να κατανοήσουμε αυτό που βλέπουμε και ακούμε.
Και εδώ ακριβώς ο Χριστός ανοίγει με έναν μοναδικά απλό τρόπο τον δρόμο στην νηπτική και ασκητική θεωρία της Εκκλησίας μας. Η πρότασή Του, που θα την δούμε αμέσως τώρα είναι ακριβώς το να μπούμε στην νηπτική διαδικασία της Εκκλησίας μας και στην κάθαρση των παθών όπου τότε όλα θα γίνονται κατανοητά. Έξω απ᾽ αυτήν και τα απλά πράγματα θα είναι ακατανόητα και το απλό «Κύριε ελέησον» θα είναι ακατανόητο και το «Παράσχου Κύριε» θα είναι ακατανόητο και το «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» θα είναι ακατανόητο, όλα και τα κατανοητά και τα ακατανόητα και τα μυστήρια και τα μη μυστήρια θα είναι ακατανόητα για τον νου του ανθρώπου αν δεν μπει στην πρόταση του Χριστού που κρύβει μέσα της ακριβώς αυτή τη νηπτική θεωρία.

Πιο συγκεκριμένα ποια είναι αυτή η πρότασή Του;
Η πρότασή Του ανοίγει τον δρόμο σε τρεις φάσεις: Τις αποκαλύπτει ο ίδιος ο Χριστός πολύ απλά στα τρία επίπεδα της διηγήσεως της παραβολής του σπορέως. Αυτά ήταν ο σπόρος που πέφτει στον δρόμο, ο σπόρος που πέφτει στην πέτρα και ο σπόρος που πέφτει μέσα στα αγκάθια. Στην ερμηνεία της περιπτώσεως του σπόρου που πέφτει στον δρόμο λέγει: «Κοιτάξτε έρχεται ο διάβολος και παίρνει αυτό που έχετε στον νου σας». Έτσι ανοίγει την πρώτη φάση της νηπτικής θεωρίας που είναι η πρόσληψη, ο «συνδυασμός» των λογισμών, των πειρασμών και των οποιωνδήποτε διαλογισμών. Βασικό μέγεθος για μια επικειμένη πτώση μας ή για τα περαιτέρω πάθη μας είναι η κουβέντα που κάνουμε με τον διάβολο, ο «συνδυασμός» λένε οι Πατέρες που κάνουμε με τον διάβολο. «Συνδυασμός» σημαίνει αποδοχή του πειρασμού. Είναι το πρώτο μέγεθος. Το λέει ο Χριστός: « Έρχεται ο διάβολος και παίρνει [τον λόγο του Θεού που έχει σπείρει ο Θεός στην ψυχή του ανθρώπου]». Βάζει λοιπόν τον ακροατή της παραβολής στο πρώτο στάδιο της νηπτικής θεωρίας που είναι ότι δεν πρέπει ο άνθρωπος να κουβεντιάζει με τον πειρασμό. Δεν πρέπει να προσλαμβάνει τον λόγο του πειρασμού. Ο διάβολος μπορεί να έρχεται και να μου λέει οτιδήποτε αλλά εγώ δεν πρέπει να τον δέχομαι, να προσλαμβάνω εκείνα που μου λέει.
Στο δεύτερο επίπεδο που είναι ο σπόρος που πέφτει επάνω στην πέτρα, κατά το οποίο μπορεί να δεχθείς τον λόγο του Θεού με χαρά αλλά να μη καρποφορήσει, η αποτυχία οφείλετε στο ότι αυτό το μέγεθος δεν το καλλιέργησες σε βάθος και σε χρόνο. Ό,τι κάνει η Εκκλησία το κάνει σε βάθος και σε χρόνο.
Κάθε τι στην Εκκλησία θέλει μια εμμονή, μια επιμονή, με προσευχή, με ταπείνωση, με πολλή άσκηση και με πολύ πόνο. Γι᾽ αυτό βλέπετε σε αυτήν την περίπτωση προσλαμβάνει ο άνθρωπος τον λόγο του Θεού με πολλή χαρά αλλά επειδή δεν έχει ριζώσει σε βάθος μέσα στην ψυχή του, δεν γίνεται τίποτα. Εδώ ο Χριστός μας ζητά πέρα από τον μη συνδυασμό με τον πειρασμό να αποκτήσουμε ένα βάθος. Το βάθος αποκτάται με πολυχρόνια δουλειά. Βλέπετε ένας εργάτης για να ανοίξει έναν βαθύ λάκκο, πόσες ημέρες, ίσως και μήνες , πρέπει να εργασθεί και να δουλέψει.
Χρειάζεται λοιπόν, μια επιμονή στα ίδια τα μεγέθη. Βλέπετε η Εκκλησία κάθε μέρα κάνει Όρθρο, Θεία Λειτουργία και Εσπερινό. Κάνει τα ίδια και τα ίδια. Φαίνονται τα ίδια αλλά καλλιεργούν το βάθος. Η Εκκλησία μας καλεί κάθε μέρα να προσευχόμαστε, κάθε τόσο να νηστεύουμε, να είμαστε και να μένουμε στις ίδιες αρετές μόνιμα. Κι είναι αυτό το βάθος που προσπαθεί η Εκκλησία να καλλιεργήσει, που το ξεχνάμε γιατί είμαστε πρόχειροι. Αυτό είναι το δεύτερο στοιχείο αυτής της νηπτικής θεωρίας το οποίο μετά αξιοποιήθηκε από όλους τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας.
Και το τρίτο στοιχείο αυτής της νηπτικής θεωρίας είναι εκεί όπου πέφτει ο σπόρος στα αγκάθια και δεν προσλαμβάνεται. Και λέει ο Χριστός το γιατί. Μιλάει για τις ηδονές και τον πλούτο. Μιλάει για πράγματα τα οποία μας δένουν με τον κόσμο και δεν μπορούμε να προσληφθούμε από τον Θεό, ούτε να προσλάβουμε τα του Θεού. Εγκαταλείπουμε όλη την στροφή προς τον Θεό που κάναμε κάποια στιγμή δια της μετανοίας, που είναι η μεγαλύτερη αρετή και στρεφόμαστε στα πράγματα του κόσμου με τα οποία πρέπει μόνο περιστασιακά να εμπλακούμε απλά και μόνο για να κάνουμε χρήση. Και εκεί δενόμαστε.
Και τα τρία αυτά επίπεδα, δηλαδή η μη πρόσληψη των πειρασμών, το να μην ασχολείται κάποιος με τα πράγματα του κόσμου, πέρα από εκείνο που είναι αναγκαίο για να το χρησιμοποιεί και η μη τέλεση της δουλειάς, της νηπτικής εργασίας δηλαδή, σε βάθος είναι τα βασικά μεγέθη -άξονες της Ορθοδόξου Νηπτικής Θεωρίας. Έτσι θα την λέγαμε. Αν διαβάζατε όλη την φιλοκαλία και όλο τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη στην ρίζα τους αυτά θα βρίσκατε. Αυτά αξιοποιήθηκαν και από τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Λοιπόν έτσι γίνεται η αποκάλυψη του μυστηρίου [του να αρχίσεις να ακούς πραγματικά και να καταλαβαίνεις αυτά που ακούς μέσα στην Εκκλησία]. Ο Θεός παραμένει μυστήριο αλλά αποκαλύπτεται στις ανθρώπινες αισθήσεις, αν όμως προηγουμένως οι ανθρώπινες αισθήσεις καθαρισθούν και καλλιεργηθούν. Και θα καλλιεργηθούν με αυτά τα μεγέθη επάνω σε αυτούς τους άξονες της νηπτικής θεωρίας. Αν οι αισθήσεις δεν καλλιεργηθούν και τα μυστήρια του Θεού, που είναι δυνατόν να κατανοηθούν, θα παραμένουν ακατανόητα.
Αλλά ακατανόητο είναι επίσης και το ότι γινόμαστε οι ίδιοι ακατανόητοι όταν μπαίνουμε μέσα στην Εκκλησία και λέμε: «δεν καταλαβαίνουμε τίποτα» και διαμαρτυρόμαστε. Και ζητάμε εξωτερικές αλλαγές [μεταφράσεις των κειμένων κ.λ.π.]. Αλλά αυτά τα πράγματα δεν διορθώνονται έτσι. Η αλλαγή πρέπει να γίνει μέσα μας. Και η αλλαγή θα γίνει μέσα μας όταν συμβούν τα παραπάνω. Και τότε επειδή ανοίξαμε τον δρόμο στην Χάρη του Θεού, η χάρις του Θεού θα μας φωτίσει και τότε όλα θα γίνονται κατανοητά.
Αυτά είναι η λύση του λεγομένου «προβλήματος της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των λειτουργικών κειμένων». Αυτός είναι ο άξονας. Για αυτό αυτή η παραβολή του σπορέως είναι πάρα πολύ καίρια, γι᾽ αυτό και το θέμα αφορά ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας. Και αν εσείς διαμαρτυρηθείτε ότι αυτά τα οποία τελέσαμε εδώ σήμερα στη Θεία Λειτουργία δεν τα καταλάβατε, πριν να διαμαρτυρηθείτε και πριν διαβάσετε ερμηνευτικές προσεγγίσεις από κείμενα, πράγμα που ασφαλώς σας παροτρύνω να κάνετε, θα πρέπει να μπείτε σε αυτά τα μεγέθη της νηπτικής θεωρίας. Βιωματικά όμως και στο τρίπτυχο που αναλύσαμε. Και τότε όλα αποκαλύπτονται με τη χάρη του Θεού.
Η παραβολή του σπορέως... Τόσο γνωστή και τόσο άγνωστη... Τόσο μυστήριο και τόσο φανερούμενο... Κι όλα να εξαρτώνται από μας...



* Η αρχική απομαγνητοφώνηση και λεκτική επεξεργασία έγινε από τον μοναχό Δαμασκηνό Αγιορείτη (impantokratoros.gr). Οι λοιπές διορθώσεις και επιμέλεια έγιναν από την floga.gr.

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Θεοδρομία, έτος ιε᾽ τεύχος 1 Ιανουάριος-Μάρτιος 2013, σελ. 10-14)

Τι σημαίνει να γίνουμε ευέλικτοι; (Βασίλης Καραποστόλης, καθηγ. Πολιτισμού και Επικοινωνίας Παν/μίου Αθηνών)

Τι σημαίνει να γίνουμε ευέλικτοι; (Βασίλης Καραποστόλης, καθηγ. Πολιτισμού και Επικοινωνίας Παν/μίου Αθηνών)
alopsis
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η απαγκίστρωση από τις αποκτημένες ικανότητες μολύνει την κοινωνία με νέου τύπου ανασφάλεια και στοιχίζει στην οικονομία
Να γίνετε ευέλικτοι... Ιδού τι ζητούν σήμερα οι περιστάσεις, οι ανάγκες, η οικονομία, τα ήθη. Η λέξη δεν ηχεί άσχημα κατ’ αρχήν. Την ακούει κανείς και στον νου του έρχονται εικόνες γεμάτες από κίνηση και πλαστικότητα. Αλλά αμέσως οι εικόνες εξαφανίζονται από τη στιγμή που η λέξη συνδεθεί με συγκεκριμένες ενέργειες, οι οποίες επιβάλλεται να γίνουν.


Πρέπει να ενεργούμε ευέλικτα, να σκεφτόμαστε ευέλικτα, να φερόμαστε ευέλικτα. Η επιταγή είναι αμείλικτη και φέρει τη σφραγίδα του οικονομικού επείγοντος.Εδώ και αρκετό καιρό το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έδειχνε πως αυτά που παλαιότερα αποτελούσαν αρρυθμίες στη λειτουργία του άρχισαν να γίνονται ο κυρίαρχος ρυθμός του, ένας ρυθμός άτακτος, σπασμωδικός που αυξομείωνε απότομα την παραγωγή, που νέκρωνε απότομα ολόκληρους κλάδους και απαιτούσε γρήγορα την αναζωογόνηση άλλων.
Ολο και συχνότερα οι εργαζόμενοι ήταν υποχρεωμένοι είτε να μετακινούνται σε νέες θέσεις εργασίας είτε να μένουν χωρίς εργασία, κεραυνοβολημένοι από απρόβλεπτες αλλαγές. Σήμερα το κεραυνοβόλημα έγινε κανόνας. Και για να ελεγχθεί κάπως ο αριθμός των θυμάτων, οι πολιτικοί, οι επιχειρήσεις, ακόμη και η εκπαίδευση ζητούν από τους εργαζόμενους να γίνουν περισσότερο ευέλικτοι.
Αυτό γενικά σημαίνει να μπορούν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μιας καινούργιας δουλειάς χρησιμοποιώντας «δεξιότητες» που δεν είχαν ως τότε. Πράγμα που στη συνέχεια σημαίνει πως είναι υποχρεωμένοι να προετοιμάζονται, να βρίσκονται σε εγρήγορση, να είναι πρόθυμοι να ξεχάσουν όσα είχαν μάθει για να τα αντικαταστήσουν με άλλα τα οποία θα είναι κι αυτά προσωρινά. Η γνώση η ίδια γίνεται προσωρινή.
Γιατί όχι; Θα ρωτούσε ένας θιασώτης της εξέλιξης για την εξέλιξη. Στην περίπτωση όμως αυτή δεν θα έπρεπε να μιλάμε και για θεμελίωση. Και χωρίς μια κάποια θεμελίωση αυτών που προσλαμβάνει και επεξεργάζεται η διάνοια, δεν μπορεί να υπάρχει μάθηση, επειδή λείπει η θέληση για μάθηση. Κανένα παιδί, κανένα σπουδαστή, όπως και κανένα τεχνίτη ή επιστήμονα δεν θα τον είλκυε η διαδικασία της μάθησης, αν του έλεγαν ότι αυτά που θα σημειώσει, θα σκεφτεί και θα τα εφαρμόσει κατόπιν είναι εξ αρχής τόσο ευπαθή, τόσο τρωτά απέναντι στον χρόνο, ώστε το μόνο που έχει πραγματικό ενδιαφέρον είναι να δει κανείς πόσο γρήγορα θα παραμεριστούν ως άχρηστα. Οταν το αντικείμενο της προσοχής μας φαντάζει μακροχρονίως άχρηστο, τότε κι εμείς νιώθουμε πως ματαιοπονούμε. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς προοπτική.
Η ύπαρξη, ακόμη και η πιο στριμωγμένη, έχει ανάγκη να τεντωθεί στον χρόνο. Ομως το άπλωμα σήμερα απαγορεύεται. Απεναντίας, συνιστάται το μάζεμα, η επιφυλακή, η προσεκτική στη συνέχεια έξοδος από το κέλυφος και η περιήγηση από δω κι από κει μέχρι να βρεθεί μια νέα τρυπούλα να χωθεί κανείς, μια νέα απασχόληση.
Αυτή είναι λοιπόν η ευελιξία. Μια τεθλασμένη πορεία από κάπου προς το οπουδήποτε, και από εκεί προς το οπουδήποτε αλλού.
Τι κερδίζεται μ’ αυτό; Πιθανόν η επιβίωση (αν και ποτέ οριστικά). Τι χάνεται; Η αίσθηση της προσωπικής συνέχειας. Αλλά δεν είναι δα και τόσο μεγάλο το κόστος, θα πουν μερικοί. Αφού και χωρίς να βασίζονται σε κάποιες σταθερές αρχές, γνώσεις ή πεποιθήσεις, οι άνθρωποι μπορούν να συνεχίζουν να εξασφαλίζουν τη ζωή τους και να πνίγουν τη μελαγχολία τους στη μικροδιασκέδαση που η κοινωνία πάντα θα φροντίζει να τους δίνει.
Η άποψη αυτή θέλει να λέγεται «ρεαλιστική». Αλλά δεν είναι καθόλου τέτοια, και δεν είναι ούτε καν στο οικονομικό επίπεδο.
Πράγματι, η ώθηση των εργαζομένων σε διαρκή μετατόπιση, ο εξαναγκασμός τους να εγκαταλείπουν μαζί με τις θέσεις εργασίας τις οποίες κατείχαν, τη βεβαιότητά τους πως τουλάχιστον ορισμένα πράγματα στη δουλειά τους τα ήξεραν (και μερικοί απ’ αυτούς τα ήξεραν καλά), αυτή η απαγκίστρωση από τις ίδιες τις αποκτημένες ικανότητές τους μολύνει την κοινωνία με μια νέου τύπου ανασφάλεια κι αυτή στοιχίζει ήδη αρκετά στο οικονομικό σύστημα. Λιγοστεύουν επικίνδυνα αυτοί που μπορούν να δουλέψουν σε βάθος.
Η ευέλικτη εργασία ευνοεί την ευκολία και εμποδίζει την εμβάθυνση. Ομως η εμβάθυνση είναι αναγκαία για την παραγωγή καινοτομιών καθώς και για την παραγωγή ποιοτικών αποτελεσμάτων σε κάθε τομέα. Αν δεν αγκυροβολήσει το μυαλό σε μερικά σημεία, αν δεν αφοσιωθεί στο να λύσει μερικά προβλήματα, αν δεν αγνοήσει τα ζιζάνια που του ψιθυρίζουν «παράτα το, άσ’ το και φύγε, μην είσαι μονομανής», αν δεν κλείσει τ’ αυτιά του ο εργαζόμενος στους ψιθύρους των περισπασμών και δεν συγκεντρωθεί σε ό,τι κάνει, δεν θα δώσει ποτέ η εργασία του μια αξία στο προϊόν του που να ξεπερνά το παροδικό και να εμπλουτίζει τον κόσμο σε κάτι.
Εφόσον λοιπόν χρειαζόμαστε τη διάρκεια, πρέπει να επιμείνουμε στην ποιότητα. Αν η Ελλάδα θέλει τη μακροημέρευση, πρέπει να πει όχι στην επιφανειακή παραγωγικότητα, στην άκρα ευελιξία που τάχα θα την κάνει πιο ανταγωνιστική.
Πιο βασικό και από τη μείωση του χρέους μας είναι να μην ανταγωνιστούμε τον εαυτό μας. Και μια πλευρά του εαυτού μας είναι συνδεδεμένη (και είναι σε κάθε λαό) μ’ αυτό που σήμερα βιαστικά υποτιμάται: τη μαστοριά, ή ό,τι απέμεινε απ’ αυτήν. Ενας άνθρωπος, όπως και ένας λαός, νιώθει καλά μόνον όταν κάνει κάτι καλά και είναι γι’ αυτό υπερήφανος. Με την ευελιξία ποτέ δεν θα έρθει ένα τέτοιο αίσθημα. Αλλά και καμιά ανάπτυξη επίσης που να έχει μέλλον.


Ζούμε εποχή της κενότητας; (Σεβ. Μητροπολίτης Κισάμου & Σελίνου Αμφιλόχιος)

Ζούμε εποχή της κενότητας; (Σεβ. Μητροπολίτης Κισάμου & Σελίνου Αμφιλόχιος)
alopsis
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
«Αν πιστεύαμε στην αιωνιότητα, θα παραδινόμαστε λιγότερο στην στιγμή» (Γκαίτε)
Επίκαιρα όσο ποτέ φαίνεται να ακούγονται τα λόγια αυτά του Γκαίτε καθώς μοιάζει να δικαιώνονται όσοι αποκαλούν την εποχή μας «εποχή της κενότητας» αφού κυρίαρχο στοιχείο της είναι το αίσθημα της απογοήτευσης και της διάψευσης των προσδοκιών, της ψυχικής και συναισθηματικής ανεπάρκειας στον σύγχρονο άνθρωπο. Μεθυσμένοι στην ευημερία της κατανάλωσης και αφομοιωμένοι από τον… «πολιτισμό» της αδηφαγίας που ονομάσαμε πρόοδο και ευημερία δεν διστάσαμε να νεκρώσομε την συνείδηση μας με κατανάλωση, απαντώντας με… shopping therapy στην πνευματική μας ατροφία.


Η διαφήμιση και το μάρκετινγκ μας έπεισαν ότι η ευτυχία μας έγκειται στην δυνατότητα να αγοράζομε και να καταναλώνομε. Όραμα μας: Το να μπορούμε να έχομε και να καταναλώνομε περισσότερα απ΄ όσα μας χρειάζονται. Θεωρήσαμε ως φτώχια όχι την στέρηση των αναγκαίων, αλλά το να μην μπορούμε να ξοδεύομε ελεύθερα. Έτσι πολλαπλασιάσαμε τις ανάγκες μας χωρίς να ανταποκρίνονται στο βαθύτερο νόημα της ύπαρξης μας. Προσπεράσαμε τον συνάνθρωπο, χάσαμε την ποιότητα, την ουσία και αξία της ζωής. Δεν υπάρχει χώρος να ακουμπήσουμε όνειρα, ιδέες, μάχες για δημιουργία κάτι νέου στην ζώσα ρίζα του παλιού. Συνέπεια και αποτέλεσμα: Το άγχος, οι ανασφάλειες που μας βασανίζουν. Ζώντας την άβυσσο του αιώνα της ένδειας στόχων και νοημάτων φανερώνεται ολοένα και περισσότερο η απέραντη δίψα για μια ζωή πιο ολοκληρωμένη και μεστή νοήματος.
Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Βασανιστικό το ερώτημα. Να σταματήσομε τον πολιτισμό, την επιστήμη, την τεχνολογία, την πληροφόρηση; Προφανώς και όχι καθώς όλα αυτά βρίσκονται μέσα στην ζωή μας και δεν μπορούμε να πούμε όχι στην ζωή. Συνεπώς; Βρίσκω ιδιαίτερα επίκαιρα τα λόγια που σημειώνει σε ένα από τα πολλά βιβλία του ο αοίδιμος γέροντας και μακαριστός προκάτοχος μας Μητροπολίτης κυρός Ειρηναίος. Γράφει λοιπόν: «…Όσα λόγια λέγονται, κι όσα έργα γίνονται με θόρυβο πολύ έτσι που να ξιπάζουν τ΄ αυτιά και τις ψυχές των ανίδεων όσο και αν φαίνονται λαμπρά και μεγάλα δεν μπορούνε να ονομαστούνε γνήσια και αληθινά και δεν μπορούνε νάχουν την σφραγίδα της αιωνιότητας. Γιατί είναι γνωστό πως μέσα στη φύση και μέσα στη ζωή όλα τα μεγάλα πράγματα γίνονται σιωπηλά κι αθόρυβα…».
Στον εκκωφαντικό λοιπόν κομπασμό, την αυτοδιαφήμιση και αυτοπροβολή της εποχής μας, τα οποία τείνουν να γίνουν μόνιμη παγίδα εγκλεισμού στον εαυτό μας, μακριά από την γνήσια ζωή, μήπως ήρθε ο καιρός να σταματήσει «το άσκοπο να συναγωνίζεται το παράλογο και τον αγώνα να κερδίζει πάντα το τραγικό»; (Αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς). Μήπως, δηλαδή, είναι καιρός να πιστέψομε περισσότερο στην αιωνιότητα και λιγότερο στην στιγμή;



Τρίτη 13 Αυγούστου 2013

Το κενό της ζωής μας δεν κρύβεται πίσω από την χαμογελαστή βιτρίνα του κόσμου.

Το κενό της ζωής μας δεν κρύβεται πίσω από την χαμογελαστή βιτρίνα του κόσμου.

Την φτώχια της ψυχής δεν την αναπληρώνουν τα πολυτελή ενδύματα, τα ψεύτικα χαμόγελα και το ...μακιγιάρισμα.
Από την άλλη μεριά την αρχοντιά της ψυχής δεν μπορεί να την καλύψει η ενδυματολογική ένδεια, ούτε τα ταλαιπωρημένα πρόσωπα από τον κόπο και τον μόχθο της ζωής.

Η αληθινή ζωή κρύβεται μέσα στην απλότητα των πράξεων, μέσα στην σιωπή των λόγων, μέσα στα βουρκωμένα πρόσωπα των μετανοούντων.

Η κοσμική ζωή ερωτοτροπεί με τα ψέμα, την οίηση, την αποξένωση, την φαυλότητα, την ψυχοπάθεια, την καταστροφή.

Άνθρωποι χαμογελαστοί, μακιγιαρισμένοι, ευπρεπισμένοι, καθωσπρέπει, βαδίζουν αργά αλλά σταθερά προς μια βουτιά θανάτου. Βαδίζουν παρασύροντας ο ένας τον άλλο προς την απώλεια τους Φωτός, της Αλήθειας, της Ζωής.

Άνθρωποι που τονίζουν το χαμόγελό τους με κραγιόν και λευκασμένες οδοντοστοιχίες, ζουν μέσα στην απελπισία της μοναξιάς, μέσα στο σκοτάδι της κατάθλιψης. Διότι επέλεξαν μία ζωή χωρίς γνησιότητα, επέλεξαν να πορεύονται με πονηρία και εμπάθεια, επέλεξαν την δόξα, την εξουσία, το χρήμα, την σάρκα, τα εύκολα και όχι τις δυσπρόσιτες κορυφές των αρετών.

Η ζωή του κόσμου (κοσμικό φρόνημα), προσφέρει μία καλή βιτρίνα, είναι μία "εξαιρετική" κάλυψη της ανεπάρκειας των ανθρώπων να ευτυχίσουν προσφέροντας το εγώ τους θυσία προς τους άλλους.
Το θέμα δεν είναι να ζήσουμε μέσα σε μία βιτρίνα ζωής, αλλά να ζήσουμε την όντως Ζωή.
Το θέμα δεν είναι να έχουμε πάντοτε ένα λαμπρό χαμόγελο, αλλά να είμαστε ευτυχισμένοι και ειρηνικοί διαμέσου του βιώματος της αγάπης του Θεού.

Το θέμα δεν είναι να πορευόμαστε κρατώντας το λάβαρο του καθωσπρεπισμού ψηλά, αλλά να βαδίζουμε μέσα στα μονοπάτια της ταπείνωσης και της σιωπής, στα ηλιοβασιλέματα της αναζήτησης Εκείνου.

Διότι μόνο Εκείνος μπορεί να μας δώσει νόημα στην ζωή μας, μόνο Εκείνος μπορεί να μας φωτίσει ώστε οι προτεραιότητες και οι επιλογές της ζωής μας να αποκτήσουν και μία εσχατολογική προοπτική.

Η ζωή του χριστιανού είναι μία ζωή «ξένη». Ξένη προς τις απαιτήσεις και τα "πρέπει" του κόσμου. Ξένη προς τα μακιγιαρισμένα πρόσωπα της θλίψης και των αδιεξόδων.

Η ζωή του χριστιανού είναι η απόδειξη ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζει χωρίς να είναι υπόδουλος στην μόδα, στις ηθικιστικές συμπεριφορές, στα προσωπεία της αυτοτελείωσης.

Ο Χριστός στέκει αναλλοίωτος μπροστά στην ανθρωπότητα. Ο χριστιανός στέκει αναστημένος μπροστά στην πτώση της αμαρτίας. 

Ζούμε και Επιλέγουμε. 

Ζούμε είτε με την αγωνία να βρούμε τον Θεάνθρωπο τείνοντας προς την Ατέλεστη Τελειότητά Του ή θα κυλιόμαστε μέσα στα σπασμένα αυτοείδωλα της εγωπάθειας του κόσμου, χαμένοι μέσα στις κοσμικές αγορές των ψεύτικων χαμόγελων.


Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Γιορτή της Παναγίας.. Η αληθινή ιστορία του αυτοκρατορικού Παρακλητικού Κανόνα

Γιορτή της Παναγίας.. Η αληθινή ιστορία του αυτοκρατορικού Παρακλητικού Κανόνα


Γράφει ο Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος
Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα της ύστερης Βυζαντινής περιόδου και είναι γραμμένο σε πρώτο ενικό πρόσωπο.

Τις μισές από τις δεκαπέντε ημέρες πριν από την εορτή της Υπεραγίας Θεοτόκου στις Ορθόδοξες Εκκλησίες ψάλλεται ο Μέγας Παρακλητικός Κανόνας. Πρόκειται για εξαιρετικής έμπνευσης εκκλησιαστικό ύμνο του αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεοδώρου Β΄ Δούκα Λασκάρεως, υιού του μεγάλου πατέρα του, αυτοκράτορα Αγίου Ιωάννη Βατάτζη. Από τους ειδικούς θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα της ύστερης Βυζαντινής περιόδου και είναι γραμμένο σε πρώτο ενικό πρόσωπο, κάτι όχι σύνηθες.


Ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Β΄ Δούκας Λάσκαρης ανήλθε στον θρόνο της Νικαίας το 1254, σε ηλικία 32 ετών και απεβίωσε τέσσερα χρόνια μετά. Η αιτία του θανάτου του δεν έχει απολύτως εξακριβωθεί. Λέγεται ότι έπασχε από ανίατη ασθένεια, που τον οδήγησε στον τάφο, όμως δεν ήσαν λίγοι όσοι επιδίωξαν τον θάνατό του, μεταξύ των οποίων πιθανολογείται ότι ήταν και ο Μιχαήλ Παλαιολόγος. Ο ιδρυτής της δυναστείας των Παλαιολόγων για να καταλάβει τον θρόνο ετύφλωσε τον ανήλικο υιό του Θεοδώρου, Ιωάννη Δ΄ Λάσκαρη (1250-1305), ο οποίος έζησε το υπόλοιπο του βίου του ως μοναχός. Σημειώνεται πως πριν το τέλος της ζωής του Ιωάννη τον επισκέφθηκε ο υιός του Μιχαήλ Ανδρόνικος Παλαιολόγος και του ζήτησε ταπεινά συγγνώμην για την ενέργεια του πατέρα του. Ο Θεόδωρος Β’ Δούκας Λάσκαρης στα λίγα χρόνια της βασιλείας του, όπως γράφει ο μέγας βυζαντινολόγος Κρουμβάχερ, «δεν απομακρύνθηκε των λαμπρών του πατρός του παραδόσεων εις την διοίκηση του κράτους, ιδίως δε απέκτησε ανθηρά οικονομικά χωρίς καταπιεστική φορολογία, παράλληλα δε ήταν φίλος της Παιδείας. Αν και φιλάσθενος, ήταν εξαίρετος στρατιώτης».

Μέσα σε μύριες δυσκολίες και υπονομεύσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της αυτοκρατορίας ο Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης πέτυχε να διατηρήσει ισχυρή την σε εξορία Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Παράλληλα σπούδασε με πάθος τις επιστήμες της εποχής -φιλολογία, μαθηματικά, φυσική και φιλοσοφία - κοντά στους Νικηφόρο Βλεμμύδη και Γεώργιο Ακροπολίτη και συνέλεξε βιβλία που, κατά τον Κων. Σάθα, ήσαν τόσα «όσα ούτε ο υπερηφανευόμενος για την βιβλιοθήκη του στην Αλεξάνδρεια Πτολεμαίος δεν είχε συγκεντρώσει».

Κοντά στους πολέμους και στην αντιμετώπιση των σε βάρος του δολοπλοκιών εύρισκε χρόνο για να αναπτύξει την ελληνορθόδοξη Παιδεία στην αυτοκρατορία. Ο ίδιος παρομοίαζε τη χαρά του από το ενδιαφέρον που έδειχναν για την ελληνική Παιδεία οι υπήκοοι του με εκείνη του κηπουρού που βλέπει τον κήπο του γεμάτο από καρπούς. Ο Βασίλιεφ, άλλος σπουδαίος βυζαντινολόγος, περιγράφει το πόση ελληνική υπερηφάνεια ένιωσε ο αυτοκράτορας όταν επισκέφθηκε την Πέργαμο. Τότε βεβαίως οι Γερμανοί δεν είχαν αφαιρέσει τον επιβλητικό ναό, που πιστεύεται πως ήταν αφιερωμένος στον Δία και βρίσκεται στο Μουσείο του Βερολίνου. Η υπερηφάνεια αυτή για την καταγωγή του φαίνεται και από τα γνωμικά του που διασώθηκαν, όπως: « Απασών γλωσσών το ελληνικόν υπέρκειται γένος» και «Πάσα τοίνυν φιλοσοφία και γνώσις Ελλήνων εύρεμα...Συ δε ω Ιταλέ, τίνος ένεκεν εγκαχαύσαι;».

Πέραν του ποιητικού του ταλέντου ο Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης ήταν και έγκριτος θεολόγος και εν μέσω μυρίων δυσκολιών υπεράσπισε τα δίκαια της Ορθοδοξίας έναντι των Λατίνων. Σε γράμμα του προς τον επίσκοπο Κορώνης γράφει, μεταξύ των άλλων: «... Απολογείται σοι η βασιλεία μου ότι η καθ’ ημάς αγιωτάτη του Θεού μεγάλη Εκκλησία , καθώς μέλλεις γνωρίσαι εκ των κατωτέρω ρηθησομένων εγγράφων, μαρτυριών και ρήσεων ευαγγελικών, το Πνεύμα το άγιον εκ του Πατρός και μόνου εκπορεύεσθαι δογματίζει, εκ του Υιού δε ουκ εκπορεύεσθαι μεν φαμέν, δια του Υιού δε χορηγείσθαι ημίν προς κάθαρσιν και αγιασμόν, και πιστεύομεν και δοξάζομεν...». Λίγο προ του θανάτου του και έχοντας αντιληφθεί το τέρμα της επίγειας ζωής του ο Θεόδωρος αντάλλαξε τον αυτοκρατορικό μανδύα με το ταπεινό μοναχικό ένδυμα.

Όπως γράψαμε ήδη, στη βραχύχρονη βασιλεία του ο Θεόδωρος γνώρισε πολλές πίκρες, τον βρήκαν συμφορές και ασθένειες, αντιμετώπισε δολοπλοκίες, πολέμους και προδοσίες. Καταφυγή του ήταν η Παναγία, όπως εκφράζεται και μέσα από τον Μεγάλο Παρακλητικό του Κανόνα.

Αναφέρουμε πέντε χαρακτηριστικούς ύμνους:
«Καταιγίς με χειμάζει, των συμφορών Δέσποινα, και των λυπηρών τρικυμίαι καταποντίζουσιν, αλλά προφθάσασα, χείρα μοι δος βοηθείας, η θερμή αντίληψις και προστασία μου».

«Οι μισούντες με μάτην, βέλεμνα και ξίφη και λάκκον ηυτρέπισαν, και επιζητούσι, το πανάθλιον σώμα σπαράξαι μου και καταβιβάσαι προς γην, Αγνή επιζητούσιν, αλλ’ εκ τούτων προφθάσασα, σώσον με».

« Από πάσης ανάγκης, θλίψεως και νόσου και βλάβης με λύτρωσαι και τη ση δυνάμει, εν τη σκέπη σου φύλαξον άτρωτον, εκ παντός κινδύνου και εξ εχθρών των πολεμούντων και μισούντων με Κόρη πανύμνητε».

« Τα νέφη των λυπηρών εκάλυψαν, την αθλίαν μου ψυχήν και καρδίαν, και σκοτασμόν εμποιούσι μου Κόρη, αλλ΄ η γεννήσασα Φως το απρόσιτον, απέλασον ταύτα μακράν, τη εμπνεύσει της θείας πρεσβείας σου».

« Την δέησιν μου δέξαι την πενιχράν και κλαυθμόν μη παρίδης και δάκρυα και στεναγμόν, αλλ’ αντιλαβού μου, ως αγαθή, και τας αιτήσεις πλήρωσον. Δύνασαι γαρ πάντα ως πανσθενούς Δεσπότου Θεού Μήτηρ, ει νεύσεις έτι μόνον προς την εμήν οικτράν ταπείνωσιν».

Είναι βέβαιο πως ο Μικρός Παρακλητικός Κανόνας είναι δημοφιλέστερος του Μεγάλου και ψάλλεται σε κάθε περίσταση. Όμως και ο Μεγάλος αγγίζει τις καρδιές των πιστών, ενώ ο σπουδαίος ποιητής του και σημαντικός Έλληνας αυτοκράτορας Θεόδωρος Β’ Δούκας Λάσκαρης παραμένει για τους πολλούς άγνωστος. Μακάρι να υπάρξουν ερευνητές που να τον μελετήσουν σε βάθος και να αναδείξουν το ήθος, τις ικανότητές και το έργο του.

Ο πνευματικός άνθρωπος 11:03 π.μ.

Ο πνευματικός άνθρωπος

Mεγάλου Aντωνίου

Όταν κανείς προσπαθεί να πετύχει τέλεια καθαρότητα, πρέπει να φέρει αρμονικά και ισορροπημένα μέσα στη ψυχή και στο σώμα του τους κόπους της μετάνοιας. Όταν ο νους λάβει τέτοια χάρη, ώστε να μπορέσει να αγωνίζεται εναντίον των παθών χωρίς να νιώθει λύπηση για τον εαυτό του και χωρίς να κάνει τα χατίρια του εαυτού του, τότε οδηγείται και παρηγορείται από το Άγιο Πνεύμα. Mε τη βοήθεια Tου μπορεί να αποκρούσει μέσα του όλες τις ακάθαρτες προσβολές που πηγάζουν από την επιθυμία της καρδιάς.

Όταν το Άγιο Πνεύμα ενωθεί με το νου ή το πνεύμα του ανθρώπου, βοηθά τον άνθρωπο στην απόφαση του να τηρήσει αυστηρά τις εντολές που διδάχτηκε. Έτσι που να του δείχνει πως ν’ απομακρύνει από την ψυχή του όλα τα πάθη. Όχι μόνο αυτά που προέρχονται από τη σάρκα, αλλά κι εκείνα που ανήκουν στην ψυχή και υπάρχουν σ’ αυτή ανεξάρτητα από το σώμα. 
Tο Πνεύμα το Άγιο διδάσκει τον άνθρωπο να κρατάει το σώμα του εκεί που πρέπει. Όλο το σώμα, από το κεφάλι ως τα πόδια. Διδάσκει τα μάτια ν’ ατενίζουν με καθαρότητα, τα αυτιά να ακούσουν ειρηνικά και να μη χαίρονται ν’ ακούνε κουτσομπολιά, συκοφαντίες και κατακρίσεις. Tη γλώσσα να λέει μόνο το καλό, ζυγίζοντας την κάθε λέξη και να μην επιτρέπει τίποτα το ακάθαρτο ή το εμπαθές να μπει σε όσα λέει.

Tα χέρια να κινούνται προπάντων για προσευχή και για έργα ελεημοσύνης και γενναιοδωρίας. Tο στομάχι να περιορίζεται μέσα στα όρια της ευπρέπειας όταν τρώει και πίνει και να δέχεται μόνο τόσο, όσο χρειάζεται για να συντηρείται το σώμα, χωρίς ν’ αφήνει την επιθυμία και τη λαιμαργία να παραβιάσουν τα όρια αυτά. Tα πόδια να βαδίζουν με δικαιοσύνη, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, για να κατευθύνονται στην εξυπηρέτηση των αγαθών. Mε αυτόν τον τρόπο το σώμα συνηθίζει σε κάθε καλό. Kαι αφού υποταχθεί στη δύναμη του Aγίου Πνεύματος αλλάζει σιγά-σιγά. Έτσι που στο τέλος να συμμετέχει ως ένα σημείο στις ιδιότητες του πνευματικού σώματος που θα λάβει στην ανάσταση των δικαίων.

το θέμα αυτό το βρήκα στη σελίδα της Παναγίας Αλεξιωτίσσης σε αυτο το link http://panagiaalexiotissa.blogspot.com/2013/08/blog-post_11.html#ixzz2bpmHVJbK

«ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΕΓΕΝΕΤΟ

«ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΕΓΕΝΕΤΟ» Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΑΝΤΑ ΛΟΓΟΥ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

Εἰρήνης Ἀρτέμη
Θεολόγου –Φιλολόγου
ΜΑ & PhD Θεολογίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στή Σοφία Σολομῶντος ἀναφέρεται ὅτι «ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησεν οὐδέ τέρπεται ἐπ’ ἀπωλείᾳ ζώντων»[1]. Εὔλογα, κάποιος θά ἀναρωτηθεῖ τότε ὁ θάνατος σέ ποιόν ὀφείλεται. Κύριος ὑπέυθυνος γιά τήν ἔλευση τοῦ θανάτου στόν κόσμο εἶναι ὁ ἄνθρωπος. 

Αὐτός ἔκανε κακή χρήση τοῦ αὐτεξουσίου του. Παραβίασε, λοιπόν, τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ: «ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ· ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε»[2]. Ἡ συνέπεια τῆς παραβιάσεως αὐτῆς τῆς ἐντολῆς καί ἡ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας ὁδήγησαν τόν ἄνθρωπο στήν πτώση καί στήν ἀπώλεια τῶν ἀγαθῶν τῆς ἀρχεγόνου καταστάσεως[3]. Ἕνα ἀπό τά βασικότερα ἀγαθά τῆς ζωῆς στόν κῆπο τῆς Ἐδέμ ἦταν ἡ ἀθανασία[4]. Ἡ ἀπομάκρυνση καί ἡ άποστασία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό Θεό, τήν πηγή τῆς ζωῆς εἶχε ὡς ἀπόρροια ἀρχικά τόν ψυχικό θάνατο τοῦ πρώτου καί στή συνέχεια τό βιολογικό του[5], «Ὅσον γάρ ἀφίστατο τῆς ζωῆς, τοσοῦτον προσήγγισε τῷ θανάτῳ. Ζωή γάρ ὁ Θεός, στέρησις δέ τῆς ζωής θάνατος», ὑπογραμμαμίζει ὁ Μ. Βασίλειος[6].

Μετά τήν παρακοή καί τήν πτώση του, ὁ ἄνθρωπος γίνεται δέσμιος τοῦ σατανᾶ καί ὁ ἔσχατος προορισμός της ὑπάρξεώς του εἶναι ἡ διαμονή του στόν Ἅιδη. Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα κληροδοτοῦν στούς ἀπογόνους τους τό προπατορικό ἁμάρτημα καί τίς συνέπειες τῆς πτώσεως. Ἡ ἀνθρώπινη φύση νόσησε καί ὅπως ὀρθά παρατηρεῖ ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Ἠρρώστησεν ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ἐν Ἀδάμ…εἰσέδυ τε οὔτως αὐτήν τά πάθη»[7]. Τά πάθη τοῦ ἀνθρώπινου φυράματος ἀποτελοῦν ἐρείσματα τῆς κυριαρχίας του διαβόλου[8]. Ὁ Κύριλλος γράφει ὅτι ὁ σωματικός θάνατος ἦταν ὁ τρόπος πού ἐπέλεξε ὁ Θεός, γιά νά διακόψει τό δρόμο τῆς ἁμαρτίας. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἀποδεικνύεται ἡ θεία φιλανθρωπία. Ὁ Ἀδάμ ἦταν ἐκεῖνος πού εἰσήγαγε μέ τήν παρακοή του τήν τιμωρία. Ἡ τελευταία τοῦ εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπό τόν ἴδιο τό Δημιουργό. Ὁ Θεός, ὅμως, δέν ἀφήνει τό πλάσμα του ἕρμαιο στή φθορά τοῦ θανάτου. Ἔτσι, οἰκονομεῖ τά πράγματα μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ἡ τιμωρία νά γίνει σωτηρία καί νά ἐπέλθει ἡ ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρωπίνου ὄντος ἀπό τούς «ἱδρῶτας», «τάς λύπας, τάς φροντίδας» καί νά τοῦ δοθεῖ ἡ προσμονή καί ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καί τῆς τελικῆς νίκης του ἐπί τοῦ βροτοφάγου δαίμονα[9].

Ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἀδύναμος νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τό θάνατο, τήν ἁμαρτία καί τά δεσμά τοῦ Ἅιδη. Ὁ φιλάνθρωπος Θεός δέν ἐπρόκειτο νά τόν ἀφήσει μόνο του σέ αὐτόν τόν ἀγώνα. Ἐξαιτίας τῆς ἄπειρης ἀγαθότητας καί ἀγάπης Του, ἀποφάσισε νά ἐπαναφέρει τό πλάσμα Του στήν ἀρχική του κατάσταση[10]. Ἡ ἐν χρόνῳ ἐνανθρώπηση τοῦ Θείου Λόγου θά ἦταν ὁ τρόπος γιά τή σωτηρία ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας˙ ἄν καί ὁ Θεός μποροῦσε νά σώσει τήν ἀνθρωπότητα «κατά μυρίους τρόπους»[11]. Μέ τήν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ σωτηρία θά μποροῦσε νά ἀπαλλαγεῖ τό ἔλλογο ὄν ἀπό τό θάνατο καί νά εἶναι ἄξιο πάλι τῆς ζωῆς[12]. Ἔτσι μέ τή σάρκωση τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος «μετασκευάζεται»[13]. Τήν ἀποκατάσταση, ὅμως, τοῦ ἄνθρώπου καί τή συνδιαλλαγή τοῦ κόσμου μέ τό Θεό ἦταν ἀδύνατο νά τήν πραγματοποιήσει μέ τό θάνατο ἑνός κοινοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Σάρκωση, τά Πάθη, ὁ Θάνατος καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ θά γινόταν ἡ γέφυρα ἐπαναπροσεγγίσεως τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Δημιουργό του.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α:

Η ΓΕΝΝΗΣΗ, Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ἡ ἐν χρόνῳ κατά σάρκα γέννηση τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδας

Ὁ «ἀχώρητος», «ἀπερίγραπτος», «ἀναλλοίωτος» προαιώνιος Θεῖος Λόγος, ὁ ὁποῖος βρίσκεται πέρα ἀπό κάθε ἔννοια χώρου καί χρόνου γεννιέται κατά σάρκα ἐν χρόνῳ, γιά νά ἀπαλλάξει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας τονίζει ὅτι ὁ Λόγος ἀποτελεῖ τήν ζωντανή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ - Πατέρα, τό ἀπαύγασμα τῆς δόξης καί κατά τήν ἐν χρόνῳ ἐνσάρκωσή Του δέ «μετατρέπει», δέ «μεταβάλλει» τή Θεία Του φύση σέ ἀνθρώπινη, ἀλλά ἑνώνει τή Θεία μέ τήν ἀνθρώπινη. Ὁ Λόγος, λοιπόν, ἀναλαμβάνει τήν ἀνθρωπείαν φύσιν, στήν ὁποία ἀδιάσπαστα συνυπάρχουν τό σῶμα μέ τή λογική ψυχή[14]. Ὁ Κύριλλος ἐξηγεῖ μέ σαφήνεια ὅτι ἠ φύση τοῦ Λόγου δέν ἔγινε σάρκα ὕστερα ἀπό κάποια μεταποίηση αὐτῆς, ἀλλά οὔτε μεταβλήθηκε μόνο σέ ἄνθρωπο μέ σάρκα καί ψυχή παύοντας νά εἶναι Θεός. Παρέμεινε τέλειος Θεός καί συγχρόνως ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος. Σέ ἕνα πρόσωπο ἑνώθηκαν «ἀφράστως τε καὶ ἀπερινοήτως» οἱ δύο φύσεις, θεία καί ἀνθρώπινη καί γι’ αὐτό ὁ ἐνανθρωπήσας Λόγος εἶναι «εἷς δὲ ἐξ ἀμφοτέρων Χριστός καί Υἱός»[15]. Ἡ χρήση τῶν λέξεων «Χριστός» καί «Υἱός» γίνεται σκόπιμα, γιά νά δηλωθεῖ μέ τήν πρώτη ἡ ἀνθρωπότητα τοῦ Ἰησοῦ καί μέ τή δεύτερη, ἡ θεότητά Του ὡς Λόγου. Ἔχουμε τήν πραγματική ἕνωση τῶν δύο φύσεων τήν «καθ’ ὑπόστασιν»[16].

Μέ τήν ἐνσάρκωση, ὁ ἀσώματος γίνεται ἐμφανής, καί ὁ «ἀναφής» ἁπτός· ὁ Δημιουργός εἰσέρχεται στή δημιουργημένη σάρκα.[17] Μέ τήν ἐν χρόνῳ κατά σάρκα γέννηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἡ ἴδια ἡ Ζωή ἐμφανίζεται μπροστά στά σαρκικά μάτια μας, «Ὁ ἦν ἀπαρχῆς, ὅ ἀκηκόαμεν , ὅ ἑωράκαμεν τοῖς μέν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα, καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν περί τοῦ Λόγου τῆς ζωῆς, καί ἡ ζωή ἐφανερώθη, καί ἑωράκαμεν, καί μαρτυροῦμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τήν ζωήν τήν αἰώνιον, ἤτις ἦν πρός τόν Πατέρα, καί ἐφανερώθη ἡμῖν».[18] Ἡ ἐν χρόνῳ ἐνανθρώπηση τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδας γίνεται ἡ ἀφετηρία γιά τή σωτηρία μας πού ὁλοκληρώνεται μέ τό Θάνατο καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Λόγου[19].

Χαρακτηριστικά ὁ Κύριλλος γράφει ὅτι εἶναι «εἰκαῖόν τε καὶ ἀμαθὲς»[20] νά ὑποστηρίζεται ὅτι ὁ Υἱός πού εἶναι προαιώνιος καί συναΐδιος μέ τόν Πατέρα, ἔχει ἀνάγκη ἀπό δεύτερη γέννηση ὡς Θεός. Ἡ ἐνανθρώπησή του ἐπετεύχθηκε μέσα ἀπό τή μήτρα τῆς Παρθένου Μαρίας, τῆς Θεοτόκου[21]. Ἡ Μαρία δέ γέννησε ἄνθρωπο κοινό, στόν ὁποῖο ἐπιφοίτησε σέ αὐτόν ὁ Λόγος. Δέν ἔχουμε τή γέννηση ἑνός θεοφόρου ἀνθρώπου, ἀλλά ὁ Θεῖος Λόγος μέσα ἀπό τή μήτρα τῆς Παναγίας ἑνώθηκε μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἔχουμε δηλαδή μία «καθ’ ὑπόστασιν» ἕνωση πραγματική καί ὄχι μία ἁπλή συνάφεια, ἀφοῦ ἡ Παρθένος γέννησε πραγματικά τό ἅγιο καί ἀναμάρτητο «σῶμα» (σῶμα καί ψυχή), μέ τό ὁποῖο ἑνώθηκε ἐξ ἀρχῆς κατά τή σύλληψη ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, δίκαια λέγεται ὅτι τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Τριάδος γεννήθηκε κατά σάρκα. Δέν ἔχουμε δύο Υἱούς[22], ἐξηγεῖ ὁ Κύριλλος, ἀλλά ἕναν ἐνσαρκωμένο Θεῖο Λόγο, «οὐχ ὡς δύο πάλιν συνεδρευόντων υἱῶν, ἀλλ’ ὡς ἑνός καθ’ ἕνωσιν μετά τῆς ἰδίας σαρκός»[23] στόν ὁποῖο, ἡ κάθε φύση διατηρεῖ τίς ἰδιότητές της.

Ἐπιπλέον ὁ πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ὑποστηρίζει ὅτι μέ τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τή νίκη πού Ἐκεῖνος κατέφερε ἐναντίον τοῦ διαβόλου τόσο στούς πειρασμούς, ὅσο μέ τήν ὅλη ζωή Του ἀλλά καί μέ τό Πάθος, τή Θανή καί τήν Ἀνάστασή Του, στέρησε ἀπό τόν Ἑωσφόρο τήνκαύχηση ὅτι παίλαιψε καί ἠττήθηκε ἀπό τό Θεό. Χάρη στήν ἐνσάρκωση ὁ Λόγος παλεύει μέ τόν ἄρχοντα τοῦ σκότους καί τόν νικᾶ ὡς ἄνθρωπος, «ἀνθρωπίνῃ φιλοσοφία»καί «οὐκ ἐξουσίᾳ θεότητος»[24].


Ὁ Θάνατος καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ

Ἡ θεία ἐνανθρώπηση εἶναι ἡ ἀπαρχή καί τό θεμέλιο τῆς πάλης τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ διαβόλου, τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Ὅταν ὁ Χριστός δέχεται ἐκούσια νά πεθάνει πάνω στό σταυρό, γνωρίζει ὅτι θά καταλύσει τό θάνατο. Δέχθηκε κατ' οἰκονομίαν τό θάνατο, γιά νά μπορέσει νά καταλύσει «τοῦ θανάτου τό κράτος»[25]. Ὁ Κύριλλος σημειώνει ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας Λόγος ἔπαθε πραγματικά κατά τή σάρκα, μένοντας ἀπαθής ὅμως, ὡς Θεός[26]. Τό πάθος κατά συνέπεια ἀνήκει ἀποκλειστικά στήν παθητή σάρκα, γιατί ἡ θεία φύση δέν μπορεῖ νά «πάθει». Γιά τά δεσποτικά πάθη τοῦ Θεανθρώπου ἡ αἰτία εἶναι οἱ δικές μας ἁμαρτίες. Ἄν καί Ἐκεῖνος ἦταν ἀπαλλαγμένος ἀπό τό παραμικρό ἴχνος ἁμαρτίας, σήκωσε στούς ὤμους Του ἑκουσίως τό σταυρό καί ἔπαθε ὡς «τιμωρία» γιά τίς ἁμαρτίες μας.[27] Μόνο ἔτσι θά λύτρωνε τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν κατάρα τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου, τήν τιμωρία δηλαδή τῶν πρωτοπλάστων γιά τήν παρακοή τους, ἡ ὁποία μεταβιβαζόταν ἀπό ἄνθρωπο σέ ἄνθρωπο, ἀπό γενιά σέ γενιά, σέ ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος.

Ὁ ἐνανθρωπήσας Λόγος, ἄν καί ἀνέλαβε ὅλες τίς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί πέθανε ἑκούσια γιά ὅλους μας, γινόμενος γιά ἐμᾶς «κατάρα»[28], παρέμεινε τελείως ἀναμάρτητος, «κἄν γέγονεν ἁμαρτία, μεμένηκε ὅπερ ἦν... ἅγιος κατά φύσιν ὡς Θεός». Ἡ ἀνθρώπινη φύση Του ἦταν ἀναμάρτητη κατά φύση, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία παρά φύση κατέλαβε τή φύση τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι ὁ θάνατός Του ἦταν ἅγιος καί ἀβέβηλος καί ἔγινε δεκτός ἀπό τόν Πατέρα Του ὡς ἀρωματικό θυμίαμα[29].

Ἄν καί τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο ὑποστατικῶς ἦταν ἑνωμένο μέ τή θεότητα, βρισκόταν στόν τάφο, Ἐκεῖνος κατέβηκε στό βασίλειο τοῦἍιδη. Κατέβηκε, ὥστε μέ τή δύναμη τῆς θείας παρουσίας του καί μέ τό σωτήριο κήρυγμά Του στούς νεκρούς, νά ἐλευθερώσει τίς ψυχές τῶν τεθνεώτων καί νά τούς δείξει τό δρόμο τῆς σωτηρίας τους[30]. Στό σημεῖο αὐτό ὁ Κύριλλος ὑπογραμμίζει ὅτι ὁ Κύριος μέ τό πανάγιο σῶμα του καταργοῦσε μέσα στόν τάφο τή σαρκική φθορά καί ἔκανε φανερή τή δική μας μελλοντική ἀφθαρσία καί ἀνάσταση. Παράλληλα μέ τή λογική ψυχή του καταργεῖ τό θάνατο μέσα στό ἴδιο τό βασίλειο του Ἅιδη, εὐαγγελιζόμενος στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων τήν ἀπολύτρωση ἀπό τά δεσμά τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου.

Ὁ Χριστός κήρυξε σέ ὅλους τούς νεκρούς στόν Ἅιδη. Δυστυχῶς, ὅμως, κάποιοι -ὅπως καί στούς ζωντανούς- δέ δέχθηκαν τό κήρυγμα αὐτό μέ ἀποτέλεσμα νά μήν ἀπευλεθερωθοῦν ἀπό τόν πνευματικό θάνατο[31]. Ὁ Κύριλλος τονίζει ἀναλυτικά ὅτι τό τέλος τῆς σαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνο ὁ θάνατος Του στό σταυρό, ἀλλά καί ἡ ἀνάστασή Του, «κατηργήθη οὔτω θάνατος, οὐκ ἀνασχομένης τῆς κατά φύσιν ζωῆς, ὑποθεῖναι τήν φθοράν τό ἴδιον σῶμα, καθότι οὐκ ἦν δυνατόν κρατεῖσθαι Χριστόν ὑπό αὐτῆς»¨[32], καθώς καί ἡ ὕψωσή Του στόν οὐρανό «θανατωθείς σαρκί ζωοποιηθείς δέ πνεύματ騻[33]. ἄλλωστε ὁ θάνατος καί ἡ φθορά του δέν ἦταν δυνατόν νά κρατήσουν δέσμιό τους τό Θεάνθρωπο Χριστό.

Μόνο ἔτσι θά μποροῦσε νά ἐπιτευχθεῖ μέ ἀπόλυτη ἐπιτυχία ὁ σκοπός τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, τήν ἀνακαίνισή του καί τήν ἐπανασύνδεσή του μέ τό Θεό Πατέρα· «ἵνα ἡμᾶς προσαγάγη τῷ Θεῷ»¨.[34] Κατάφερε νά πετύχει νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στό σκοπό τῆς δημιουργίας του, κάτι στό ὁποῖο ἀπέτυχε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ Ἀδάμ· «Κεχρημάτικε δέ καί ἔσχατος Ἀδάμ, ὡς ἐξ Ἀδάμ γεγονώς κατά σάρκα, καί ἀρχή δευτέρα τῶν ἐπί γῆς, ἀναστοιχειουμένης ἐν αὐτῷ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, εἰς καινότητα ζωῆς, τῆς ἐν ἁγιασμῷ τε καί ἀφθαρσίᾳ, διά τῆς νεκρῶν ἀναστάσεως˙ κατηργήθη οὔτω θάνατος, οὐκ ἀνασχομένης τῆς κατά φύσιν ζωῆς, ὑποθεῖναι τῇ φθορᾶν τό ἴδιον σῶμα, καθότι οὐκ ἦν δυνατόν κρατεῖσθαι Χριστόν ὑπό αὐτῆς».[35] Γίνεται, λοιπόν, «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν», ἀπαρχή τής νέας ἀνθρωπότητας, ἡ ἀπαρχή τῆς ἀναστάσεως πάντων τῶν κεκοιμημένων καί τῶν ἐφεξῆς κοιμηθησομένων, καί τῆς μεταβάσεως αὐτῶν ἀπό τό θάνατο στή ζωή τήν αἰώνια.

Οἱ πιστεύοντες στήν Ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου προσδοκοῦν καί τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί γιά τό λόγο αὐτό βαπτίζονται στό θάνατο καί στήν ἀνάσταση Αὐτοῦ. Ἔτσι θά συναναστηθοῦν μέ Ἐκεῖνον καί θά ἀπολαμβάνουν ζωήν αἰώνιον στά δεξιά τοῦ Χριστοῦ.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας δίνει μεγάλη σημασία στό γεγονός ὅτι ὁ ἐνσαρκωμένος Θεός Λόγος «σύναψε» σχέση μέ τό θάνατο, «καινῶς συνῆψεν ἑαυτῷ θανάτου μέν αὐτόν»[36], πάνω σέ μία καινούρια βάση καί μέ νέα δεδομένα. Αὐτή τή φορά ὁ θάνατος δέν εἶναι ὁ νικητής πάνω στό ἀνθρώπινο σῶμα ἀλλά ὁ ἡττημένος. Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνωμένη μέ τή θεία στό πρόσωπο τοῦ ἔνσαρκου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀναδεικνύεται ἰσχυρότερη ἀπό τό δυνάστη ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπινου φυράματος, τό θάνατο.

Κατά συνέπεια, ὁ τελευταῖος δέν πρέπει νά μᾶς προκαλεῖ φόβο, γιατί πιά δέν μπορεῖ νά μᾶς βλάψει. Τό βασίλειό του κατακτήθηκε ἀπό τήν ἴδια τή Ζωή. Ὁ Λόγος, «Θεός δὲ φύσει καὶ ἀληθῶς»[37], μέ τήν ἐνσάρκωση καί τή θανάτωσή Του γίνεται ἡ γέφυρα ἐπαναπροσεγγίσεως τοῦ πλάσματος μέ τόν Πλάστη Του[38]. Μ’ ἄλλες λέξεις, καθίσταται τό μέσο μέ τό ὁποῖο ὁ Πατήρ ἐπισκέπτεται τήν κτίση[39]. Ὁ Κύριλλος σημείωνε ὅτι ὁ θεῖος Λόγος, ἄν καί ὁ ἴδιος εἶναι ὁ δημιουργός ὅλης τῆς κτίσεως, ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, «φῶς ἐκ φωτός» καθώς καί «ἡ ζῶσα εἰκόνα τοῦ Πατρός», λαμβάνει τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἀνακαινίζει[40]. Γίνεται ἀδελφός μας καί μᾶς καθιστᾶ υἱούς τοῦ Θεοῦ[41]. Μόνο Ἐκεῖνος, ἄν καί ὑπέκυψε στήν ἐξουσία τοῦ θανάτου, δέν ὑπέστη τίς ὀδυνηρές συνέπειές του, δηλαδή τήν αἰχμαλωσία τῆς ψυχῆς στόν Ἅιδη καί τό σάπισμα τοῦ σώματος. Ἔτσι στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ βρίσκει πλήρωση ἡ προφητεία του προφητάνακτος Δαυίδ: «οὐκ ἐγκαταλείψεις τήν ψυχήν μου εἰς Ἅδην, οὐδέ δώσεις τόν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν»[42]

Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σωτῆρος πάνω στό σταυρό ἦταν ἑκούσιος, θεληματικός, γιατί στήν ἀμόλυντη καί ἀναμάρτητη ἀνθρώπινη φύση τοῦ ἐνανθρωπήσαντα Λόγου ὡς θάνατος δέν ὑπῆρχε ὡς σύμφυτος ἀναγκαιότητα. Αὐτό συμβαίνει μόνο στή δική μας σάρκα, στήν ὁποία κατοικεῖ ἡ ἁμαρτία. Εἶναι ὁ ἑκούσιος θάνατος τῆς Ἴδιας τῆς Ζωῆς. Ἄλλωστε ὅπως ὀρθά λέγει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «ἐδεήθημεν Θεοῦ σεσαρκωμένου καί νεκρουμένου ἵνα ζήσωμεν»[43], ἔτσι θά μπορούσαμε μόνο νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο καί τήν ἁμαρτία.

Ὅλα τά παραπάνω σχετικά μέ τό θάνατο καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι «παντελῶς ἀνούστατον» νά προσπαθήσει κάποιος μέ ἐρωτήσεις καί μέ βάση τούς ἀνθρώπινους λογισμούς νά τά ἐρευνήσει[44]. Σημαντική εἶναι ἡ πίστη μας ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας Λόγος με τό θάνατο καί τήν Ἀνάστασή Του ἐξαφάνισε τήν ἁμαρτία, τήν κακία καί τό θάνατο, δίνοντάς μας τήν ἀντικειμενική δυνατότητα γιά νά βαδίσουμε στό δρόμο τῆς ἀφθαρσίας, τῆς ἀθανασίας καί τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ καί ἐν συνόψει τῶν παραπάνω νά κερδίσουμε τήν αἰώνια σωτηρία[45]. Μόνο ζώντας ἐν Χριστῷ , ὅσο εἴμαστε στή ζωή, μόνο τότε ὁ Θάνατος δέ θά εἶναι γεγονός φρικτό καί γεμάτο φόβο, ἀλλά θά γίνει ἡ θύρα πρός τήν αἰωνιότητα, ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καί τό μονοπάτι πού θά μᾶς ὁδηγήσει στούς στοργικούς κόλπους τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.



----------------------------------------
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Πηγές.

Ἀθανασίου Ἀλεξανδρείας, Λόγος περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου καί τῆς διά σώματος πρός ἡμᾶς ἐπιφανείας αὐτοῦ, C. Kannengiesser, Sur l̉ incarnation du Verbe, SC 199, Paris 1973 (=PG 25, 96A-197D).
Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Περί τῆς ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ προσκυνήσεως καί λατρείας, Ι-XVII, PG 68, 133A-1125D.
Τοῦ ἰδίου, Γλαφυρά εἰς τήν Γένεσιν, Α΄-Ζ΄, PG 69, 13A–385Α.
Τοῦ ἰδίου, Γλαφυρά εἰς τήν Ἔξοδον, Α΄-Γ΄, PG 69, 385Β-537D.
Τοῦ ἰδίου, Γλαφυρά εἰς τό Λευϊτικόν, PG 69, 540Α-589Β.
Τοῦ ἰδίου, Γλαφυρά εἰς τούς Ἀριθμούς, PG 69, 589C-641A.
Τοῦ ἰδίου, Γλαφυρά εἰς τό Δευτερονόμιον, PG 69, 643Α-677C.
Τοῦ ἰδίου, Ὑπομνήματα εἰς τάς βίβλους Βασιλειῶν, Α΄-Ε΄, PG 69, 680Α-697Α.
Τοῦ ἰδίου, Ἐξήγησις εἰς τούς Ψαλμούς, PG 69, 717Α-1273Α.
Τοῦ ἰδίου, ᾨδή Μωυσέως ἐν Ἐξόδῳ, PG 69, 1273Β.
Τοῦ ἰδίου, ᾨδή Μωυσέως ἐν Δευτερονομίῳ, PG 69, 1273Β-1276Β.
Τοῦ ἰδίου, ᾨδή Ἄννας μητρός Σαμουήλ ἐν Βασιλειῶν Πρώτῳ, PG 69, 1276C.
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς τάς Παροιμίας, PG 69, 1277Α.
Τοῦ ἰδίου, Εἰς τό ᾎσμα ᾀσμάτων, PG 69, 1277Β -1293Α.
Τοῦ ἰδίου, Ἐξήγησις Ὑπομνηματική εἰς τόν προφήτην Ἠσαῒαν, I-V,PG 70, 9Α-1449C.

Τοῦ ἰδίου, Ἀποσπάσματα εἰς τούς Ἱερεμίαν, Βαρούχ, Ἐζεκιήλ καί Δανιήλ προφήτας, 70, 1452Α-1461Β.
Τοῦ ἰδίου, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τούς 12 προφήτας, P.E. Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in xii prophetas, I-II vols., Bruxelles 19652 (=PG 71, 9A-1061C καί 72, 9A-364D).
Τοῦ ἰδίου, Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον, J. Reuss, Matthäus-Kommentare aus der griechischen Kirche, [Texte und Untersuchungen 61], Berlin 1957, σσ. 153-269 (=PG 72, 365Α-472C).
Τοῦ ἰδίου, Ἐξήγησις εἰς τό κατά Λουκᾶν εὐαγγέλιον, Α΄-ΚΔ΄, PG 72, 476Α-949C.
Τοῦ ἰδίου, Εἰς Ἰωάννην, Ι-ΧΙΙ. Pusey: Τοῦ ἰδίου, Ἐξήγησις Ὑπομνηματική εἰς τό κατά Ἰωάννην εὐαγγέλιον, Ι-ΧΙΙ, P.E. Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, I-III vols, Bruxelles 19652 (=PG 73, 9A-1056A καί 74, 9A-756C).
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς τάς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, P.E. Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, III vol., Brussels 19652, σσ. 441-451 (=PG 74, 757A-773Α).
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν, P.E. Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, III vol., Bruxelles 19652, σσ. 173-248 (=PG 74, 773Β-856Β).
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Κορινθίους ἐπιστολήν Α΄ καί Β΄, P.E. Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, III vol., Bruxelles 19652, σσ. 249-360 (=PG 74, 856Β-952Α).
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολήν, PG74, 952Β.
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολήν, PG74, 952C.
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολήν, P.E. Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, III vol., Bruxelles 19652, σσ. 362-423 (=PG 74, 953Α-1005C).
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς Καθολικάς ἐπιστολάς Ἰακώβου, Πέτρου καί Ἰωάννου, PG 74, 1008Α-1024Β.
Τοῦ ἰδίου, Ἑρμηνεία εἰς ἐπιστολήν Ἰούδα, PG 74, 1024C.
Τοῦ ἰδίου, Θησαυρός: τοῦ ἰδίου, Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν περί τῆς ἁγίας καί ὁμοουσίου Τριάδος, Α΄ - ΛΔ΄, PG 75, 24Α-656D.
Τοῦ ἰδίου, Περί ἁγίας τε καί ὁμοουσίου Τριάδος, Α΄-Ζ΄, G.M. de Durand, SC 231(1976), 237(1977), 246(1978) (=PG 75, 657Α-1124C).
Τοῦ ἰδίου, Τά ἐγκείμενα τῷ λόγῳ τῷ περί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, μετά προσθήκης ἑτέρων ἐννοιῶν, PG 75, 1124D-1145C.
Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς ἁγίας καί ζωοποιοῦ Τριάδος, Α΄-ΚΗ΄, PG 75, 1148Α-1189Α.
Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, G.M. de Durand, Cyrille d᾽Alexandrie, Deux dialogues christologiques, SC 97, Paris 1994 (=PG 75, 1189B – 1253B).
Τοῦ ἰδίου, Ὅτι εἷς ὁ Χριστός, G.M. de Durand, Cyrille d᾽Alexandrie. Deux dialogues christologiques, SC 97, Paris 1994 (=PG 75, 1253C–1361C).
Τοῦ ἰδίου, (Σχόλια) Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, Ι – XXXV, PG 75, 1369A-1412C.
Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Πατρός, (νόθο), ACO, τ. 1, Ι, 5, Berolini et Lipsiae 1928, σσ. 3-6 (=PG 75, 1413A-1420A).
Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς τοῦ Κυρίου ἐνανθρωπήσεως, Α΄-ΛΕ΄, PG 75, 1420Β-1477Β.
Τοῦ ἰδίου, Κατά τῶν Νεστορίου Δυσφημιῶν: Πεντάβιβλος Ἀντίρρησις κατά τῶν Νεστορίου Δυσφημιῶν, Α΄-Ζ΄, ACO, τ. 1, Ι, 6, Berolini et Lipsiae 1928, σσ. 13-106 (=PG 76, 9A-248A).
Τοῦ ἰδίου, Διάλεξις πρός Νεστόριον. Ὅτι Θεοτόκος ἡ ἁγία Παρθένος καί οὐ Χριστοτόκος, (νόθο), PG 76, 249A-256A.
Τοῦ ἰδίου, Λόγος. Κατά τῶν μή βουλομένων ὁμολογεῖν Θεοτόκον τήν ἁγίαν Παρθένον, ACO, τ. 1, Ι, 7, Berolini et Lipsiae 1928, σσ. 19-32 (=PG 76, 256Β-292A).
Τοῦ ἰδίου, Ἐπίλυσις τῶν Δώδεκα Κεφαλαίων, ACO, τ. 1, Ι, 5, Berolini et Lipsiae 1928, σσ. 15-25 (=PG 76, 293A-312D).
Τοῦ ἰδίου, Ἀπολογητικός ὑπέρ τῶν Δώδεκα Κεφαλαίων: Τοῦ ἰδίου, Πρός τούς τολμῶντας συνηγορεῖν τοῖς Νεστορίου δόγμασιν ὡς ὀρθῶς ἔχουσι. Ἀπολογητικός ὑπέρ τῶν δώδεκα κεφαλαίων πρός τούς τῆς Ἀνατολῆς ἐπισκόπους, ACO, τ. 1, Ι, 7, Berolini et Lipsiae 1928, σσ. 33-65 (=PG 76, 316A-385Α).
Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή πρός Εὐόπτιον: τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή πρός Εὐόπτιον, πρός τήν παρά Θεοδωρήτου κατά τῶν δώδεκα κεφαλαίων ἀντίρρησιν, ACO, τ. 1, Ι, 6, Berolini et Lipsiae 1928, σσ. 110-146 (=PG 76, 385Β-452C).
Τοῦ ἰδίου, Λόγος Ἀπολογητικός πρός τόν εὐσεβέστατον βασιλέα Θεοδόσιον, ACO, τ. 1, Ι, 3, σσ. 75-90 (=PG 76, 453Α-488Α).
Τοῦ ἰδίου, Κατά Ἰουλιανοῦ: Ὑπέρ τῆς τῶν χριστιανῶν εὐαγοῦς θρησκείας πρός τά τοῦ ἐν ἀθέοις Ἰουλιανοῦ, Ι – ΧΙΧ, P. Évieux, Contre Julien, I, SC 322 (livres I-II), Paris 1985, σσ. 100-318 (PG 76, 504A-1064B).
Τοῦ ἰδίου, Κατά ἀνθρωπομορφιτῶν, A΄-ΚΗ΄, P.E. Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, vol. 3, Bruxelles 19652, σσ. 547-602 (=PG 76, 1065A-1132B).
Τοῦ ἰδίου, Πρός τόν εὐσεβέστατον βασιλέα Θεοδόσιον. Περί τῆς ὀρθῆς πίστεως τῆς εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, A΄-ME΄, ACO, τ. 1, Ι, 1, Berolini et Lipsiae 1928, σσ. 42-72 (=PG 76, 1133A-1200D).
Τοῦ ἰδίου, Α΄ Προσφωνητικός ταῖς εὐσεβεστάταις βασιλίσσαις, ACO, τ. 1, Ι, 5, σσ. 62-118 (=PG 76, 1201A-1336B).
Τοῦ ἰδίου, Β΄ Προσφωνητικός ταῖς εὐσεβεστάταις βασιλίσσαις, περί τῆς ὀρθῆς πίστεως, Α΄-ΝΘ΄, ACO, τ. 1, Ι, 5, σσ. 26-61 (=PG 76, 1336Α-1420D).
Τοῦ ἰδίου, Ἀποσπάσματα δύο ἀπό δογματικά ἔργα (νόθο), PG 76, 1421Α-1426D.
Τοῦ ἰδίου, Κατά συνουσιαστῶν, ACO, τ. 1, Ι, 4, σ. 10 (=PG 76, 1427A-1437B).
Τοῦ ἰδίου, Κατά Διοδώρου Ταρσοῦ καί Θεοδώρου Μοψουεστίας, P.E Pusey, Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis evangelium, vol. 3, Bruxelles 19652, σσ. 492 -537.
Τοῦ ἰδίου, 88 Ἐπιστολαί, PG 77, 9Α-390C.
Τοῦ ἰδίου, Ἑόρτιοι Ὁμιλίαι, Ι-ΧΧΧ, P. Évieux, Lettres Festales, I-VI, SC 372 (1991), VII-XI, 392, (1993) καί W. H. Burns, Lettres Festales, ΧΙΙ-ΧVII – SC 434 (1998) (=PG 77, 401Α-981C). [Στούς τόμους τῆς SC περιλαμβάνονται μόνο οἱ δεκαεπτά πρῶτες ὁμιλίες].
Τοῦ ἰδίου, Ὁμιλίαι, A΄-ΚΒ΄, PG 77, 981D-1116C.
Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς παναγίας Τριάδος ἐν κεφαλαίοις κη΄, PG 77, 1120A-1173D.
Τοῦ ἰδίου, Συναγωγή τῶν ἀναγωγικῶς ἑρμηνευομένων ρητῶν τῆς Παλαιᾶς Ἁγίας Γραφῆς, PG 77, 1176A-1289D.
Novum Testamentum Graece, E. Nestle – K. Aland, 26th ed., Stuttgart 1979.
Παλαιά Διαθήκη, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, 1996.



----------------------------------------
2. Βοηθήματα.

¨Ἀνδρούτσου, Χρ., Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἐκδ. οἶκος Ἀστήρ, ἐν Ἀθήναις 1907.

¨Τοῦ ἰδίου, Δογματικαί μελέται Α΄, ἐν Ἀθήναις 1907.

¨Τοῦ ἰδίου, Συμβολική ἐξ ἀπόψεως Ὀρθοδόξου, ἐν Ἀθήναις 19302.

¨Αρτέμη, Ε., «Τό μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως σέ δύο διαλόγους, «Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς» καί «Ὅτι εἷς ὁ Χριστός», τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας», μεταπτυχιακή διατριβή, Ἐκκλησιαστικός Φάρος, τ. ΟΕ (2004), 145-277.

¨Τῆς ἰδίας, «Ἡ ἐν χρόνῳ κατά σάρκα γέννηση τοῦ Ὑιοῦ τοῦ Θεοῦ, δημοσίευση στό διαδικτυακό τόπο: «Ἀντιαιρετικό Ἐγκόλπιο», (2009) http://egolpion.com/gennhsh yiou.el.aspx.

¨Τῆς ἰδίας, «Ἡ ἑρμηνεία τῶν Α΄ καί Β΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου κατά τόον Ἅγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας», Ἑταιρεία τῶν Πελοποννησιακῶν Σπουδῶν Λ1, (2011) 377-390.

¨Τῆς ἰδίας, ««Σκάνδαλον Οἰκουμενικόν». Ἡ ἀπόρριψη τοῦ ὅρου Θεοτόκος ἀπό τό Νεστόριο καί ἡ ἀνασκευή τῆς διδασκαλίας του ἀπό τόν Κύριλλο Ἀλεξανδρείας», Νέα Σιών, 91 (2007) 179- 202.

¨ Τῆς ἰδίας, The rejection of the term Theotokos by Nestorius Constantinople and the refutation of his teaching by Cyril of Alexandria, στο Γρηγόριος Παλαμάς 845 (2012) 153-177.

¨ Βασιλειάδη, Ν. Π., Μυστήριον Θανάτου, ἐκδ. Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1980.

¨ Θεοδώρου, Ἀ., Ἡ χριστολογική ὁρολογία΄καί διδασκαλία τοῦ Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας καί Θεοδωρήτου Κύρου, Ἀθήνα 1955.

¨ Καλλιακμάνη, Β., πρωτοπρεσβ., «Τό μυστήριο τοῦ θανάτου στήν Ὀρθόδοξη Θεολογία», Τό μυστήριον τοῦ Θανάτου εἰς τήν Λατρείαν τῆς Ἐκκλησίας, Πρακτικά Θ΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων στό Βόλο 5-7 Νοεμβρίου 2007, [19 Σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη], Κλάδος Ἐκδόσεων τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καί Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 2009, σ. 67-76.

¨ Λεμοντζῆ, Θ., ἀρχιμ., «Ὁ Λυτρωτής, τό Λύτρο καί ἡ Πράξη τῆς Ἀπολύτρωσης στήν Ὀρθόδοξη Σωτηριολογία», http://www.egolpion.com/lutrwths-lutro.print.el.aspx (2012)

¨ Μητσοπούλου, Ν. Εὐθ., Εἰσαγωγή εἰς τήν ὀρθόδοξον δογματικήν καί ἠθικήν θεολογίαν, Ἀθήνα 1993.

¨ Σκουτέρη, Κ. Β., ««Μετεωροπορεῖν» καί «συμμετεωροπορεῖν» παρά τῷ ἁγίῳ Γρηγορίῳ Νύσσης», ἀνάτυπον ἐκ τῆς Θεολογίας, Ἀθῆναι 1969, 9-17.

¨ Στεφανίδου, Β., Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Άθῆναι 1995.

¨ Φειδᾶ, Βλ., Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Α΄, Ἀθήνα 1992.



----------------------------------------
[1] Σοφ. Σολ. 1,13.

[2] Γεν. 2,16-17.

[3] «Τά ἀγαθά τῆς ἀρχέγονης δικαιοσύνης ἦταν: 1) ἡ δυνατότης τῆς ἀθανασίας, 2)ἡ δυνατότης τῆς ἀναμαρτησίας, 3) ἡ ἀθωότης, ἀκακία καί ἀγαθότης, 4) ἡ ἀπάθεια, ἀφθαρσία καί ἡ ἔλλειψις πόνων καί 5) ἡ ἀληθής θεογνωσία καί ἡ κατοχή πολλῶν γνώσεων. Εἰς ταῦτα προστίθεται συνήθως καί ἡ ἐπί τῆς φύσεως κυριαρχίᾳ, τήν ὁποία ἐντάσσουμε στό «κατ΄ εἰκόνα»», Ν. Εὐθ. Μητσοπούλου, Εἰσαγωγή εἰς τήν ὀρθόδοξον δογματικήν καί ἠθικήν θεολογίαν , Ἀθήνα 1993, σ. 118 καί 119.

[4] «Ἐδῶ, ὅμως, πρέπει νά κάνουμε δύο βασικές διευκρινήσεις. Πρῶτον˙ ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς δέν ἦταν φυσικόν της γνώρισμα˙ εἶναι δωρεά τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Δεύτερον˙ ἡ κατ' αὐτόν τόν τρόπον δημιουργία τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἔργον τῆς ἀνεικάστου θείας ἀγάπης, ἀποδεικνύει καί τήν ἄβυσσον τῆς θείας σοφίας καί τῆς θείας περί τόν ἄνθρωπον οἰκονομίας. Καί ἰδού διατί: Ἐάν ὁ Θεός ἐδημιουργοῦσε τόν ἄνθρωπον ἀθάνατον, τότε θά ἔπρεπε ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι συγχρόνως καί ἄπτωτος. Διότι ἐάν θά ἔπιπτε εἰς τήν ἁμαρτίαν, τό κακόν θά διαιωνίζετο˙ θά ἐγίνετο καί τό κακόν ἀθάνατον! Ἐξ ἄλλου, ἐάν ὁ Θεός ἐδημιουργοῦσε τόν ἄνθρωπον ἀθάνατον, ἄρα καί ἄπτωτον, τότε θά περιώριζε τήν ἐλευθερίαν τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος δέν θά ἦτο ἐλεύθερος. Ἐάν πάλι τόν δημιουργοῦσε θνητόν, τότε ὁ Πλάστης θά ἦτο ὁ αἴτιος τοῦ θανάτου τοῦ πλάσματός του!», Ν. Π. Βασιλειάδη, Μυστήριον Θανάτου, ἐκδ. Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1980, σ. 59,60.

[5] Β. Καλλιακμάνη, πρωτοπρεσβ., «Τό μυστήριο τοῦ θανάτου στήν Ὀρθόδοξη Θεολογία», Τό μυστήριον τοῦ Θανάτου εἰς τήν Λατρείαν τῆς Ἐκκλησίας, Πρακτικά Θ΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων στό Βόλο 5-7 Νοεμβρίου 2007, [19 Σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη], Κλάδος Ἐκδόσεων τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καί Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 2009, σ. 68-69.

[6] Βασιλείου Καισαρεία, Ὁμιλία ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός, PG 31, 341Β. Στή ρωμαιοκαθολική θεολογία διδάσκεται ὅτι ὁ θάνατος ἐπιβλήθηκε στόν ἄνθρωπο ἀπό τό Θεό ὡς τιμωρία εξαιτίας τῆς πτώσεώς του. Συναφῶς G Aulen, Christus Victor. La notion Chretienne de la Redemption, Paris 1944, σ. 123. F. R. Tennam, The origin and propagation of Sin, Cambridge 1902, σ. 153. Αὐτή ἡ διδασκαλία εἶναι ἄτοπη κατά τή διδασκαλία τῶν Πατέρων. Χαρακτηριστικά ὁ χρυσορρήμων Ἰωάννης ὁ ἐπονομαζόμενος Χρυσόστομος ἐξηγεῖ ὅτι «οὐκ Ἐκεῖνος (ὁ Θεός) ἐστίν ὁ ἐχθραίνων, ἀλλ’ ἡμεῖς. Θεός γάρ οὐδέποτε ἐχθραίνει» Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλία ΙΑ΄: Εἰς Β΄ Κορινθίους, 3 PG 61, 478C.

[7] Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή, PG 74, 788D-789A.

[8] Θ. Λεμοντζῆ, ἀρχιμ., «Ὁ Λυτρωτής, τό Λύτρο καί ἡ Πράξη τῆς Ἀπολύτρωσης στήν Ὀρθόδοξη Σωτηριολογία», http://www.egolpion.com/lutrwths-lutro.print.el.aspx (2012)

[9] Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Περί τῆςτοῦ Κυρίου ἐνανθρωπήσεως, 6, PG 75, 1424D.

[10] Τοῦ ἰδίου, Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Λουκᾶν 5, 17, PG 72, 669Β. Τοῦ ἰδίου, Ὑπόμνημα εἰς τόν Ἠσαΐα 41, 7-8, PG 70, 832B.

[11] Τοῦ ἰδίου, Ὅτι εἶς ὁ Χριστός, SC. 97, 434 (=PG75, 1321C).

[12] Ν. Εὐθ. Μητσοπούλου, Εἰσαγωγή εἰς τήν ὀρθόδοξον Δογματικήν καί ἠθικήν θεολογίαν , Ἀθήνα 1993, σ. 120.

[13] «Καί πάλιν δῆλα δή παρέχεται εἰς τόν ἄνθρωπον ἡ δυνατότης νά «συμμετεωροπορῇ» τοῖς ἀγγέλοις καί τῷ Θεῷ», Κ. Β. Σκουτέρη,««Μετεωροπορεῖν» καί «συμμετεωροπορεῖν» παρά τῷ ἁγίῳ Γρηγορίῳ Νύσσης», ἀνάτυπον ἐκ τῆς Θεολογίας, Ἀθῆναι 1969, σ. 10.

[14]Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, SC 97, 248. (=PG75, 1225A). Τοῦ ἰδίου, Ὅτι εἶς ὁ Χριστός, SC 97, 314, 316 (=PG75, 1261A). Πρβλ. Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή Περίτῆς Κυρίου Ἐνανθρωπήσεως, PG 75, 1425CD. Συναφῶς βλ. Ε. Ἀρτέμη, «Τό μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως σέ δύο διαλόγους, «Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς» καί «Ὅτι εἷς ὁ Χριστός», τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας», Ἐκκλησιαστικός Φάρος, τ. ΟΕ (2004), 187, 188: «Μέ τή λέξη εἰκών δηλώνεται ὅτι ἡ ἐνυπόστατος εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ ἀπορρέει ἀπό τήν ὑποστατική οὐσία τοῦ Πατρός, γι᾿ αὐτό καί σέ ἄλλο σημεῖο τοῦ ἴδιου ἔργου γράφει, «εἰκόνα τέ αὐτόν καί χαρακτῆρα φησί τοῦ Γεννηκότος» Ὁ χαρακτηρισμός τοῦ Λόγου ὡς εἰκόνας τοῦ Πατέρα εἶναι δανεισμένη ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί χρησιμοποεῖται γιά νά δηλώσει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωντανή εἰκόνα τοῦ Πατέρα ἐνυπόστατη καί δηλώνει τό ὁμοούσιο τοῦ Λόγου μέ τόν Πατέρα. Ἄξιο παρατήρησης εἶναι ὅτι γιά τόν Υἱό- Λόγο μαζί μέ τή λέξη εἰκών, χρησιμοποιοῦνται οἱ λέξεις ἀπαύγασμα καί χαρακτήρ, οἱ ὁποῖες ἐκφράζουν μεγαλύτερη, ἀπόλυτη ἀκρίβεια, συγκριτικά μέ τή λέξη εἰκόνα, πού χρησιμοποιεῖται για νά ἐκφράσει τή σχέση τοῦ Υἱοῦ μέ τόν Πατέρα - Θεό. Ὁ ὅρος χαρακτήρ ἀπό τό ρῆμα χαράσσω σημαίνει σφραγῖδα, ἐκτύπωμα. Ἑπομένως ὁ Χριστός εἶναι ὁ χαρακτήρ, ἡ σφραγῖδα, τό ἐκτύπωμα τῆς ἀϊδιότητας τοῦ Θεοῦ Πατρός, δηλαδή τῆς αἰωνίου φύσεως τοῦ Τελευταίου. Εἶναι ἡ ζῶσα Σφραγῖδα τοῦ Θεοῦ Πατρός, δηλαδή ὁμοούσιος πρός Αὐτόν. Ἡ ὁμοουσιότητα τοῦ Θεοῦ-Πατρός καί τοῦ Θεοῦ-Λόγου ὑπογραμμίζεται μέ τή φράση «ταυτότητα τῆς φύσεως Πατρός πρός Υἱόν, καί Υἱοῦ πρός Πατέρα». Ἡ λέξη ταυτότητα δηλώνει τήν ἀπόλυτη ὁμοιότητα, τό ἴδιο εἶναι τῆς φύσεως μεταξύ Υἱοῦ καί Πατρός».

[15] Κυρίλλου, Ἐπιστ. 4 –Β Πρός Νεστόριον, PG 77, 45C.

[16] Αὐτόθι, PG 77, 45Β.

[17] «Γέγονε γάρ ἐμφανής ὁ ἀσώματος, καί ἁπτός ὁ ἀναφής, οὐκ ὀθνεῖον ἔχων τι περίβλημα τήν ἀπο γῆς σάρκα, ἀλλ΄ ἴδιον αὐτήν ποιησάμενος ναόν καί σύν αὐτῇ γνωριζόμενος, ὡς Θεός καί Κύριος», Κυρίλλου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, SC 97, 294 (=PG 75, 1252A).

[18] Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, SC97, 294 (PG75, 1249D=) Ἰω. 20, 28.

[19] «Εἰς τοῦτο γάρ Χριστός ἀπέθανε, καί ἔζησε, ἵνα καί νεκρῶν καί ζώντων κυριεύσῃ»,Κυρίλλου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, SC 97, 296 (=PG 75 , 1252A).

[20] Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστ. 4 –Β Πρός Νεστόριον, PG 77, 45C.

[21] «Τοίνυν περί τήν θεολογίαν μηδείς ἀπιστίαν νοσείτω, μηδείς περί τήν οἰκονομίαν χωλευέτω, ἀλλά τόν ἐκ Παρθένου γεννηθέντα Χριστόν, Θεόν ὁμοῦ καί ἄνθρωπον ὁμολογείτω καθ΄ ἑκάτερον˙ διά τοῦτο γάρ καί Θεοτόκος καί ἀνθρωποτόκος ἡἁγία Παρθένος ὑπό τῶν τῆς εὐσεβείας διδασκάλων προσαγορεύεται˙ τοῦτο μέν ὡς φύσει τόν (δούλῳ) ἐοικότα γεννήσασα˙ἐκεῖνο δέ, ὡς τῆς τοῦ δούλου μορφῆς, καί Θεοῦ τήν μορφήν ἡνωμένην ἐχούσης», Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς τοῦ Κυρίου ἐνανθρωπήσεως, PG 75, 1477A.

[22] Στό σημεῖο αὐτό ὁ Κύριλλος ἀναφέρεται σαφῶς ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τοῦ Διοδώρου, ἐπισκόπου Ταρσοῦ (393), ὁ ὁποῖος ἔκανε λόγο γιά δύο Υἱούς. Μπορεῖ νά μή χρησιμοποιεῖ τό ὄνομα τοῦ Διοδώρου ἀλλά στηλιτεύει τή λανθασμένη διδασκαλία τοῦ ἐπισκόπου Ταρσοῦ. Ὁ τελευταῖος δίδασκε ὅτι στό Θεάνθρωπο ὑπάρχουν δύο χωρισμένοι υἱοί, ὁ «φύσει» Υἱός καί προαιώνιος Λόγος καί ὁ «χάριτι» Υἱός δηλαδή ὁ γεννηθείς ἐκ τοῦ Δαβίδ ἀνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός. Σύμφωνα μέ τό Διόδωρο ἡ Παναγία γέννησε μόνον τόν ἄνθρωπον Χριστόν καί ὁ Λόγος ἁπλῶς ἐγκατοίκησε στόν ἄνθρωπο Χριστό. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά μήν ἔχουμε πραγματική ἕνωση τῶν δύο φύσεων στό Χριστό. Ἡ «ἐνοίκηση» τοῦ Θεοῦ σέ ἕναν τέλειον ἄνθρωπο μοιάζει μέ τήν ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ σέ ἕναν ναό. Διοδώρου Ταρσοῦ, Ἐκ τοῦ κατά Συνουσιαστῶν λόγου, α΄, PG 33, 1560ABC, 1561A. Συναφῶς βλ. Ἀ. Θεοδώρου, Ἡ χριστολογική ὁρολογία΄καί διδασκαλία τοῦ Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας καί Θεοδωρήτου Κύρου, Ἀθήνα 1955, σ 15-17. Βλ. Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Α΄, Ἀθήνα 1992, σ. 591-592. Β. Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Άθῆναι 1995, σ. 194 ἑξ.

[23] Κυρίλλου, Ἐπιστ. 4 –Β Πρός Νεστόριον, PG 77, 48B: «Οὕτω Χριστόν ἕνα καὶ Κύριον ὁμολογήσομεν∙ οὐχ ὡς ἄνθρωπον συμπροσκυνοῦντες τῷ Λόγῳ, ἵνα μὴ τομῆςφαντασία παρεισκρίνηται, διὰ τοῦ λέγειν τὸ, σύν∙ ἀλλ’ ὡς ἕνα καὶ τòν αὐτòν προσκυνοῦντες, ὅτι μὴ ἀλλότριον τοῦ Λόγου τὸ σῶμα αὐτοῦ, μεθ’ οὗ καὶ αὐτῷ συνεδρεύει τῷ Πατρί».

[24] Τοῦ ἰδίου, Προσφωνητικός ταῖς εὐσεβεστάταις βασιλίσσαις, περί τῆς ὀρθῆς πίστεως, Β, 36, ACO, τ. 1, Ι, 5, σ. 50 (=PG 76, 1384C.) Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς τοῦ Κυρίου Ἐνανθρωπήσεως, ΚΔ΄, PG 75, 1464A.

[25] Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ προσκυνήσεως καί λατρείας, ΙΑ΄, PG 68, 757A.

[26] Τοῦ ἰδίου, Ὅτι εἶς ὁ Χριστός, SC97, 472 (=PG75, 1340D, 1341A)

[27] Τοῦ ἰδίου, Ὅτι εἶς ὁ Χριστός, SC 97, 468, 476 (=PG75, 1337D, 1341Α). Ἰω. 8, 31-32.

[28] Γαλ. 3, 14.

[29] Κυρίλλου, Γλαφυρά εἰς Λευϊτικόν, PG 69, 549D. Πρβλ. Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Εἰς τό Ἅγιον Σάββατον, Κ, PG 96, 617BC: «Ὑπέρ ἡμῶν κατάρα γενόμενος, οὔκ ὤν κατάρα, εὐλογία δέ μᾶλλον καί ἁγιασμός, ἀλλά τήν ἡμῶν κατάρα ἀναδεχόμενος, ὑπέρ ἡμῶν σταυροῦται καί θνήσκει καί θάπτεται».

[30] Κυρίλλου, Περί τῆς Ὀρθῆς Πίστεως, ΚΒ΄, PG 76, 1165A.

[31] Τοῦ ἰδίου, Εἰς Α' Πέτρου, Γ΄, 19-20, PG 74, 1016AB.

[32] Τοῦ ἰδίου, Ὅτι εἶς ὁ Χριστός, SC97, 496 (=PG75, 1353A). Ἑβρ. 2, 10-15.

[33] Κυρίλλου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, SC97, 236 (=PG75, 1216D) Α΄ Πέτρ. 3,17-20.

[34] Κυρίλλου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς, SC97, 236 (=PG75, 1216D) Α΄ Πέτρ. 3,17-20.

[35] Κυρίλλου, Ὅτι εἶς ὁ Χριστός, SC97, 496 (=PG 75, 1353AΒ). Ἑβρ. 2, 10-15.

[36] Κυρίλλου, Ὅτι εἶς ὁ Χριστός, SC97, 330.(=PG 75, 1269C)

[37] Τοῦ ἰδίου, Κατά τῶν Νεστορίου Δυσφημιῶν, IV, ΣΤ, ACO, τ. 1, Ι, 6, σ. 897 (=PG 76, 201C). Πρβλ. Αὐτόθι, III, A, ACO, τ. 1, Ι, 6, σ. 572-3 (=PG 76, 121Α): «ὁ κατὰ φύσιν ἰδίαν ἐλεύθερος, ὡς Θεός, ὁ ἐν μορφῇ καί ἰσότητι τοῦ γεγεννηκότος». Συναφῶς βλ. τοῦ ἰδίου, Περί ἁγίας τε καί ὁμοουσίου Τριάδος, Γ΄, SC 237, 48810 (=PG 75, 828A). Πρβλ. Ἰω. 10, 35-36.

[38] Κυρίλλου, Ἀπολογητικός πρός τόν εὐσεβέστατον βασιλέα Θεοδόσιον, ACO, τ. 1, Ι, 3, σ. 7912-16 (=PG 76, 461AB): «Ἀλλ᾽ «ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους»·(Λουκ. 1, 78) ἐπέφανεν ἡμῖν ὁ Μονογενής τοῦ Θεοῦ Λόγος, καὶ συνανεστράφη τοῖς ἐπὶ τῆς γῆς, καθ᾽ ἡμᾶς γεγονὼς ἄνθρωπος μετά τοῦ μεῖναι φύσει Θεός· αὐτὸς ἡμᾶς συνῆψε δι᾽ ἑαυτοῦ τῷ Θεῷ καί Πατρί, περιελὼν τὸ μεσολαβοῦν, καὶ ἀμνησικάκως ἀπαλλάξας τῆς διιστάσης ἡμᾶς ἁμαρτίας καὶ δικαιώσας τῇ πίστει».

[39] Τοῦ ἰδίου, Εἰς τούς Ψαλμούς, ΛΒ΄, PG 69, 877D.

[40] Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς Κυρίου ἐνανθρωπήσεως, PG 75, 1425C. Συναφῶς πρβλ. τοῦ ἰδίου, Κατά Ἰουλιανοῦ, ΣΤ΄, PG 76 828CD.

[41] Τοῦ ἰδίου, Περί τῆς ἁγίας καί ζωοποιοῦ Τριάδος, ΚΔ΄, (ἀμφιβάλλομενο ἤ νόθο) PG 77, 1165C: «Διὰ γὰρ τὴν καθ᾽ ὑπόστασιν ἕνωσιν, ἡ σὰρξ τεθεῶσθαι λέγεται, καὶ Θεὸς γενέσθαι, καὶ ὁμόθεος τῷ Λόγῳ, καὶ ὁ Θεὸς Λόγος σαρκωθῆναι, καὶ ἄνθρωπος γενέσθαι͵ … οὐχ ὡς τῶν δύο φύσεων μεταβληθεισῶν … ἀλλ᾽ ὡς τῶν δύο φύσεων καθ᾽ ὑπόστασιν ἑνωθεισῶν, καὶ τὴν εἰς ἀλλήλας περιχώρησιν ἀσύγχυτον καὶ ἀμετάβλητον ἐχουσῶν».

[42] Ψαλμ. ιστ΄10.

[43] Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ, Λόγος 45, 28, PG 36, 661C.

[44] Κυρίλλου, Περί τῆς Ὀρθῆς Πίστεως, 23, PG 76, 1165C.

[45] Αὐτόθι, PG 76, 1165Α.








Πηγή: http://www.egolpion.com/