Κυριακή 16 Αυγούστου 2015

Αρχιμανδρίτης π. Αθανάσιος Μυτιληναίος - Ιερά Μονή Κομνηνείου Στομίου Λαρίσης

Ο Αρχιμανδρίτης π. Αθανάσιος Μυτιληναίος, Καθηγούμενος της Ι. Μ. Κομνηνείου (Στομίου Λαρίσης) υπήρξε ένας από τους πιο διακεκριμένους και δημοφιλέστερους Ορθόδοξους ομιλητές του 20ου αιώνος.
Ο λόγος του πάντοτε μεστός, προσεγμένος, επιστημονικός αλλά συνάμα κατανοητός και προσιτός ακόμη και για τους πλέον απλοϊκούς ακροατές του.

Όντως μπορεί να χαρακτηριστεί ως θεολογικός και πεφωτισμένος, που έθρεψε και τρέφει πλήθη πνευματικά πεινασμένων ανθρώπων.
Εκτός από τον θησαυρό των εκατοντάδων ομιλιών του ας έχουμε και την ευχή του...


Ομιλίες του π. Αθανασίου μπορείτε να ακούσετε στην ιστοσελίδα www.arnion.gr 
και στην ιστοσελίδα www.impantokratoros.gr



Σύντομη βιογραφία
    Τήν 23ην Μαΐου 2006 ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (Κομνηνείου) Κισσάβου πατήρ Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος μετά μακράν δοκιμασίαν τῆς ὑγείας του καί ἄγων τό 79ον ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ἐγεννήθη εἰς τήν Κηφισιάν τό 1927 ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, τόν Γεώργιον καί τήν Εὐφροσύνην, οἱ ὁποῖοι διεκρίνοντο διά τήν πίστιν των εἰς τόν Τριαδικόν Θεόν, τήν ἀγάπην πρός τόν πλησίον, τήν τιμιότητα, τήν μεγάλην ἐργατικότητα καί ἐν γένει εἰς τήν χριστιανικήν βιοτήν καί τό ἦθος. Ὀλιγογράμματοι καί οἱ δύο, ὅμως πλούσιοι εἰς πνευματικότητα, ἀνέθρεψαν τά τέκνα των Γραμματικήν καί Ἀθανάσιον μετά ἐπιμελείας καί ὑπευθυνότητος. Τοῦτο ἀπετυπώθη εἰς τήν ζωήν τῶν τέκνων των, κατά τήν πορείαν τοῦ βίου των.

    Ὁ πατήρ Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος ἐκ μικρᾶς ἡλικίας ἔδειξε τάς ἀπαρχάς τῆς Ἱερατικῆς του κλίσεως μαζί μέ ἄλλας κλίσεις πρός τήν τέχνην καί τήν ἐπιστήμην τῆς συγχρόνου τεχνολογίας. Τελικῶς ὑπερίσχυσεν ἡ πρός τόν Θεόν ἀφιέρωσις. Τό 1960, ὅταν ἐξελέγη Μητροπολίτης Λαρίσης ὁ ἐφημέριος τῆς ἐνορίας του πατήρ Ἰάκωβος Σχίζας, τόν ἠκολούθησεν εἰς τήν Λάρισαν καί ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐκάρη Μοναχός, ἀκολούθως δέ ἱερεύς. Ἔτσι, μίαν δεκαετίαν εἰργάσθη ὡς βοηθός ἱεροκήρυκος εἰς τήν Λάρισαν, διαπρέψας εἰς τόν κηρυττόμενον εὐαγγελικόν λόγον καί τήν πνευματικήν καθοδήγησιν τοῦ λαοῦ τοῦ θεοῦ.
    Ἀπό τό 1970 ἀπεσύρθη εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τῆς μετανοίας του, χωρίς νά παύση τό κηρυκτικόν ἔργον του ἐν Λαρίσῃ καί Θεσσαλίᾳ. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἐργώδους προσπαθείας του ἦτο ἡ προσέλκυσις νέων εὐσεβῶν εἰς τόν Μοναχισμόν καί τήν ἱερωσύνην καί τήν δημιουργίαν ἀδελφότητος, ἡ ὁποία διέλαμψε μέ τό ἦθος καί τήν πίστιν της κατά τόν ἀκολουθήσαντα χρόνον μέχρι τῆς σήμερον. Ὁ πατήρ Ἀθανάσιος ἠναλώθη εἰς τό ἔργον τῆς στηρίξεως τῆς χριστιανικῆς οἰκογενείας, τήν χειραγώγησιν τῆς νεότητος, τήν ἀνάπτυξιν ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως εἰς τόν λαόν καί μορφώσεως αὐτοῦ διά τῆς προσφορᾶς πλουσίου τοῦ θείου λόγου. Αὐτήν τήν στιγμήν κυκλοφοροῦν δύο χιλιάδες ὁμιλίαι του μέ ἑρμηνείαν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Χρονικῶς ὑπερβαίνουν τά 35 ἔτη ἀναπτύξεως τά ἐν λόγῳ ἱερά κείμενα.
    
    Ἡ χαρισματική δύναμις τῶν κηρυγμάτων του ἔφερε τόσους εἰς μετάνοιαν καί ἐπίγνωσιν τῆς ἐν Χριστῷ Ἀληθείας, ὥστε νά ὑπερβῆ ἡ περί τούτου φήμη τόν τόπον τῆς Θεσσαλίας. Αἱ ὁμιλίαι του ἐστάλησαν κατά χιλιάδας εἰς Ἀνατολήν καί Δύσιν καί εἶναι περιζήτητος αὐτήν τήν στιγμήν.

    Ἠγάπησεν ὁ πατήρ Ἀθανάσιος τόν Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν καί τήν ζῶσαν εἰκόνα Του, τόν ἄνθρωπον, τόσον, ὥστε νά μή φεισθῇ τήν ὑγείαν του καί αὐτήν τήν ζωήν. Πράγματι, ὅταν νέος ἔφευγε διά τόν τόπον, ὅπου τόν ἐκάλεσεν ὁ Θεός, εἶπε:  Πηγαίνω ἐκεῖ εἰς τήν Λάρισαν νά διακονήσω τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, δηλ. νά πεθάνω. Αὐτό ἐξηγεῖ καί τήν μεγάλην ἀγάπην τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ πρός τόν πνευματικόν του πατέρα Ἀθανάσιον. Λαόν, ὁ ὁποῖος ἐξεχύθη εἰς τάς πλαγιάς τοῦ Κισσάβου καί τόν περίβολον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, διά νά κυκλώση τό ἱερόν σκήνωμά του, νά τό κατασπαστῇ καί τοῦ ἀντιπροσφέρῃ τά δάκρυα τῆς χαρμολύπης του, πρός τόν εὐεργέτην του καί ἱκέτην πρός τόν Θεόν ὑπέρ τῆς σωτηρίας του.
Πάτερ Ἀθανάσιε, φρούρει ἄνωθεν τόν πιστόν λαόν
καί εὔχου ὑπέρ αὐτοῦ ἀγωνιζομένου. 

Γράφει ο π. Μελέτιος Βαδραχάνης, αρχιμαδρίτης:
ΠΑΤΗΡ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
Ἕνα πρόσωπο γνωστό ὄχι μόνο στήν μητρόπολη Λαρίσης, ὅπου διακόνησε, ὄχι μόνο ἐντός τῆς χώρας μας, ἀλλά γνωστό καί ὅπου ἀνά τόν κόσμο ὑπάρχουν Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Ἕνα πρόσωπο πού ἀνέδειξε τό κήρυγμα, καλλιέργησε καί διέδωσε στόν πολύ λαό τήν Θεολογία τῆς Πίστεώς μας, διευκρίνησε τά πάντα γιά τήν Πίστη καί τό ἦθος, πού πρέπει νά ἔχουν οἱ Χριστιανοί.
Ὁ π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος γεννήθηκε τό 1927 καί κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ τό 2006. Στή Λάρισα ἦρθε τό 1960 καί στήν Ἱερά Μονή Κομνηνείου ἐγκαταστάθηκε τό 1970. Καί πρίν ἀνέλθη στήν Ἱερά Μονή Κομνηνείου, ὡς ἱεροκήρυκας στήν Λάρισα, καί ἀφοῦ ἀνῆλθε, συνέχιζε νά κατέρχεται καί νά κηρύττει, συνολικά ἐπί 46 ὁλόκληρα χρόνια, στήν τοπική μητρόπολη τῆς Λαρίσης τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί ἐκτός τῆς Μητροπόλεως Λαρίσης τά κηρύγματά του διαδόθηκαν σέ ὅλο τόν κόσμο μέ κασσέτες καί CD, πού κυκλοφόρησαν καί κυκλοφοροῦν ἱδρύματα, πολλοί πιστοί, ραδιοφωνικοί σταθμοί, ἱστοσελίδες καί ἱστολόγια στό διαδίκτυο. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις τῆς διαδόσεως αὐτῆς εἶναι τό ἵδρυμα «Ἀπόστολος Βαρνάβας» καί ὁ κ. Παπαδόπουλος Γ. Βασίλειος, ὁ ὁποῖος ἔχει κάνει ἔργο καί σκοπό τῆς ζωῆς του, ἐδῶ καί χρόνια, τή συστηματική καί καλλιτεχνική ἀναπαραγωγή σέ κασσέτες καί τελευταίως σέ CD τῶν ὁμιλιῶν τοῦ π. Ἀθανασίου.
Ἀπό τό 1972 καί μετά ἔχουν καταγραφεῖ σέ μαγνητόφωνο 5000 ὁμιλίες τοῦ π. Ἀθανασίου, ὡριαῖες καί ἡμίωρες, κυκλοφοροῦν δέ σέ CD–mp3 2500, τοποθετημένες σέ ὡραῖο βαλιτσάκι ἀπό τόν Β. Παπαδόπουλο. Οἱ συνολικές ὁμιλίες τοῦ π. Ἀθανασίου ὑπῆρξαν πολύ περισσότερες, ἀλλά ἀπό τό 1960, πού ἦρθε στήν Λάρισα, μέχρι τό 1972 δέν μαγνητοφωνοῦνταν.
Ὁ π. Ἀθανάσιος ὑπῆρξε μεγάλος, γλαφυρός καί ἑλκυστικός ἱεροκήρυκας, ἀλλά δέν ἀσχολήθηκε μέ τό γραπτό κήρυγμα. Τελευταῖα ὅμως, ἡ ἀδελφότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου ἄρχισε νά ἀσχολεῖται μέ τήν ἀπομαγνητοφώνηση καί καταγραφή τῶν ὁμιλιῶν, ὥστε νά μποροῦν οἱ πιστοί νά προσεγγίζουν τήν διδαχή του καί μέσω τοῦ γραπτοῦ λόγου. Ἔτσι στοιχειοθετήθηκε ἐπίτομος περιληπτική ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως, τό 2008 κυκλοφόρησαν ἀπομαγνητοφωνημένες τρεῖς ὁμιλίες του «Περί Αἱρέσεων» καί τό 2009 ἄλλες ὁμιλίες του μέ τίτλο «Λόγοι Ἀφυπνίσεως». Ὅλα ἔχουν ἐκδοθεῖ καί διατίθενται ἀπό τίς Ἐκδόσεις Ὀρθοδόξου Κυψέλης στήν Θεσσαλονίκη (τηλ. 2310.212659– φαξ. 2310.207340).
Συνιστοῦμε ἐκθύμως στούς ἀδελφούς ἐν Χριστῷ τήν μελέτη τους καί παρακαλοῦμε τούς Πατέρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου νά μᾶς χαρίσουν ἀπομαγνητοφωνημένες, εἰ δυνατόν, ὅλες τίς σωσμένες ὁμιλίες του.

Πέμπτη 9 Απριλίου 2015

Ἀντίφωνα τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Πέμπτης


Ἀντίφωνον Θ΄
«Ἔστησαν τά τριάκοντα ἀργύρια τήν τιμήν τοῦ τετιμημένου, ὅν ἐτιμήσαντο ἀπό υἱῶν Ἰσραήλ. Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τό μέν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δέ σάρξ ἀσθενής· διά τοῦτο γρηγορεῖτε!»
Τοποθέτησαν τά τριάκοντα ἀργύρια σάν ἀντίτιμο τοῦ ἀνεκτίμητου (Κυρίου), τοῦ ὁποίου τήν τιμή καθώρισαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ. Ἐσεῖς νά μένετε ἄγρυπνοι καί νά προσεύχεσθε, γιά νά μήν μπεῖτε σέ πειρασμό· διότι ἡ μέν ψυχή εἶναι πρόθυμη, ἡ σάρκα ὅμως εἶναι ἀδύνατη καί εὔκολα μπορεῖ νά ὑποκύψει. Γιά τοῦτο νά ἐπαγρυπνεῖτε.
Τό ἀντίφωνο ἐπανέρχεται στήν ἀνάγκη ἐπαγρυπνήσεως καί προσευχῆς. Εἶναι τά δύο μεγάλα ὅπλα, τά ὁποῖα καθορίζουν τή νίκη τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα κατά τοῦ διαβόλου καί τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι ὅμως καί δυνάμεις στηρίξεως τοῦ συνεκτικοῦ ἱστοῦ τῆς πνευματικῆς ὑπάρξεως, ρυθμιστικές τῆς διαπάλης ὅπου ὑπάρχει, μεταξύ σώματος καί ψυχῆς. Καί ἡ μέν ψυχή ἀγαπᾶ τά θεῖα καί τά ἐπουράνια καί εἶναι πρόθυμη νά παλέψει γιά τή σωτηρία της. Ἡ σάρκα ὅμως, δηλαδή ἡ ὑλική φύση, εἶναι ἀσθενής, εὐκόλως ὑποκύπτουσα στά πάθη καί τήν ἁμαρτία. Γιά τοῦτο οἱ πιστοί πρέπει νά εἶναι συνεχῶς ἄγρυπνοι, νά ἀντικρούουν τίς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ καί νά προσεύχονται στό Θεό νά τούς ἐνδυναμώνει στόν πνευματικό ἀγώνα τους. Ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή βρίσκονται στήν καρδιά τῆς ὀρθόδοξης ἀσκητικῆς. Χωρίς αὐτές κανένας πνευματικός ἀγώνας δέν κερδίζεται.
 «Ἔδωκαν εἰς τό βρῶμά μου χολήν καί εἰς τήν δίψαν μου ἐπότισάν με ὄξος· σύ δέ, Κύριε, ἀνάστησόν με, καί ἀνταποδώσω αὐτοῖς».
Μοῦ ἔδωσαν (λέγει ὁ Χριστός) ἀντί φαγητοῦ χολή καί, ὅταν διψοῦσα, μέ πότισαν ξύδι· σύ δέ, Κύριε, ἀνάστησέ με (ἀπό τόν τάφο) καί θ᾽ ἀνταποδώσω σ᾽ αὐτούς (σύμφωνα μέ τά ἀπάνθρωπα ἔργα τους).
 Ἡ κακουργία τῶν σταυρωτῶν ἦταν εἰδεχθής καί ἀποτρόπαιος. Στό στόμα, πού γέμισε τήν Παλαιστίνη μέ τή θεσπέσια διδασκαλία του, στό μεγάλο θαυματοποιό, πού γέμισε στήν ἔρημο τά πεινασμένα στομάχια χιλιάδων λαοῦ, ὅταν πείνασε τοῦ ἔδωσαν ἀντί φαγητοῦ χολή· καί ὅταν δίψασε, τοῦ ἔδωσαν νά πιεῖ ξύδι. Σύ Κύριε ὅμως, λέγει ὁ Χριστός στόν οὐράνιο Πατέρα του, μέ κάποιον τόνο «ἐκδικητικότητας», ἀνάστησέ με ἀπό τόν τάφο καί, σάν δίκαιος κριτής, θά ἀνταποδώσω σ᾽ αὐτούς σύμφωνα μέ τά ἄνομα ἔργα τους. Ἡ δίκαιη τιμωρία εἶναι πάντοτε ἡ κατάληξη τῆς παρανομίας.
Τά ἀντίφωνα μετά τήν ἀνάγνωσιν τοῦ Δ’ Εὐαγγελίου
(Ἰωάν. 18, 28- 19, 16)
Ἀντίφωνον Ι’
 «Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον γυμνός εἰς κρίσιν ἵστατο καί ἐν σιαγόνι ῥάπισμα ἐδέξατο ὑπό χειρῶν ὧν ἔπλασεν· ὁ δέ παράνομος λαός τῷ σταυρῷ προσήλωσε τόν Κύριον τῆς δόξης· τότε τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη· ὁ ἥλιος ἐσκότασε, μή φέρων θεάσασθαι Θεόν ὑβριζόμενον, ὅν τρέμει τά σύμπαντα. Αὐτόν προσκυνήσωμεν».
 Αὐτός, πού ντύνεται τό φῶς σάν ἱμάτιο, στεκόταν γυμνός γιά νά δικαστεῖ καί στό σαγόνι του δέχτηκε ράπισμα ἀπό τά χέρια, πού ὁ ἴδιος ἔπλασε· ὁ παράνομος ὅμως λαός κάρφωσε στό σταυρό τόν Κύριο τῆς δόξης. Τότε τό παραπέτασμα τοῦ ναοῦ σχίστηκε, καί ὁ ἥλιος σκοτίστηκε μή ἀνεχόμενος νά βλέπει Θεό ὑβριζόμενο, τόν ὁποῖο τρέμουν τα σύμπαντα. Αὐτόν ἄς προσκυνήσουμε.
 Τό μυστήριο τοῦ σταυροῦ εἶναι φοβερά ἀντινομικό καί ἀκατανόητο. Ἔχουμε ἄραγε σκεφτεῖ τί σημαίνει νά πεθαίνει ὁ Θεός; Οἱ Ἰουδαῖοι σκανδαλίζονται γι᾽ αὐτό, γνωρίζοντας τό μεγαλόπρεπο καί παντοδύναμο Θεό τῆς Π. Διαθήκης, ἐνῶ οἱ Ἕλληνες, πού δούλευε πολύ τό μυαλό τους, τό θεωροῦσαν μωρία. Σ᾽ ἕνα ἀπό τά δύο ἡ καί στά δύο, θά καταλήξει ὁ καθένας, ἄν βάλει τό μυαλό του σάν μέτρο νά κρίνει τά ἀπόρρητα καί ἀκατάληπτα.
 Ἕνας Θεός τόσο μεγαλόπρεπος, ὥστε νά εἶναι ντυμένος τό φῶς, δικάζεται γυμνός ἀπό ἀνθρώπους παράνομους! Δέχεται τά ραπίσματα τοῦ πλάσματος, τή χλεύη καί τούς ἐμπτυσμούς τῶν «λογικῶν» ποιημάτων του! Καί στό τέλος καρφώνεται στό ξύλο σάν κακοῦργος ἐπονείδιστος!
 Τό θέαμα εἶναι ἀλγεινό. Μπροστά στήν τόση ἀχαριστία τοῦ πλάσματος, μπροστά στό τόσο κραυγαλέο ἀνοσιούργημα, σπαράζεται ἡ ἴδια ἡ φύση, πού βλέπει τόν πλάστη της δοσμένο σέ μιά τόσο μεγάλη ἀτίμωση. Τινάσσεται ἡ παλιά θεία οἰκονομία, τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ σχίζεται στά δύο, ἀπό πάνω ἕως κάτω. Ὁ ἥλιος χάνει τό φῶς του, τρέμει ὁλόκληρη ἡ πλάση. Κι ἄς εἶναι ὅλ᾽ αὐτά στοιχεῖα ἄλογα! Τό γεγονός ὅτι εἶναι κτισμένα στή θεία ἐνέργεια, τά ὁδηγεῖ κοντά στόν πλάστη τους, τά κάνει νά παίρνουν μέρος, μέ τόν τρόπο τους φυσικά, στό κοσμικό δράμα τοῦ Γολγοθᾶ. Καί ὁ ἄνθρωπος ὁ λογικός μένει ἐγκλωβισμένος στά δεσμά τῆς μωρίας του! Μακρόθυμε Κύριε, δόξα σοι!
 «Ὁ μαθητής ἠρνήσατο, ὁ λῃστής ἐβόησε∙ Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου».
 Ὁ μαθητής (ὁ Πέτρος) ἀρνήθηκε τό Διδάσκαλο, κι ὁ ληστής κραύγασε: Ἐνθυμήσου με, Κύριε, στή βασιλεία σου.
Ἀντίφωνον ΙΒ΄
«Τάδε λέγει Κύριος τοῖς Ἰουδαίοις· Λαός μου, τί ἐποίησά σοι ἤ τί σοι παρηνώχλησα; τούς τυφλούς σου ἐφώτισα, τούς λεπρούς σου ἐκαθάρισα, ἄνδρα ὄντα ἐπί κλίνης ἠνωρθωσάμην. Λαός μου, τί ἐποίησά σοι, καί τί μοι ἀνταπέδωκας; Ἀντί τοῦ μάννα χολήν∙ ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος· ἀντί τοῦ ἀγαπᾶν με σταυρῷ με προσηλώσατε. Οὐκέτι στέγω λοιπόν· καλέσω μου τά ἔθνη κἀκεῖνα με δοξάσουσι σύν τῷ Πατρί καί τῷ Πνεύματι· κἀγώ αὐτοῖς δωρήσομαι ζωήν τήν αἰώνιον».
 Αὐτά λέγει ὁ Κύριος στούς Ἰουδαίους: Λαέ μου, τί σου ἔκανα ἤ σέ τί σέ ἐνώχλησα; Στούς τυφλούς σου χάρισα τό φῶς, τούς λεπρούς σου καθάρισα (ἀπό τή λέπρα), σήκωσα ἄντρα πού ἦταν στό κρεβάτι (παράλυτος). Λαέ μου, τί σοῦ ἔκανα καί τί μου ἀνταπόδωσες; Ἀντί τοῦ μάννα, μοῦ ἔδωσες χολή, καί ἀντί τοῦ ὕδατος (στήν ἔρημο) μοῦ ἔδωσες ξύδι, καί ἀντί νά μέ ἀγαπᾶτε, μέ καρφώσατε στό σταυρό. Λοιπόν, δέ σᾶς ὑποφέρω πιά· θά καλέσω τούς εἰδωλολάτρες (πού εἶναι κι αὐτοί παιδιά μου) κι ἐκεῖνοι (ἀφοῦ πιστέψουν σέ μένα) θά μέ δοξάσουν μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεύμα· κι ἐγώ θά δωρήσω σ᾽ αὐτούς τήν αἰώνια ζωή.
 Τό ἀντίφωνο παρεισάγει τόν Ἰησοῦ νά διαλέγεται μέ τούς Ἑβραίους. Ἔχοντας μέσα του μεγάλο πόνο ψυχῆς γιά τή σκληράδα καί τήν ἀχαριστία τους, τούς ρωτᾶ: Λαέ μου, τί κακό σοῦ ἔκανα καί κατά τί σέ στεναχώρησα; Ἐγώ σοῦ ἔκανα πολλές εὐεργεσίες. Θεράπευσα τούς ἀρρώστους σου καί σήκωσα τόν παράλυτο ἀπό τό κρεβάτι του. Τί σοῦ ἔκανα, ὥστε νά δικαιολογεῖται ἡ ἀχάριστη συμπεριφορά σου; Ὅταν εἴσασταν στήν ἔρημο περιπλανώμενοι, ἐγώ σᾶς χόρτασα μέ τό μάννα, καί ὅταν διψούσατε, σᾶς πότισα μέ δροσερό νερό ἀπό τήν σκληρή πέτρα. Καί τώρα τί κάνετε ἐσεῖς γιά μένα; Μοῦ δώσατε χολή καί ξύδι. Καί ἀντί νά μοῦ δείξετε εὐγνωμοσύνη καί ἀγάπη, μέ σταυρώσατε.
 Μήν παίζετε μέ τήν ἀνοχή καί τή μακροθυμία μου. Σ᾽ ὅλα τά πράγματα ὑπάρχουν ὅρια, καί στή δική μου ἀντοχή. Δέν σᾶς ἀνέχομαι πιά. Σᾶς ἀρνοῦμαι. Καί στή θέση σας θά καλέσω σάν περιούσιο λαό μου τούς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι θά μέ δεχτοῦν ὡς Μεσσία τους, θά μέ πιστέψουν καί θά μέ δοξάσουν μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί σ᾽ αὐτούς θά χαρίσω τήν αἰώνια ζωή τῆς θείας βασιλείας μου.
 Φοβερό! Καί ὅμως ὁ Θεός μπορεῖ ν᾽ ἀρνηθεῖ τό πλάσμα του! Ἡ ἄπειρη ἀγαθοδωρία του «στερεύει» μπροστά στήν πεισμοσύνη, τή σκληράδα καί τήν ἀχαριστία τοῦ πλάσματος. Ἡ θεία ἀγαθοσύνη δέν εἶναι μονόδρομος. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος χάσει τόν ἀνθρωπισμό του, ὅταν ἡ ψυχή του πατηθεῖ ὅπως τό ἄγονο ἔδαφος τῆς παραβολῆς, ὅταν πεισματικά ὑποδουλωθεῖ στήν ἁμαρτία καί σπείρει μέσα του τό θάνατο, τότε μοιάζει μέ τό ξερό κλαδί, πού τό κόβουν οἱ ἄνθρωποι καί τό ρίχνουν στή φωτιά νά καεῖ. Ἡ κόλαση δέν προέρχεται προηγουμένως ἀπό τό Θεό. Εἶναι ἡ φυσική κατάληξη τοῦ πλάσματος, πού ἀρνήθηκε τό Θεό, καί τό ὁποῖο μέ τή σειρά του τό ἀρνεῖται ὁ Θεός!
 Κύριε, λύτρωσέ μας ἀπό τήν πεισμονή τοῦ πνευματικοῦ θανάτου!
Ἀντίφωνον ΙΕ’
«Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τήν γῆν κρεμάσας (τρίς). Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται ὁ τῶν ἀγγέλων βασιλεύς. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται ὁ περιβάλλων τόν οὐρανόν ἐν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τόν Ἀδάμ. Ἥλοις προσηλώθη ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχη ἐκεντήθη ὁ Υἱός τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμέν σου τά πάθη, Χριστέ (τρίς). Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν».
 Σήμερα κρεμᾶται ἐπάνω στό ξύλο Ἐκεῖνος πού κρέμασε τή γῆ πάνω στά ὕδατα. Στεφάνι ἀπό ἀγκάθια φοράει στήν κεφαλή, Ἐκεῖνος πού εἶναι ὁ βασιλιάς τῶν Ἀγγέλων. Ντύνεται μέ ψεύτικη πορφύρα (βασιλικό ἱμάτιο), αὐτός πού περιβάλλει τόν οὐρανό μέ σύννεφα. Δέχτηκε ράπισμα, Ἐκεῖνος πού στόν Ἰορδάνη (διά τοῦ βαπτίσματός του) ἐλευθέρωσε τόν Ἀδάμ ἀπό τό δεσμό τῆς ἁμαρτίας. Μέ καρφιά καρφώθηκε ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Μέ λόγχη κεντήθηκε ὁ Υἱός τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμε τά πάθη σου Χριστέ. Δεῖξε σέ μᾶς καί τήν ἔνδοξή σου Ἀνάσταση.
Ἡ Ἐκκλησία προσκυνᾶ τά πάθη τοῦ Χριστοῦ. Τά προσκυνᾶ στήν ἀντινομική διάσταση τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ. Προσκυνᾶ Ἐκεῖνον, πού παντοδύναμα κρέμασε τή γῆ πάνω στά ὕδατα, κι ὅμως ὁ ἴδιος κρέμεται ἄδοξα ἐπάνω στό σταυρό. Ἐκεῖνον, πού εἶναι ὁ Κύριος τῶν λειτουργικῶν πνευμάτων του, κι ὅμως τώρα ἀντί βασιλικοῦ διαδήματος, φέρει στό κεφάλι του ἐμπαικτικά στεφάνι πλεγμένο ἀπό ἀγκάθια! Προσκυνᾶ Ἐκεῖνον, πού περιβάλλει τόν οὐρανό μέ σύννεφα, τώρα ὅμως στό σταυρό εἶναι ντυμένος κοροϊδευτικά μέ ψεύτικο βασιλικό μανδύα! Τόν Κύριο, πού μέ τό βάπτισμά του ἁγίασε τά ὕδατα καί ἔσωσε τόν Ἀδάμ ἀπό τή δυνάστευση τοῦ διαβόλου, καί πού τώρα δέχεται βάναυσο ράπισμα στήν παρειά ἀπό ἕναν τιποτένιο ὑπηρέτη! Τό Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας νά καρφώνεται μέ καρφιά ἐπάνω στό ξύλο! Καί τόν Υἱό τῆς Παρθένου νά τρυπιέται μέ λόγχη τήν ἀξία του πλευρά.
 Τά πάθη τοῦ Κυρίου εἶναι λυτρωτικά. Ὡστόσο δέν παύουν νά εἶναι φορτισμένα μέ θλίψη καί ὀδύνη πολλή. Οἱ οὐρανοί θρηνοῦν γιά τό πάθος τοῦ Ποιητῆ τους. Ἡ φύση κλονίζεται γιά τόν πάσχοντα Θεό της. Ἡ Μητέρα κλαίει γιά τήν ὀδύνη τοῦ Υἱοῦ της καί οἱ Ἄγγελοι γιά τό μαρτύριο τοῦ Βασιλιᾶ τους! Ἀλλά καί ἡ Ἐκκλησία θρηνεῖ γιά τά σεπτά πάθη τοῦ Νυμφίου της.
 Τό πάθος ὅμως τοῦ Χριστοῦ εἶναι πάθος ἰδιότυπο. Πίσω ἀπ᾽ αὐτό ὑποφώσκει ἡ δόξα καί ἡ Ἀνάσταση. Καί ἔχει μιά νότα θριαμβικῆς χαρᾶς, τῆς νίκης τοῦ Γολγοθᾶ ἐπί τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων τοῦ ἐχθροῦ! Γιαυτό καί ἡ Ἐκκλησία θρηνεῖ μέν τά παθήματα καί τό θάνατο τοῦ Ἀρχηγοῦ της, ὅμως περίσεμνα καί μέ χαρά καλεῖ νά τῆς δείξει καί τήν ἔνδοξή του Ἀνάσταση!

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Η παρουσία του Χριστού με την συνεχή Θεία Κοινωνία

 

«Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε..»

Ένας άλλος γλυκύς και ειρηνικός τρόπος κάθαρσης του νού είναι 
η συνεχής Θεία Κοινωνία.

 Είναι αυτό που λέγει έναν τροπάριο της ακολουθίας της Θείας Μεταλήψεως.
«Θεού το Σώμα και θεοί με και τρέφει, Θεοί το πνεύμα τον δε νούν τρέφει ξένως» 

Αυτός ο λόγος, «τρέφει ξένως», σημαίνει πως το Σώμα και το Αίμα του Χριστού που κοινωνούμε είναι η τροφή που καθαρίζει τους ακάθαρτους λογισμούς και αλλοιώνει αγαθώς τα φρονήματα προς ευσέβειαν. Ο λόγος αυτός μας λέγει ότι η μετοχή στα Άγια Μυστήρια φέρει κατά μυστικό τρόπο την υγεία της ψυχής και του σώματος.

Η συνεχής παρουσία της Θείας Κοινωνίας προσδίδει μυστικά δύο ευλογίες για την αντιμετώπιση των λογισμών, το ένα είναι η δύναμη της αντίστασης και το άλλο είναι ο θείος έρωτας. 

Η παρουσία του Χριστού μέσα μας με την συνεχή Θεία Κοινωνία ντύνει τον πιστό με μια αγγελική πανοπλία για να μπορεί να αντέχει στα δόλια βέλη του πονηρού...

 Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στην ύπαρξη του χριστιανού κατά μυστικό τρόπο , όπως το λέγει η προσευχή αυτή της Θείας Μεταλήψεως: «Είναι το Σώμα του Θεού που τον θεώνει και τον τρέφει, τους θεώνει το πνεύμα και τρέφει το νού με θεϊκό τρόπο».

Ο νούς και η καρδιά του αγιάζονται και δυναμώνουν και αποκτούν την δύναμη να αντιστέκονται.

Και λέγει ο Ιερός Χρυστόστομος:

«Η Θεία Κοινωνία είναι ένας ποταμός πιο δυνατός και πιο σφοδρός απ' τη φωτιά, που όμως δεν κατακαίε, αλλά περιλούει και πυρπολεί αφλέκτως αυτόν που παίρνει αυτή την τροφή των αγγέλων μέσα του. Να! όπως παίρνεις το χρυσό και καθώς λειώνει στη φωτιά, αν ήταν δυνατόν να γίνει και να βουτούσες μέσα στο χέρι σου ή τη γλώσσα σου σ' αυτόν ,τότε αμέσως θα γινόταν χρυσή , έτσι κι εδώ κι ακόμη πιο πολύ χρυσώνει την ψυχή σου το αίμα του Χριστού». 

Με τη συνεχή θεία κοινωνία δυναμώνει η θέληση του πιστού και στηρίζεται από τον Χριστό με «πνεύμα ηγεμονικό» μπροστά στην ολισθηρότητα των λογισμών. Αντιστέκεται στον πειρασμό με μια δύναμη που ξεπηδά μόνη της από την καρδιά του. Μάλλον πρέπει να πούμε καλύτερα πως ο Χριστός είναι Αυτός που πολεμά και κάνει τον αγώνα και σώζεται ο πιστός εφ' όσον είναι εντός του. Αφήνει σ' αυτόν να πολέμα και να υπερασπίζεται. 

Στην πνευματική πρακτική διαπιστώνει κανείς ότι πολλές περιπτώσεις ανθρώπων μέσα από την συνεχή Θεία Κοινωνία έχουν θεραπευθεί από διάφορα ψυχικά νοσήματα. 

Πολύ όμορφα και πάλι ο ίδιος ο Ιερός Πατήρ μιλά για το αίμα του αμνού που άλειψαν το Πάσχα οι Εβραίοι στις πόρτες τους και σώθηκαν από τον ολοθρευτή άγγελο και το αντιπαραβάλλει με το Αίμα του Χριστού, που κοινωνούμε στην Θεία Ευχαριστία 

«Βλέπεις πως το αίμα εκείνο το αναίσθητο, το άψυχο, έσωσε τους ανθρώπους που έχουν ψυχές όχι επειδή ήταν αίμα, αλλά επειδή συμβόλιζε και προφήτευε την θυσία και το αίμα του Χριστού και όταν είδε ο ολοθρευτής το αίμα επιχρισμένο τις πόρτες, δεν τόλμησε να μπει μέσα. Έτσι λοιπόν και τώρα, όταν βλέπει ο διάβολος όχι πια το αίμα εκείνο το συμβολικό χρισμένο στις πόρτες, αλλά το αληθινό Αίμα του Χριστού χρισμένο στο στόμα των πιστών , στην πόρτα του χριστοφόρου ναού, δεν θα διστάσει πολύ περισσότερο; Διότι , αν άγγελος είδε τον συμβολικό αυτόν τύπο και ντράπηκε, πολύ περισσότερο ο διάβολος δεν θα φύγει βλέποντας αυτό το Σώμα και το Αίμα του Χριστού;».
 
Ο διάβολος φοβάται την Θεία Κοινωνία. Είναι αυτό που τον πονά και τον διαλύει και αδυνατεί και υποχωρεί, όταν βρίσκεται μπροστά στους συνεχώς κοινωνούντας των Αγίων Μυστηρίων. 


Είναι όντως το μυστικό φάρμακο που θεραπεύει τον ποικίλο λογισμό που κολλάει σαν πειρασμός μέσα στην σκέψη και τον εμπαίζει. 

Πολύ πρακτικά μας μιλάει για το θέμα αυτό ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων:

«Αν το δηλητήριο του εγωισμού σε κάνει να υποφέρεις τρομερά όπως πάντα, λάβε το μυστήριο και ο ταπεινός άρτος θα σου δώσει τη γαλήνη. Αν η ζήλια μαραίνει με τον καυτερό της άνεμο την καρδιά σου , λάβε τον άρτο των αγγέλων και η πραγματική αγάπη θα φουντώσει μέσα σου. 

Αν η τεμπελιά σ' έχει κυριεύσει και νοιώθεις πως δεν έχεις κέφι για προσευχή και γα άσκηση της αγάπης στο διπλανό σου, δυναμώσου με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Ασφαλώς η καρδιά σου θα γεμίσει από αγάπη. 

Επιτέλους αν νιώθεις να σε πιέζει ο πειρασμός για να κάνεις μια ανήθικη πράξη, ω! τότε, προπαντός τότε! λάβε το μεγαλύτερο από τα μυστήρια, και το πανάγιο σώμα του Χριστού θα σε κάνει κ' εσένα αγνό και ολόλευκο σαν κρίνο».

Με τη συνεχή παρουσία Του κυρίου μαραίνει τον πειρασμό και ειρηνεύει την καρδιά του ανθρώπου. Είναι προτιμότερο πάνω στον πειρασμό , αντί να ξεριζώνει κάποιος με τα χέρια του το δένδρο αυτό και να πονά χωρίς αποτέλεσμα, καλύτερα να τον μαραίνει με την αγάπη στον Χριστό και την διαρκή παρουσία Του.

Η αγάπη του Χριστού νικά την αγάπη του κόσμου, «έρως έρωτι νικάται».

Χριστιανός είναι αυτός που την ζωή του την συμπλέκει σε έναν μεγάλο έρωτα με τον Θεό και όχι σε έναν φόβο και άγχος για την αμαρτία και την ενοχικότητα. Δεν παλεύει τόσο με τους πειρασμούς και τον διάβολο, γιατί τους περιφρονεί και αδιαφορεί για τον πόλεμο τους, αλλά παλεύει με έναν σκοπό, να αγαπήσει πιο πολύ τον Χριστό. 

Αυτός ο θείος έρωτας έρχεται κατά κύριο λόγο με τη συνεχή Θεία Κοινωνία του τιμίου Σώματος και Αίματος του Κυρίου. Αυτός ο Χριστός , εντός ημών, έχει μόνο την δύναμη να μαράνει εξ ολοκλήρου τους πειρασμούς. 

Οι Εβραίοι , κάθε φορά που ατένιζαν το πρόσωπο του Μωϋσή όταν κατέβαινε απ' το Σινά, θαμπώνονταν και δεν μπορούσαν να τον αντικρύσουν , διότι έλαμπε σαν ήλιος. Έτσι ακριβώς , λέει ο Ι. Χρυσόστομος, «και οι δαίμονες εκθαμβούνται , τρέμουν και αποφεύγουν να βλέπου το πρόσωπο ενός που μεταλαμβάνει, διότι εκείνη την ώρα μία θεϊκή φωτιά ξεπετάγεται από το στόμα , θέμα θαυμαστό στους αγγέλους , φοβερό στον διάβολο». 

Η συνεχής Θεία Κοινωνία με τα χρόνια που περνούν γίνεται το ουράνιο φάρμακο της ψυχικής ηρεμίας και της αγγελικής αλλαγής του ανθρώπου. Εγκαθίσταται μέσα στην καρδιά του ο θείος έρωτας. Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού γίνεται το εμβόλιο της ψυχής του. 

Και όπως ένα άγριο δένδρο δεν μπορεί να αλλάξει όσο και να το σκαλίζουμε, όσο και να το ποτίζουμε, παρά μονάχα εάν το εμβολιάσουμε, έτσι και ο άνθρωπος, άγριο δένδρο με πάθη και αδυναμίες,, εμβολιάζεται και μεταμορφώνεται με το ουράνιο μπόλι, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. 

Γίνεται από «αγριαέλαιος» «καλιέλαιος». 

Η καλλιέργεια τα ψυχής και η ειρήνευσή της από τους πειρασμούς του νου και της καρδίας γίνεται με μυστικό τρόπο και μέσα στον χρόνο από τον γεωργό Χριστό. Έλεγε: «Αυτομάτη γάρ η γη καρποφορεί».

Η συνεχής Θείας Κοινωνία φέρει τον αληθινό αγιασμό και την απάθεια στους πειρασμούς.

Εξάλλου, χριστιανός είναι μόνο εκείνος που ζει συνεχώς εν μετανοία και εγκεντρισμένος στο σώμα του Χριστού με την συνεχή Θεία Κοινωνία. Όμως η συνεχής Θεία Κοινωνία δεν μπορεί να εφαρμοστεί με ωφελιμιστικό τρόπο , ούτε και με καταναγκαστικό, διότι δεν πρόκειται ποτέ να ωφελήσει.

Η Θεία Κοινωνία δεν είναι ένα αντικαταθλιπτικό φάρμακο, που το παίρνει κανείς δι' επιβολής και εξ ανάγκης στην δυσκολία, περιμένοντας μαγικά το θαύμα, αλλά είναι η εξ όλης καρδίας ένωση μας με τον ίδιο τον Θεό, που ζει μέσα μας και εμείς εγκεντρισμένοι στο Σώμα Του.

Ο πιστός που ζει στην Εκκλησία με την συνεχή Θεία Κοινωνία είναι Θεοφόρος και Χριστοφόρος, όμαιμος και σύναιμος του Χριστού, κι αυτό μέσα στον χρόνο φέρει τον καρπό του, την κάθαρση του νου και της καρδιάς.

Όπου κατοικεί ο Χριστός βασιλεύει η πηγαία χαρά και ειρήνη. Η συμμετοχή στο Ιερό Μυστήριο με την προετοιμασία των ευχών της Θείας Μεταλήψεως οδηγούν σε μία συναίσθηση των αμαρτιών και σε έναν θείο έρωτα και εκζήτηση του ελέους του Θεού. Ο φόβος Θεού και ο πόθος Θεού είναι ο άριστος της καρδιάς τρόπος προετοιμασίας για την Κοινωνία του Θεού.

Και εδώ όταν λέμε φόβο Θεού δεν σημαίνει τον τρόμο του ανθρώπου σαν να βρίσκεται ενώπιον ενός αδυσώπητου άρχοντος που πρόκειται να τον τιμωρήσει και να τον κατακόψει και ως καταναγκασμένος δούλος τον φοβάται, αλλά σημαίνει την εν μετανοία και μετά δακρύων συναίσθηση των αμαρτιών του, καθώς και την γλυκεία αγάπη και συγχώρηση του Θεού.

Όταν ο άνθρωπος μέσα στην καρδιά του διεργάζεται το μυστήριο της μετανοίας καθώς και το μυστήριο του θείου πόθου και έρωτος, τότε...

Τα άχραντα Μυστήρια και ο Άρτος της Ζωής είναι καθαρτικός του νου τρόπος. 

Αρχ. Σεβαστιανός Τοπάλης
Μετάνοια και ψυχική υγεία κατά τον Ιερό Χρυσόστομο
                                                                               
agioritis.pblogs.gr

Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Τα απαγορευμένα Πάθη


Τα απαγορευμένα Πάθη
Τοιχογραφία της καθόδου του Χριστού στον Αδη και της ανάστασης των νεκρών σε εκκλησία του Ναυπλίου



 
Τι δεν γράφουν τα επίσημα Ευαγγέλια για την Ανάσταση του Ιησού; Πώς λέγονται οι δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό; Ποιο είναι το όνομα του ρωμαίου εκατόνταρχου που ήταν υπεύθυνος του αποσπάσματος για τη Σταύρωση; Σε τέτοιες και παρόμοιες ερωτήσεις δεν δίνουν απαντήσεις τα γνωστά Ευαγγέλια, τα οποία εκθέτουν τα γεγονότα των Παθών και της Ανάστασης χωρίς συναισθηματισμούς και λυρικές εξάρσεις και κυρίως χωρίς να εγκλωβίζονται στην ιστορική αφήγηση. Τα τέσσερα αυτά Ευαγγέλια τοποθετούνται στο δεύτερο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ. Ωστόσο αργότερα, και συγκεκριμένα από τον δεύτερο αιώνα και ύστερα, παρουσιάστηκαν κάποια κείμενα στις παρυφές της Εκκλησίας που ονομάστηκαν «απόκρυφα», μέσα στα οποία μύθος και ιστορία συμπλέκονται. Οσο και αν τα κείμενα αυτά ζούσαν στην περιφέρεια και ποτέ στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, ωστόσο διαβάστηκαν στη διάρκεια των αιώνων και συνεχίζουν να αποτελούν αντικείμενο έρευνας και συζήτησης.
Οι τελευταίες ανακαλύψεις απόκρυφων κειμένων της χριστιανικής γραμματείας έχουν παγκοσμίως κινήσει το ενδιαφέρον, και έχουν κυριολεκτικά εξάψει τη φαντασία όχι μόνο των ΜΜΕ αλλά και των ανθρώπων του πνεύματος. Οι εξελίξεις βέβαια αυτές δεν θα είχαν τη δημοσιότητα που έχουν, αν δεν υπήρχε η σχετική νομιμοποίηση της επιστημονικής κοινότητας.
Η ανακάλυψη μεταπολεμικά της γνωστικής βιβλιοθήκης του Nag Hammadi και άλλων αρχαίων κειμένων ανέτρεψε την παλαιότερη εκτίμηση των επιστημόνων για την απόκρυφη χριστιανική γραμματεία, σύμφωνα με την οποία τα μη κανονικά κείμενα της πρώιμης χριστιανικής εποχής αποτελούσαν απλώς εργαλεία αιρετικών απόψεων, ή το πολύ συμπλήρωναν λεπτομέρειες της ζωής του Χριστού τις οποίες αποσιωπούσαν τα κανονικά ευαγγέλια. Ασφαλώς και οι δύο αυτές εκτιμήσεις συνεχίζουν να ισχύουν για την επιστήμη, υπάρχει όμως και κάτι παραπάνω. Και αυτό είναι η εδραιωμένη πλέον πεποίθηση περί πολυμορφίας του αρχέγονου χριστιανισμού σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι πιστευόταν μέχρι πρόσφατα.
Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που τα ΜΜΕ (από τις μυθοπλασίες του Νταν Μπράουν μέχρι την πρόσφατη ανακάλυψη του υποτιθέμενου τάφου του Ιησού) αναζητούν απεγνωσμένα στις πάσης φύσεως «απόκρυφες» διηγήσεις ιστορικές ανατροπές σχετικά με τις απαρχές του χριστιανισμού. Σε αντίθεση όμως με την εκλαϊκευτική και επικοινωνιακή πτυχή αναφορικά με την απόκρυφη γραμματεία, η επιστημονική κοινότητα αλλού εστιάζει σήμερα την προσοχή της: εκτός από την περίοπτη θέση που κατείχαν οι γυναίκες στην πρώτη Εκκλησία, που άλλωστε μαρτυρείται και στην Καινή Διαθήκη, εκείνο που προσελκύει το ενδιαφέρον της είναι κυρίως η «Πηγή των Λογίων» και το «κατά Θωμάν ευαγγέλιο».
Η Πηγή των Λογίων είναι η αρχαιότερη πηγή της ευαγγελικής παράδοσης, πιθανότατα μάλιστα αποτελεί και το αρχαιότερο γραπτό μνημείο του χριστιανισμού (γύρω στο 50 μ.Χ). Είναι το κείμενο που χρησιμοποίησαν ο Ματθαίος και ο Λουκάς για να παρουσιάσουν τη διδασκαλία του Ιησού, εντάσσοντάς το όμως στο αφηγηματικό πλαίσιο του κατά Μάρκον Ευαγγελίου. Είναι το κείμενο εκείνο το οποίο διέσωσε μερικά από τα σπουδαιότερα τμήματα της χριστιανικής γραμματείας, όπως η Κυριακή προσευχή, η επί του όρους ομιλία, η αποστολή των μαθητών του Ιησού, ο ταλανισμός των Γραμματέων και Φαρισαίων κ.ά. Αποτελεί ως εκ τούτου μια από τις βασικότερες ιστορικές πηγές αποκατάστασης της διδασκαλίας και του προσώπου του ιστορικού Ιησού, του ιδρυτή δηλαδή της θρησκείας που προσδιόρισε επί δύο χιλιετίες καθοριστικά τις τύχες της ανθρωπότητας.
Ενα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της Πηγής των Λογίων είναι η απουσία αναφοράς στον Σταυρό και στην Ανάσταση του Χριστού, πράγμα που ανατρέπει τη μέχρι και πρόσφατα παγιωμένη αντίληψη, ότι ο Σταυρός και η Ανάσταση ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος της πίστεως και του κηρύγματος σύνολης της αρχέγονης χριστιανικής κοινότητας. Για την επιστήμη επομένως η Πηγή των Λογίων, σε συνάρτηση με το κατά Θωμάν Ευαγγέλιο - κείμενο και αυτό της πρώιμης εποχής, με παράλληλη δομή και διδασκαλία - πιστοποιεί την ύπαρξη μιας άλλης αρχέγονης χριστιανικής παράδοσης, διαφορετικής από εκείνη που εκπροσωπούσε το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου και η εξ αυτού απορρέουσα κανονική παράδοση της Καινής Διαθήκης. Χαρακτηριστικό της στοιχείο δεν ήταν η «κηρυγματική» προοπτική, η κάθετη δηλαδή σωτηριολογική σχέση των πιστών με τον σταυρωθέντα και αναστάντα Χριστό, αλλά η «εσχατολογική», η οριζόντια δηλαδή εκκλησιολογική, διάσταση.
Η καταλυτική συμβολή του Αποστόλου Παύλου είχε ως αποτέλεσμα να μετατοπιστεί από πολύ νωρίς το κέντρο βάρους του χριστιανικού κηρύγματος από την εμπειρία στο μήνυμα, από την εσχατολογία στη χριστολογία (και κατ' επέκταση τη σωτηριολογία), από αυτό καθαυτό το γεγονός της βασιλείας του Θεού, που ήταν και το κομβικό σημείο του κηρύγματος του Ιησού, στον φορέα αυτού του γεγονότος, τον ίδιο δηλαδή τον Χριστό, και πιο συγκεκριμένα στη σταυρική θυσία και την Ανάστασή του. Η μετατόπιση όμως αυτή ποτέ δεν υποσκέλισε την οριζόντια εκκλησιολογική διάσταση, όπως άλλωστε πιστοποιεί η μετέπειτα χριστιανική λειτουργική παράδοση.
Η θεολογική ερμηνεία του Θανάτου και της Αναστάσεως του Χριστού από τον Απόστολο Παύλο, αναμφίβολα η σπουδαιότερη θεολογική συμβολή του αρχέγονου χριστιανισμού, ήταν ουσιαστικά εκείνη που διαμόρφωσε το γενικό πλαίσιο και την ταυτότητα της νέας θρησκείας. Με δεδομένο το γεγονός ότι ιστορίες είναι εκείνες που δημιουργούν κοινότητες, η ιστορία του πάθους και της Αναστάσεως του Χριστού, και κατ' επέκταση οι ευαγγελικές διηγήσεις, αποδείχθηκαν το ιδιαίτερο εκείνο πλαίσιο στο οποίο η αρχική εσχατολογική αυτοσυνειδησία της χριστιανικής θρησκείας κατόρθωσε να βρει την αποτελεσματική της έκφραση.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό, ότι στα κανονικά Ευαγγέλια η ανάσταση του Χριστού παρουσιάζεται με έναν ιδιάζοντα τρόπο, γ' αυτό και χρειάζεται βαθύτερη ερμηνεία, δυναμική και όχι επιφανειακή και στατική πρόσληψη. Τα Ευαγγέλια, σε αντίθεση με μεταγενέστερες απόκρυφες διηγήσεις που επιδίδονται σε υπερβατικές αναλύσεις ή υπερβολικές μυθικές περιγραφές, δεν καταφεύγουν σε εμπειρική τεκμηρίωση του γεγονότος της Αναστάσεως, αλλά επιλέγουν την αφήγηση του κενού μνημείου! Περιττό να τονιστεί, ότι το αρχικό κήρυγμα του Σταυρού και της Αναστάσεως βρίσκεται σε εντελώς άλλη διάσταση από εκείνη της σύγχρονης νεωτερικής διαμάχης ανάμεσα στην ιστορικότητα του γεγονότος και τη μεταφορική ερμηνεία του που δηλώνει τη νίκη του Θεού πάνω στις δυνάμεις του Κακού. Αυτό ακριβώς υπονοούν και οι μεταναστάσιμες εμφανίσεις του Ιησού, όπου οι μαθητές, και βεβαίως και οι πιστοί, καλούνται να αντικρίσουν με τα μάτια του πνεύματος, και όχι να βεβαιωθούν εμπειρικά, ότι ο Δάσκαλός τους ηγέρθη εκ του τάφου.
Ο κ. Πέτρος Βασιλειάδης είναι καθηγητής της Καινής Διαθήκης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας Θεολογικών Σχολών.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Οι πατέρες της Εκκλησίας μας βαθιά καλλιέργησαν την ευγένεια


Θεόκλητος Διονυσιάτης: Υπό το βλέμμα της Πορταϊτίσσης 
  Κυρά μου Πορταΐτισσα
Για την ευγένεια 
(Σχολιασμός βασισμένος σε σχετικές οδηγίες του Αγίου Ισαάκ του Σύρου)

Μεγάλο κεφάλαιο η ευγένεια για τον πιστό άνθρωπο. Συνήθως όμως, η συμπαθητική αυτή αρετή της ευγενείας, μπαίνει από τους πολλούς στο περιθώριο, και θεωρείται μια υπόθεση ξεπερασμένη, που για να σταθείς σήμερα, πρέπει να σε διακρίνει το θράσος, η ελευθεροστομία και η αναίδεια. Η ευγένεια, θεωρείται σήμερα, νόμισμα απηρχαιωμένο, που θέση δεν έχει στην σύγχρονη ζωή.

Ωστόσο οι αντιλήψεις αυτές προδίδουν παρακμή και εκφυλισμό στις ανθρώπινες κοινωνικές σχέσεις. Η ευγένεια ποτέ δεν ξεπέφτει, όπως κι η μάνα που τη γέννησε, η αγάπη, γιατί γνήσιο παιδί της αγάπης είναι.
Η ευγένεια συγκαταλέγεται στο σύνολο των χριστιανικών αρετών και είναι δείκτης της πνευματικής καλλιέργειας.
Η διατήρηση της ευγενείας, τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική ζωή είναι κάτι αρκετά δύσκολο. Λίγοι άνθρωποι μπορούν να καυχηθούν ότι διατηρούν την ευγένειά τους και στον ιδιωτικό και απόλυτα προσωπικό τους βίο.

Ένας τέτοιος στάθηκε ο Απόστολος ΠαύλοςΦυλακισμένος στη Ρώμη, γράφει στη Β΄του Επιστολή στον Τιμόθεο: «Σύ παρηκολούθηκάς μου τη διδασκαλία τη αγωγή, τη προθέσει» (γ 10). Εσύ παιδί μου, του γράφει, έζησες την διαγωγή μου και αντελήφθης τις εσώτατές μου προθέσεις. Σπάνιο πράγμα, να μπορεί κανείς να προβάλει στους συνεργάτες του, σε κείνους μάλιστα που τόσο καιρό έζησαν μαζί του, μια ζωή αγία που να λαμπυρίζει μέσα από το κρύσταλλο της ευγενείας του. Θα πρέπει, όσοι πλησίαζαν τον Απόστολο, να έφευγαν διαφορετικοί. Είχε ένα κάτι, που αιχμαλώτιζε τους συνομιλητές του. Ή καλύτερα, ήταν ο ίδιος κάτι. Ήταν ευγενής.
Η ευγένεια πάντοτε καλλιεργήθηκε από τα γνήσια χριστιανικά αναστήματα.
Αντικαθρεπτίζει δε πάντοτε, την εσωτερική ομορφιά της ψυχής.
Ευγένεια, δεν είναι η υψηλή καταγωγή, αλλά η καλλιεργημένη ψυχή. Μπορεί κανείς να είναι ευγενής στην καταγωγή και δούλος στην ψυχή. Η ευγένεια δεν κάνει διακρίσεις. Είναι η ίδια για όλους. Συμπεριφέρεται καλά, τόσο στον διάσημο άνθρωπο, όσο και στον άσημο. Στον μικρό, εξ' ίσου και στον μεγάλο. Όπως η αγάπη «ού ζητεί τα εαυτής», έτσι και η ευγένεια δεν ζητά τα ίσα για να προσφερθεί. Προσφέρεται ότι κι αν συναντήσει μπροστά της. Πουθενά δεν συναντάς την αληθινή αγάπη χωρίς την ευγένεια. Και ποτέ δεν βρίσκεις την αληθινή ευγένεια χωρίς την αγάπη.
Η ευγένεια είναι ένας από τους πιο όμορφους ανθούς της αγάπης. Είναι το ξεχείλισμα, ότι ωραίου υπάρχει μέσα στην καρδιά. Κατορθώνει, ότι δεν πετυχαίνει η βία και η αγένεια. «Μια σταγόνα μέλι, μαζεύει πιο πολλές μύγες, παρά ένα βαρέλι ξύδι», λέει μια ξένη παροιμία.
Η ευγένεια ακόμη, είναι και μεταδοτική. Υποβάλλει, υποχρεώνει, εμπνέει, επιβάλλεται. Η παρουσία της σου δίδει το αίσθημα ότι βρίσκεσαι στο χώρο της Βασιλείας του Θεού. Η ευγένεια, πραγματικά κατέχει το μυστικό της κοινωνικής κατακτήσεως.
Χαρακτηριστικά της ευγενείας είναι η πραότης, η εξυπηρετικότης, η ανοικτή καρδιά, η φιλοξενία, το καλόκαρδο μειδίαμα, η απλοχεριά, η ευγνωμοσύνη, η ειλικρίνεια, η αγάπη, η διακριτικότης.
Το «ευχαριστώ», εγκάρδιο και ειλικρινές, είναι το «σήμα κατατεθέν» της.

Η Αγία Γραφή προσφέρει μερικές συμπυκνωμένες προτροπές γι' αυτήν:
«Ο λόγος υμών πάντοτε εν χάριτι, άλατι ηρτυμένος, ειδέναι πώς δεί υμάς ενί εκάστω αποκρίνεσθαι» (Κολ. δ΄ 6).
«Τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι» (Ρωμ. Ιβ΄10)
«Ευχάριστοι γίνεσθε» (Κολ. γ΄15).
«Άγιοι εν πάση αναστροφή γενήθητε» (Α΄Πέτρ. α΄ 15).
«Τύπος γίνου των πιστών, εν λόγω, εν αναστροφή... εν αγάπη» (Α΄Τιμ. δ ΄12).
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, βαθιά καλλιέργησαν την ευγένεια.
Η έρημος που κατοικήθηκε από Ασκητές, μετεβλήθη σ' ένα απέραντο σαλόνι από ανθρώπους αληθινά ευγενείς και ανωτέρους.
Ευγένεια δεμένη, με όλο τον πλούτο της χριστιανικής των καρδιάς.

Μερικά δείγματα γραμμένα από μια γνήσια ψυχή της ερήμου, τον Άγιο Ισαάκ τον Σύρο, φανερώνουν το βάθος και την έκταση αυτής της λαμπρής αρετής. Με την παράθεση μερικών απ' αυτά, θα κλείσωμε και το θέμα μας.
«Έχε την γλώσσα σου καλή και ατιμία δεν θα σε συναπαντήσει».
«Απόκτησε χείλη γλυκά, και όλους φίλους θα τους έχεις».
«Μίκρυνε τον εαυτό σου μπροστά σε όλους τους ανθρώπους και θα υψωθείς πάνω απ' όλους τους άρχοντας τούτου του κόσμου».
«Πρότρεχε όλους στον χαιρετισμό και θα τιμηθείς πιο πολύ από κείνους που προσφέρουν πολύτιμο χρυσάφι».
«Καταφρόνησε την τιμή για να τιμηθείς, και μη την αγαπήσεις για να μην ατιμασθείς».
«Μη αηδιάσεις την δυσοσμία των αρρώστων και μάλιστα των πτωχών, γιατί και συ σώμα φέρεις».
«Όταν συναντήσεις κάποιον, ανάγκασε τον εαυτό σου να τον τιμήσει πιο πάνω απ' ότι αξίζει. Χαιρέτισε τον θερμά. Παίνεσε τον. Όταν απομακρυνθεί, πες γι' αυτόν κάθε καλό και τίμιο λόγο.
Με τον τρόπο αυτόν θα τον κάνεις καλύτερον απ' ότι είναι. Πάντοτε ο τρόπος αυτός να σε χαρακτηρίζει. Να είσαι δηλαδή ευπροσήγορος πάντοτε και να αποδίδεις την τιμή σε όλους».
«Μη διακόψεις τον συνομιλητή σου για να πεις τη γνώμη σου σαν αμαθής και απαίδευτος».
«Μη ξεγυμνώνεσαι μπροστά στους άλλους».
«Απομακρύνσου από την παρρησία (την υπερβολική οικειότητα) σαν από τον θάνατο».
«Μη φτύσεις μπροστά σε άλλους. Όταν θες να βήξεις, στρέψε το πρόσωπό σου πίσω».
«Με σωφροσύνη φάγε και πιες όπως αρμόζει σε παιδιά του Θεού».
«Μην απλώσεις το χέρι σου να πάρεις κάτι μπροστά από τους άλλους, με αναίδεια».
«Εάν φιλοξενήσεις κάποιον, πρότρεψε τον μία και δύο φορές να φάγει, καθισμένος και συ συνεσταλμένα μαζί του στο τραπέζι».
«Όταν χασμουριέσαι, βάλε μπροστά το χέρι σου. Κρατώντας την αναπνοή σου θα σου περάσει».
«Όταν μπεις στο σπίτι εκείνου που σε φιλοξενεί μη στρέφεις από δω κι από κει τα μάτια σου εξετάζοντας τα γύρω αντικείμενα».
«Μη μπεις αιφνίδια σε ξένο σπίτι ή δωμάτιο, αλλά να κρούσεις προηγουμένως απ' έξω, κι αφού προτραπείς να μπεις, τότε πέρασε με πολλή ευλάβεια».

«Με ηρεμία άνοιξε και κλείσε, τόσο τη δική σου πόρτα όσο και την ξένη».
«Μη περπατάς άτακτα και τρεχαλέα, εκτός αν βιάζεσαι πολύ».
«Κουβέντιαζε με όλους ήρεμα».
«Με σωφροσύνη κοίταξε τους άλλους, και τα μάτια σου μη τα χορτάσεις από το κοίταγμα ξένου προσώπου».
«Όταν βαδίζεις με ανωτέρους σου, μην τους προσπερνάς στο βάδισμα».
«Κάθε σου φυσική ανάγκη με ευλάβεια να την υπηρετήσεις ντρεπόμενος τον Φύλακα σου Άγγελο».
«Φυλάξου από τα μικρά για να μη πέσεις στα μεγάλα».
«Να θεωρείς ξένο τον εαυτό σου όπου κι αν βρεθείς, για να μπορέσεις να απαλλαγείς από τη ζημιά που κάνει η παρρησία».

Xαροποιόν πένθος


       


γιος ωάννης Σιναΐτηςτς Κλίμακος 


Κλῖμαξ, Λὀγος έβδομος
Περὶ τοῦ Χαροποιοῦ Πένθους
Σταχυολόγηση


ΤΟ ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ πένθος εναι σκυθρωπότητα τς ψυχς, διάθεσις τς πονεμένης καρδις, ποία δν παύει ν ζητ μ πάθος κενο γι τ ποο εναι διψασμένη. Κα σο δν τ κατορθώνει, τόσο περισσότερο κοπιάζει κα τ κυνηγ κα τρέχει πίσω του μ δυνηρ κλάμα.

2.
ς τ χαρακτηρίσωμε κα τσι: Πένθος εναι να χρυσ καρφ τς ψυχς. Τ καρφ ατ πογυμνώθηκε π κάθε γήϊνη προσήλωσι κα σχέσι, κα καρφώθηκε π τν ελογημένη λύπη (στν πόρτα) τς καρδις γι ν τν φρουρ.

3.
Κατάνυξις εναι νας συνεχς βασανισμς τς συνειδήσεως, ποος μ τν νοερ ξομολόγησι κατορθώνει ν δροσίζη τν φλογισμένη καρδιά.

4.
ξομολόγησις σημαίνει τ ν λησμονομε τν δια τν φύσι μας. Κάποιος ξ ατίας της «λησμονοσε κόμη ν φάγη τν ρτο του» (Ψαλμ. ρα 5).

5. Μετάνοια ε
ναι τ ν στερηθς κάθε σωματικ παρηγορία, χωρς καθόλου ν λυπηθς.

6.
Χαρακτηριστικ κείνων πο προώδευσαν κάπως στ μακάριο πένθος εναι γκράτεια κα σιωπ τν χειλέων. κείνων πο προώδευσαν περισσότερο, οργησία κα μνησικακία...

Επρόσδεκτοι νώπιον το Θεο ο πρτοι. ξιέπαινοι ο δεύτεροι....

7.
ταν κατακτήσης τ πένθος, κράτα το μ λη τ δύναμί σου. Διότι προτο ποκτηθ μόνιμα κα ριστικά, χάνεται εκολα π τος θορύβους κα τς μέριμνες το σώματος κα τν καλοπέρασι, κα μάλιστα π τν πολυλογία κα τν στειολογία, κα διαλύεται πως τ κερ π τν φωτιά.

8.
νώτερη π τ βάπτισμα ποδεικνύεται μετ τ βάπτισμα πηγ τν δακρύων (τς μετανοίας), ν κα εναι κάπως τολμηρ ατ πο λέγω. Διότι κενο μς καθαρίζει π τ προηγούμενά μας κακά, ν τοτο, τ βάπτισμα τν δακρύων, π τ μετέπειτα. Κα τ πρτο, φ᾿ σον τ λάβαμε λοι στν νηπιακ λικία, τ μολύναμε. ν μ τ δεύτερο καθαρίζομε πάλι κα τ πρτο. Κα ἐὰν φιλανθρωπία το Θεο δν τ εχε χαρίσει ατ στος νθρώπους, ο σζόμενοι θ ταν πράγματι σπάνιοι κα δυσεύρετοι.

9.
Ο στεναγμο κα κατήφεια φωνάζουν δυνατ πρς τν Κύριον. Τ δάκρυα πο προέρχονται π φόβο μεσιτεύουν. Κα τ δάκρυα πο προέρχονται π τν παναγία γάπη μς φανερώνουν τι κεσία μας γινε δεκτή.

10.
φο τίποτε δν ταιριάζει τόσο μ τν ταπεινοφροσύνη, σο τ πένθος, κα τίποτε πάντως δν εναι τόσο πολ ντίθετό της, σο τ γέλιο.

11. Ν
κρατς σφικτ τν μακαρία χαρμολύπη, ποία προέρχεται π τν ελογημένη κατάνυξι· κα κατάπαυστα ν τν καλλιεργς μέχρις του σ νυψώση π τ γήϊνα κα σ παρουσιάση καθαρν μπρς στν Χριστόν.

12.
κατάπαυστα ν ναπαριστάνης μέσα σου κα ν περιεργάζεσαι τν βυσσο το σκοτεινο πυρός, τος σπλαγχνους πηρέτες, τν Κριτ πο δν θ συμπαθ κα δν θ συγχωρ πλέον, τ πέραντο χάος μ τς καταχθόνιες φλόγες, τ δυνηρ κατέβασμα στ χάσματα κα στος πογείους κα φοβερος τόπους...

13. Στάσου
ντρομος ταν προσεύχεσαι κα κετεύης τν Θεόν, σν τν κατάδικο μπρς στν δικαστή, στε κα μ τν ξωτερικ μφάνισι κα μ τν σωτερικ στάσι ν σβήσης τν θυμ το δικαίου Κριτο...

14.
Σ ποιον πέκτησε τ χάρισμα το σωτερικο δακρύου, κάθε τόπος εναι κατάλληλος γι πένθος...

15.
κρυμμένος θησαυρς εναι περισσότερο σφαλισμένος π τν κτεθειμένο στν γορά. Βάσει ατς τς εκόνας ς κατανοήσωμε κα τ προηγούμενο.

16.
Μν συμπεριφέρεσαι σν κείνους πο μετ τν ταφ τν νεκρν τους λλοτε θρηνον γι᾿ ατος κα λλοτε (στ νεκρόδειπνα τρώγουν, πίνουν καί) μεθον. λλ ν μοιάσης μ τος καταδίκους στ μεταλλεα πο τος μαστιγώνουν κάθε ρα ο δήμιοι.

17.
κενος πο λλοτε πιδίδεται στ πένθος κα λλοτε στν τρυφ κα στ γέλια μοιάζει μ᾿ κενον πο διώχνει τν «κύνα» τς φιληδονίας πετροβολώντας τον μ ψωμί. τσι ξωτερικ φαίνεται τι τν διώχνει, ν στν πραγματικότητα τν προσκαλε κοντά του.

18.
Ν εσαι «σύννους». Ν εσαι φιλένδεικτος (ν μν γαπς δηλαδ ν πιδεικνύεσαι). Ν παρατηρς τν καρδιά σου κα ν εσαι στραμμένος πρς ατν σν μέσα σε κάποια κστασι, διότι ο δαίμονες φοβονται τν «σύννοια», πως ο κλέπτες τος σκύλους.

19.
Δν εναι δ, γαπητοί μου, γάμος στν ποον χομε προσκληθ. πωσδήποτε λοιπν κενος πο μς κάλεσε δ, μς κάλεσε γι ν πενθήσωμε τος αυτούς μας.

20.
Μερικοί, ν δακρύζουν, δν δείχνουν καμμία προσπάθεια, στε ν καλλιεργήσουν, κατ τν ελογημένη κείνη ρα, τν σκέψι ποία προκάλεσε τ δάκρυ, λλ καιρα κα στοχα τν ντιπαρέρχονται. Κα δν συλλογίζονται τι δάκρυ χωρς ατία κα χωρς ννοια δν χει θέσι στ λογικ πλάσματα, λλ μόνο στ λογα. Τ δάκρυ γεννται π ρισμένες σκέψεις. Κα ο σκέψεις χουν ς πατέρα τν λογικ νο.
25. πως σ λα τ λλα, τσι κα στν περίπτωσι τν δακρύων καλς κα δίκαιος Κριτής μας λαμβάνει π᾿ ψι Του κα τν φυσικ προδιάθεσι κα δύναμι το καθενός. Εδα μικρς σταγόνες ν χύνωνται μ πόνο σν αμα. Κα εδα βρύσες δακρύων πο τρεχαν χωρς δυσκολία. γ τουλάχιστον βαθμολόγησα τος γωνιστς νάλογα μ τν πόνο κα χι μ τ ποσν τν δακρύων. Κα Θες νομίζω παρόμοια θ τος κρινε.
27.
Μερικ π τ κτίσματα εναι ατο-κίνητα κα μερικ τερο-κίνητα. Τ διο συμβαίνει κα στν κατάνυξι, (λλοτε δηλαδ ρχεται μόνη της κα λλοτε μ τν δική μας προσπάθεια κα βία). ταν, χωρς καμμία δική μας προσπάθεια κα νέργεια, κατανυχθ ψυχή μας κα γρανθ κα μαλακώση π τ δάκρυα, ς τρέξωμε (ν ρπάξωμε τν εκαιρία). Διότι ατ σημαίνει τι Κύριος μς πισκέφθηκε πρόσκλητος κα μς δωσε τ σφουγγάρι τς θεαρέστου λύπης κα τ δροσιστικ δωρ τν ελαβικν δακρύων, γι ν ξαλείψωμε τ χειρόγραφο τν μαρτιν μας. Ατ τν κατάστασι φύλαξέ την σν κόρη φθαλμο, μέχρις του ποχωρήση, διότι εναι περισσότερο δυνατ κα ποτελεσματική σε σύγκρισι μ κείνη πο δημιουργεται π τν δικό μας ζλο κα γώνα.

28.
Δν κατέκτησε τ κάλλος το πένθους κενος πο πενθε ταν θέλη, λλ κενος πο πενθε γι τν λόγο πο θέλει. Οτε ατς πο πενθε γι ,τι θέλει, λλ ατς πο πενθε πως Θες θέλει.

29.
Πολλς φορς τ κατ Θεν πένθος ναμειγνύεται μ τ χαρο δάκρυ τς κενοδοξίας. Ατ θ τ ναγνωρίσωμε μ τρόπο πιτυχ κα εσεβ, ταν συλλάβωμε τν αυτό μας ν πενθ κα συγχρόνως ν νεργ μ (κακότητα καί) πονηρία.


32. ταν, σ σους φαίνονται τι πενθον κατ Θεόν, διακρίνωμε ργ περηφάνεια, ς θεωρήσωμε τι τ δάκρυά τους προέρχονται π δαιμονικ πάθη, διότι «ποία κοινωνία -λέγει Γραφή- φωτ πρς σκότος»; (Β Κορ. στ 14).

33.
Γέννημα τς νοθευμένης κατανύξεως εναι οησις, ν τς παινετς παράκλησις. πως φωτι καίει κα ξαφανίζει τν «καλαμιά», τσι κα τ γν δάκρυ ξαφανίζει κάθε ξωτερικ κα σωτερικ καθαρσία.

34.
περ τν δακρύων λόγος π πολλος Πατέρες χαρακτηρίζεται σαφς κάπως, σκοτεινς κα δυσερμήνευτος, κα μάλιστα ταν πρόκειται γι δάκρυα τν ρχαρίων. Πολλς κα διάφορες, λέγουν, εναι ο ατίες πο τ γεννον. Προέρχονται δηλαδή, π τν διοσυγκρασία, π τν χάρι το Θεο, π θλίψι δαιμονική, π θλίψι θεάρεστη, π κενοδοξία, π πορνεία, π γάπη, π μνήμη θανάτου κα π πολλ λλα.

37.
Μν μπιστεύεσαι στς πηγς τν δακρύων σου πρν π τν τελεία κάθαρσι. Δν μπορομε ν παραδεχθομε ς καλν τν ονο πο μόλις μετ τ πατητήρι τν βάλαμε στ βαρέλια. λα βέβαια τ κατ Θεν δάκρυά μας εναι φέλιμα. Κανες δν χει ντίρρησι σ᾿ ατό. Ποι μως εναι φέλειά τους, θ τ γνωρίσουμε στν ρα το θανάτου μας.

38.
ποιος περν τν ζωή του συνεχς μ τ κατ Θεν πένθος, δν παύει π το ν ορτάζη καθημερινά. κενον μως πο συνεχς πανηγυρίζει λικ κα σωματικά, τν περιμένει τ αώνιο πένθος.

39.
Δν μπορε ν χουν χαρς ο κατάδικοι τν φυλακν. Οτε ο πραγματικο μοναχο πανηγύρια. Γι᾿ ατ σως κενος καλλίπενθος λεγε μ στεναγμό: «ξάγαγε κ φυλακς τν ψυχήν μου (Ψαλμ. ρμα 8), γι ν εφρανθ στ ρρητο κα περίγραπτο φς σου».

40.
Ν γίνης σν βασιλες στν καρδιά σου, καθισμένος στν ψηλ θρόνο τς ταπεινοφροσύνης. Ν διατάζης τ γέλιο ν πομακρυνθ, κα μέσως ν πομακρύνεται· τ κλάμα ν λθη, κα μέσως ν ρχεται· κα στν δολο μας, τ σμα, πο εναι συγχρόνως κα τύραννος, ν πιτελέση κάποιο ργο κα μέσως ν τ πιτελ (πρβλ. Ματθ. η 9).

42.
Μακάριος εναι μοναχς πο φθασε στ σημεο ν ντικρύζη μ τ μάτια τς ψυχς τς γγελικς δυνάμεις. πτωτος μως εναι μοναχς πο κατάπαυστα βρέχει τ πρόσωπό του μ τν ρο τν δακρύων του, πο ναβλύζουν π τος φθαλμούς του μ τν μνήμη το θανάτου κα τν μαρτιν του. Δν δυσκολεύομαι μάλιστα ν πιστεύσω, τι π τν δεύτερη ατ κατάστασι διάβηκε πρώτη.
44.
κενος πο περηφανεύεται μέσα του γι τ δάκρυά του κα κατακρίνει μ τν νο του σους δν δακρύζουν, μοιάζει μ᾿ κενον ποος ζήτησε π τν βασιλέα πλο ναντίον τν χθρν του κα μ᾿ ατ φόνευσε τν αυτό του.

45.
Θεός, γαπητοί μου, δν χει νάγκη π δάκρυα οτε πιθυμε ν πενθ νθρωπος π τν δύνη τς καρδις του, λλ μλλον ν τν βλέπη ν γάλλεται κα ν εθυμ σωτερικ π τν γάπη του πρς Ατόν.

46.
Θανάτωσε τν μαρτία, κα τότε θ εναι περιττ τ δάκρυα τς δύνης στος φθαλμούς σου. που δν πάρχει πληγή, δν χρειάζεται νυστέρι. Στν δμ πρν π τν παράβασι δν πρχαν δάκρυα, πως κριβς κα (στος δικαίους) μετ τν νάστασι τν νεκρν, φ᾿ σον θ χη καταργηθ μαρτία κα «θ χη ξαφανισθ δύνη, λύπη κα στεναγμός» (σ. λε 10).

47.
Εδα σ μερικος πένθος. Εδα κα λλους ο ποοι πενθοσαν, διότι δν εχαν πένθος, ο ποοι, μολονότι στν πραγματικότητα χουν πένθος, ζον σν ν μν χουν, κα μ τν καλ ατ γνοια παραμένουν σφαλισμένοι (π τν δαίμονα τς κενοδοξίας). Κα γι᾿ ατος μλλον χει λεχθε στν Γραφή: «Κύριος σοφο τυφλούς» (Ψαλμ. ρμε 8).

48.
Πολλς φορές, συνήθως στος πι πιπολαίους, κα τ δάκρυα προκαλον παρσι. Γι᾿ ατ κα σ μερικος δν δίδονται, στε μ τν στέρησι κα τν ναζήτησί τους ν λεεινολογον τος αυτούς των κα ν τος καταδικάζουν, γεμάτοι στεναγμος κα κατήφεια κα λύπη ψυχς κα βαθει σκυθρωπότητα κα μηχανία. Κα τσι ναπληρώνεται χωρς κίνδυνο λλειψις το πένθους, στω κα ν ατο νομίζουν τι δν χουν κανένα συμφέρον π ατά.

50.
γώ, καθς σκέπτομαι τν ποιότητα τς κατανύξεως, μένω κθαμβος. Πς ατ πο νομάζεται πένθος κα λύπη εναι συμπεπλεγμένο μ τν χαρ κα τν εφροσύνη, πως τ μελί μ τ κερί! Κα τί διδασκόμεθα π ατό; τι κατάνυξις εναι καθ᾿ αυτ δρο το Κυρίου. Κα στν ψυχ πο κατανύσσεται πάρχει μία ληθιν δονή, διότι διος Θες μ μυστικ τρόπο παρηγορε τος «συντετριμμένους τ καρδί».
Γι ν ποκτήσωμε γνήσιο κα καθαρ πένθος κα δύνη φέλιμη, (φο κα τ ντίθετα διδάσκουν), ς κούσωμε μι ψυχωφελ κα πολ ξιοθρήνητη διήγησι:

μενε δ κάποιος μοναχς Στέφανος, ποος εχε σπασθ τν ρημικ κα συχαστικ ζωή. γωνίσθηκε πολλ τη στν μοναχικ παλαίστρα. ταν στολισμένος μ νηστεες, κα διαιτέρως μ δάκρυα κα μ λλα νάρετα κατορθώματα. Εχε τ κελλί του στν κατάβασι το γίου τούτου ρους, (κάτω π τν γία Κορυφή), στ σημεο πο ερίσκεται τ σπήλαιο το Προφήτου λιο.

Ατς λοιπν είμνηστος γι πι κριβ κα κοπιαστικ μετάνοια κα σκησι, πγε στν τόπο που μεναν ο ναχωρηταί, πο νομάζεται Σίδδης. Παρέμεινε κε μερικ χρόνια μ περβολικς στερήσεις κα σκληρ σκησι, φ᾿ σον τόπος ταν «παράκλητος» κα διάβατος σχεδν π νθρώπους πεχε περίπου βδομήντα μίλια π τ κάστρο. πειτα, γύρω στ τέλος τς ζως του, νεβαίνει γέροντας ατς στ κελλί του, κάτω π τν γία Κορυφή. Εχε μάλιστα κα δυ ποτακτικος π τν Παλαιστίνη πολ ελαβες, ο ποοι κα το φύλαγαν τ κελλ πρν πιστρέψη.

φο πέρασαν λίγες μέρες πεσε σ σθένεια, μ τν ποία κα τελείωσε τν ζωή του. Τν παραμον το θανάτου του περιέπεσε σ κστασι κα μ τ μάτια νοικτ παρατηροσε δεξι κα ριστερ τς κλίνης του. Σν ν τν νέκριναν κάποιοι, παντοσε -τν κουγαν λοι ο παρευρισκόμενοι- κα λλοτε λεγε: «Ναί, πράγματι, ληθινά, πλν μως νήστευσα τόσα τη γι᾿ ατό». λλοτε: «χι. Εναι ψέμα. Ατ δν τ κανα». πειτα π λίγο: «Ατ ναί, ληθιν τ πραξα, λλ κλαυσα, κανα διακονήματα γάπης». Κα πάλι: «ληθινά μ κατηγορετε». Μερικς φορς γι ρισμένα παντοσε: «Ναί, ληθινά, ναί. Γι᾿ ατ δν χω τί ν πολογηθ. Θες εναι λεήμων».

ταν λήθεια να θέαμα φρικτ κα φοβερό. να δικαστήριο όρατο κα χωρς λεος. Κα τ φοβερώτερο, τι τν κατηγοροσαν κα γι πράγματα πο δν εχε διαπράξει. συχαστς ατς κα ναχωρητς γι ρισμένα πταίσματά του -λλοίμονο!- λεγε: «Γι᾿ ατ δν χω τί ν επ». Κα εχε σαράντα περίπου τη μοναχός, χωρς ν το λείπη κα τ δάκρυ!

λλοίμονο! Κα πάλι λλοίμονο! Πο ταν τότε φων κείνη το προφήτου εζεκιήλ, γι ν τος επ: «ν ερω σε, κε κα κρίνω σε, επεν Θεός» (πρβλ. εζ. λγ 12-16). λλ δν κατώρθωσε ν χρησιμοποιήση μία τέτοια πολογία. Γιατί ραγε; γνωστον. ς χη δόξα Θεός, μόνος πο γνωρίζει. (ς σημειωθ κα τοτο): μοναχς ατός -μο τ διηγήθηκαν ψευδες μάρτυρες- στν ρημο (εχε τόσο χάρι), στε ν τρέφη μ τ χέρια του κα λεοπάρδαλι.

Κα ν συνεχιζόταν αστηρ ατ δικαστικ νάκρισις, ποχωρίσθηκε τ σμα του, χωρς ν φήση καμμία νδειξι γι τν κρίσι τ πόρισμα τν πόφασι κα τ τέλος τς δίκης.

51.
χήρα πο χασε τν νδρα της κα μεινε μ τ μονάκριβο παιδί της, ατ χει σν μόνη παρηγορία της μετ τν Κύριον. Παρόμοια κα γι τν ψυχ πο μάρτησε δν πάρχει λλη καμμία παρηγορία τν ρα το θανάτου κτς π τος κόπους το λαιμο, (τν νηστεία δηλαδή), κα τ δάκρυα. σοι πενθον τσι, δν θ ψάλουν ποτ οτε θ ξεσπάσουν σ λαλαγμος μνων, διότι λα ατ φανίζουν τ πένθος. Ἐὰν πιχειρς μ ατ ν ποκτήσης τ πένθος, γνώριζε τι ερίσκεσαι μακρυ π τν σκοπό σου. Διότι πένθος σημαίνει συνεχς κα μονιμοποιημένη κατάστασις πόνου σ μία φλογισμένη (π θεϊκ γάπη) ψυχή.
52.
Κάποιος «δόκιμος ργάτης» το παινετο ατο πένθους μο νέφερε τ ξς: «Πολλς φορς πο πήγαινα ν παρασυρθ στν κενοδοξία στν ργ στν γαστριμαργία, διαμαρτυρόταν μέσα μου λογισμς το πένθους κα μο ψιθύριζε: «Μν κενοδοξήσης, γιατί σ γκαταλείπω». Παρόμοια κα γι τ λλα πάθη. Κα γ το παντοσα: «Δν θ σ παρακούσω μέχρις του μ δηγήσης μπρς στν Χριστόν».

53.
βυσσος το πένθους ντικρύζει τν (κ μέρους το Θεο) παράκλησι. Κα καθαρότης τς καρδίας δέχεται τν (θεία) λλαμψι. λλαμψις σημαίνει περίγραπτη νέργεια, ποία κατανοεται χωρς ν κατανοται κα βλέπεται χωρς ν βλέπεται. Παράκλησις σημαίνει νάψυξις τς ψυχς νς πονεμένου νθρώπου, ποος σν νήπιο τν ρα ατ κα κλαυθμυρίζει μέσα του κα φωνάζει χαρούμενα. ντίληψις σημαίνει νανέωσις τς ψυχς πο κατέπεσε π τν λύπη, μ θαυμαστ μεταβολ τν δακρύων το πόνου σ δάκρυα νώδυνα.

54.
Τ δάκρυα το θανάτου γεννον τν φόβο. φόβος γενν τν φοβία, κα τσι προβάλλει χαρά. Κα ταν λήξη χαρ πο δν λήγει, προβάλλει τ νθος τς ελογημένης γάπης.

55.
ταν ρχεται στν ψυχή σου χαρά, ν τν διώχνης μ τ χέρι τς ταπεινοφροσύνης. Διότι δν πρέπει ν εσαι «επαράδεκτος», μήπως κα ντ βοσκ ποδεχθς λύκο.

56.
Μ βιάζεσαι ν φθάσης τν θεωρία, ν δν λθε κόμη ρα της. φησε καλύτερα ν κυνηγήση κείνη κα ν φθάση τ κάλλος τς ταπεινώσεώς σου, πότε κα θ νωθ μαζί σου μ αώνιο πάναγνο γάμο.

57.
Στς ρχές, καθς τ νήπιο ντικρύζει τν πατέρα του, γεμίζει λο π χαρά. ταν μως πατέρας πουσιάση ρισμένο καιρ σκόπιμα κα πειτα πιστρέψη, τότε τ παιδ εναι γεμάτο κα π χαρ κα π λύπη. π χαρά, διότι εδε ατν πο ποθοσε, κα π λύπη, διότι τόσο καιρ στερήθηκε τν καλλον το προσώπου του.

58.
Μερικς φορς κρύπτεται μητέρα π τ βρέφος της, κα ν ατ τν ναζητε κλαίοντας, κείνη χαίρεται. Μ᾿ ατν τν τρόπο τ μαθαίνει ν προσκολλται πάντοτε κοντά της, κα ναφλέγει ντονα τν γάπη κα τ φίλτρο πο χει γι᾿ ατήν. (Ατ χουν κάποιο μυστικ νόημα). « χων τα κούειν, κουέτω» (Ματθ. ια 15), λέγει Κύριος (1).

59.
κενος πο κουσε τν καταδικαστικ πόφασι το θανάτου του, δν θ νδιαφερθ πλέον γι προγραμματισμος θεατρικν παραστάσεων. Κα κενος πο πενθε πραγματικά, δν θ σκεφθ ποτ τν τρυφ τν δόξα τν θυμ κα τν ξαψι τς ργς.

60.
Πένθος σημαίνει μονιμοποιημένη κατάστασις δύνης στν ψυχ πο μετανοε. δύνη ατ γενν καθημεριν δύνη πάνω στν δύνη, σν γυναίκα «τίκτουσα κα δίνουσα».

61.
Κύριος εναι δίκαιος κα σιος. Κα σ ποιον σκεται κανονικ στν συχία, νάλογα το χαρίζει κατάνυξι. Κα ποιον σκεται στν ποταγ κανονικά, κάθε μέρα τν εφραίνει. ποιος μως δν ζ καθαρ κα νόθευτα τν μία π τς δυ ατς σκήσεις στερεται τ πένθος.

62.
Διξε τον κενον τν «κύνα» πο πλησιάζει, ταν πενθς περβολικ γι τς μαρτίες σου, κα σο ψιθυρίζει τι Θες εναι σπλαγχνος κα συμπαθής. Διότι, ἐὰν προσέξης τν τακτική του, θ διαπιστώσης τι πρν π τν μαρτία σο παρουσιάζει τν Θεν εσπλαγχνικ κα συγχωρητικό.

63.
πίμονος πασχόλησις κα σκησις (στ πένθος) δημιουργε τν συνεχ καλλιέργειά του. συνεχς καλλιέργεια δηγε στν γεσι του. Κα κενο πο γευόμεθα κα συναισθανόμεθα τν ξία του εναι δύσκολο ν μς τ φαιρέσουν.

64.
σονδήποτε ψηλ κα ν εναι σκητική μας ζωή, ἐὰν δν πάρχη πόνος στν καρδιά μας, ποβαίνει νοθευμένη κα νωφελής.

65.
Πρέπει, πρέπει πωσδήποτε, γι ν τ επ τσι, σοι μολύνθηκαν κα μετ τ βάπτισμα, ν φαιρέσουν τν πίσσα π τ χέρια τους, μ φωτι κα μ λάδι, μ τν κατάπαυστη δηλαδ φλόγα τς καρδις τους κα μ τ λάδι τς θεϊκς εσπλαγχνίας.

66. Ε
δα γ σ μερικος να κρότατο ριο πένθους. Ν βγάζουν δηλαδ π τ στόμα τους αμα, πο προερχόταν π τν πικραμένη κα πληγωμένη καρδιά τους. Κα νθυμήθηκα τ λόγια του Ψαλμδο: «πλήγην σε χόρτος κα ξηράνθη καρδία μου» (Ψαλμ. ρα 5).

67. Τ
δάκρυα το φόβου (το Θεο) περιέχουν μέσα τους τν τρόμο κα τν προφύλαξι. Τ δάκρυα μως τς γάπης, πρν π τν κατάκτησι τς τελείας γάπης, εναι κάπως κτεθειμένα σ κίνδυνο, κτς ἐὰν τ ελογημένο πρ τς γάπης τν καιρ τς νεργείας του πυρακτώση πολ τν καρδιά. Εναι δ ξιοθαύμαστο, τι τ δάκρυα το φόβου, ποος εναι ταπεινότερο κα κατώτερο πράγμα, εναι σφαλέστερα στν καιρό τους π τ δάκρυα τς γάπης.

68.
πάρχουν οσίες πο ξηραίνουν τς πηγς τν δακρύων μας, κα λλες πο π πλέον δημιουργον μέσα στς πηγς βόρβορο κα γεννον θηρία. Κα παράδειγμα το νς εναι Λτ πο συνευρέθη παράνομα μ τς θυγατέρες του, ν το λλου διάβολος πο ξέπεσε π τν γγελική του κατάστασι (2).

69.
Εναι μεγάλη κακία τν χθρν μας: Τς μητέρες τν ρετν τς μετατρέπουν σ μητέρες κακιν! Κα τς ατίες τς ταπεινώσεως τς κάνουν ατίες περηφανείας.

70.
Πολλς φορς δηγε τν νο μας σ κατάνυξι κα τοποθεσία πο μένομε κα θέα πο χει. ς σ πείσουν γι᾿ ατ Κύριος, λίας κα ωάννης, ο ποοι προσεύχονταν κατ μόνας (σ διαλεγμένους ρημικος τόπους).

71.
Συνήντησα πολλς φορς μέσα στν θόρυβο τν πόλεων δάκρυα. (Προέρχονταν π δαιμονικ συνεργία). ταν γι ν μς σπρώξουν πρς τν κόσμο, μ τν δέα τι δν βλαπτόμεθα καθόλου π τν θόρυβο. Σ᾿ ατ ποσκοποσαν ο πονηρο δαίμονες.

72.
νας λόγος πολλς φορς πρξε κανς ν διασκορπίση τ πένθος. Εναι δ ξιοθαύμαστο, ἐὰν νας λόγος μπόρεσε ν τ συγκεντρώση πάλι.

73.
Δν θ κατηγορηθομε, γαπητοί μου, δν θ κατηγορηθομε τν ρα το θανάτου μας, διότι δν θαυματουργήσαμε διότι δν θεολογήσαμε διότι δν γίναμε θεωρητικοί. πωσδήποτε μως θ δώσωμε λόγο στν Θεν διότι δν πενθήσαμε συνεχς.
----------


2.
Παλαις σχολιαστς σημειώνει: «λες πο ξηραίνουν τς πηγς τν δακρύων εναι ονος, ταν πίνεται χωρς μέτρο», πως συνέβη στν περίπτωσι το Λώτ (Γεν. ιθ 30-36). Κα συμπληρώνει: «λλες λες, ς τς επομε τσι, εναι, νομίζω, ξουσία κα περβολικ τιμή. Ατς προκαλον τν περηφάνεια μ τν ποία ξέπεσε διάβολος».